Η Νέα Ζηλανδία θα γίνει η πρώτη χώρα παγκοσμίως η οποία θα υιοθετήσει μια συνολική πολιτική οριστικής και ολικής απαγόρευσης κάθε προϊόντος καπνού καθώς σύμφωνα με έναν νόμο που τέθηκε σε διαβούλευση από τον περασμένο Απρίλιο και αναμένεται να ψηφιστεί το αμέσως επόμενο διάστημα, το 2025 κανένας κάτοικος της χώρας δεν θα μπορεί να καπνίζει!
Και δεν μιλάμε για απαγόρευση της συνήθειας αυτής καθ’ αυτής ή περιορισμού της, αλλά για απαγόρευση στην εμπορία ή την πώληση τσιγάρων, καπνού κλπ, πράγμα που πρακτικά σημαίνει ότι θα είναι αδύνατο να προμηθευτεί οποιοσδήποτε από οπουδήποτε καπνικά προϊόντα.
Επομένως οι Νεοζηλανδοί που σήμερα είναι μέχρι 14 ετών δεν θα έχουν ποτέ πρόσβαση σε τσιγάρα, γεγονός που θα τους μετατρέψει στο πρώτο… άκαπνο έθνος του πλανήτη.
Ο συγκεκριμένος νόμος είναι ακόμη ένας κρίκος, ο τελευταίος, σε μια σειρά βημάτων που έχουν ακολουθηθεί τα τελευταία χρόνια, όταν η κυβέρνηση αποφάσισε να μην συμβιβαστεί με τα ημίμετρα που έχουν υιοθετήσει άλλες χώρες και να προχωρήσει σε μια άκρως επιθετική, χωρίς αστερίσκους και παραθυράκια, πολιτική.
Αντί, λοιπόν, να μείνει στις γνωστές προειδοποιήσεις στα πακέτα ή στην απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιες υπηρεσίες και κλειστούς χώρους, πήρε μια απόφαση που φαίνεται ότι στηρίζεται και από την πλειοψηφία των κατοίκων οι οποίοι δείχνουν πλέον να έχουν συνταχθεί με την συγκεκριμένη άποψη, αναγνωρίζοντας τους κινδύνους αυτής της βλαβερής συνήθειας και τον αντίκτυπό της στην κοινωνία και την οικονομία.
Τα προηγούμενα χρόνια είχε γίνει η αρχή αφού σε πρώτη φάση μειώθηκε κατά πολύ η περιεκτικότητα των καπνικών προϊόντων σε νικοτίνη. Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι ένα τσιγάρο είχε εντελώς διαφορετική ποσότητα σε σχέση με ένα άλλο, ίδιας μάρκας, σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του κόσμου. Αρκετοί τότε κατηγόρησαν την κυβέρνηση για αυτό το μέτρο υποστηρίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο χτύπησε τα πιο λαϊκά και φτωχά κομμάτια της κοινωνίας, αφού οι μελέτες δείχνουν ότι αυτά καπνίζουν περισσότερο, και αναγκάζονταν να αγοράζουν πιο πολλά προϊόντα προκειμένου να καλύψουν τις ανάγκες του εθισμού τους.
Την ίδια ώρα, όμως, ο αντίλογος ερχόταν από τις μελέτες που έδειχναν ότι η σταδιακή μείωση της περιεκτικότητας σε νικοτίνη βοηθά στο να καταφέρει κάποιος να το κόψει εντελώς, κάτι που αποδείχθηκε έμπρακτα. Σύμφωνα με τα στοιχεία, το 2018 ένα ποσοστό μόλις 11,6% των πολιτών της Νέας Ζηλανδίας δήλωναν ότι κάπνιζαν σε καθημερινή βάση, σημαντικά χαμηλότερο από το κάτι παραπάνω από 18% μία δεκαετία νωρίτερα. Αυτά τα ποσοστά πάντως ισχύουν για τους ευρωπαϊκής καταγωγής κατοίκους καθώς στους πληθυσμούς των αυτοχθόνων (Μαορί και Πασίφικα) είναι αρκετά πιο πάνω –και πιο συγκεκριμένα- 29% και 18%, αντίστοιχα. Πλέον, το στοίχημα για την κυβέρνηση είναι να πειστούν και εκείνοι για την αναγκαιότητα της απαγόρευσης του καπνίσματος ώστε να πετύχει το μέτρο.
Προφανώς ένα από τα εμπόδια που αναμένεται να υπάρξουν είναι εκείνο της παράνομης διακίνησης, γεγονός που συμβαίνει ακόμη και τώρα. Λαθρέμποροι έχουν οργανωθεί σε κυκλώματα που εισάγουν τσιγάρα και καπνό από το εξωτερικό, τα οποία έχουν υψηλότερα από όσο προβλέπει ο νόμος ποσοστά νικοτίνης. Και αυτό αναμένεται να αναδειχθεί σε ακόμη μεγαλύτερο πρόβλημα μετά το 2025 όταν ουσιαστικά τα τσιγάρα θα αντιμετωπίζονται από το νόμο περίπου ως ναρκωτικά και οι ποινές για όσους παραβαίνουν τον νόμο θα είναι πολύ πιο σκληρές.
Προκειμένου να πετύχει όλο αυτό το εγχείρημα οι Νεοζηλανδοί άφησαν εκτός απαγορεύσεων το άτμισμα, θεωρώντας ότι αποτελεί μια εναλλακτική λύση σαφώς πολύ προτιμότερη από κάθε άποψη. Γι’ αυτό και αντίθετα από ό,τι συμβαίνει στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής για παράδειγμα, δεν ανησυχούν ιδιαίτερα για τα υψηλά ποσοστά εφήβων που αρχίζουν το άτμισμα από το γυμνάσιο κιόλας. Θεωρούν ότι αυτή είναι μια πολύ μικρή «θυσία» αφού αυτά τα παιδιά δεν θα καπνίσουν ποτέ, «χάρη» στα νέα προϊόντα που κυκλοφορούν. Άλλωστε, όπως έχει επισημάνει κι ένας Βρετανός ειδικός, αν το δίλημμα είναι άτμισμα ή καθαρός αέρας, τότε η απάντηση είναι καθαρός αέρας. Εάν όμως το δίλημμα είναι κάπνισμα ή άτμισμα, τότε η απάντηση είναι 100% το δεύτερο.