Καθώς η πολυαναμενόμενη επιδημιολογική ύφεση παραμένει ευχολόγιο και οι προβλέψεις ειδικών κάνουν λόγο ακόμα και για αύξηση πάνω από τα επίπεδα των 30.000 κρουσμάτων covid στα τέλη Φεβρουαρίου, το βασικό ερώτημα που απασχολεί την κοινή γνώμη είναι πότε (επιτέλους) θα δούμε τα οφέλη εξάλειψης της παραλλαγής Δέλτα από την κοινότητα, υπέρ της σαφώς λιγότερο επιθετικής για τον ανθρώπινο οργανισμό Όμικρον.
Μιλώντας το πρωί της Τετάρτης στον Αντ1 και την εκπομπή «Καλημέρα Ελλάδα», ο Διευθυντής της Πνευμονολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Κωνσταντίνος Γουργουλιάνης, διακεκριμένος καιρό τώρα για το σοβαρό και εμπεριστατωμένο λόγο του, θέλησε για άλλη μια φορά να αποκαταστήσει μία πλάνη, όπως τη χαρακτήρισε.
Επανέλαβε ότι ο αριθμός των κρουσμάτων τη δεδομένη χρονική στιγμή δεν είναι ενδεικτικός για την πορεία της πανδημίας, καθώς οι αυτοδιαγνωστικοί έλεγχοι είναι πια πολύ περισσότεροι και τα κρούσματα αφορούν πάρα πολλούς μη νοσούντες / ασυμπτωματικούς. Χρησιμοποίησε το παράδειγμα των μαθητών, που κάνουν μαζικά self test και άρα είναι επόμενο να ανακοινώνεται ανάλογος αριθμός κρουσμάτων, χωρίς όμως να υπάρχουν σοβαρά περιστατικά στο συντριπτικό ποσοστό αυτών των παιδιών.
Από την άλλη ωστόσο ούτε ο αριθμός των διασωληνώσεων, ούτε πολύ περισσότερο αυτός των θανάτων, έχουν διαγράψει κάποιο ενθαρρυντικό δείκτη μείωσης. Η τελευταία ανακοίνωση, της 2ας Φεβρουαρίου, καταμετρούσε 561 διασωληνώσεις και 106 νέους θανάτους. Ο μέσος όρος εισαγωγών του επταημέρου είναι 454 ασθενείς, ενώ η διάμεση ηλικία των θανόντων είναι 78 έτη.
Αυτό το τελευταίο στοιχείο είναι που χρησιμοποίησε ο κ. Γουργουλιάνης όταν ρωτήθηκε για αν η κατάσταση είναι τόσο δραματική όσο φαίνεται. Υποστήριξε εμμέσως πλην σαφώς ότι η ύφεση της πανδημίας έχει ήδη ξεκινήσει και αναφέρθηκε στα δύο βασικά κοινά χαρακτηριστικά όσων διασωληνώνονται με λοίμωξη της μετάλλαξης Όμικρον.
«Το νούμερο των κρουσμάτων είναι παραπλανητικό, αυτό που κοιτάμε είναι οι εισαγωγές, οι οποίες μειώνονται. Έχουμε περίπου 100.000 ανεμβολίαστους σε κάθε ηλικιακή κατηγορία και είναι αυτοί κυρίως που μπαίνουν στα νοσοκομεία. Οι νέες εισαγωγές αφορούν σε συντριπτικό ποσοστό ανθρώπους ανεμβολίαστους και άνω των 60. Το ίδιο ισχύει και για τους διασωληνωμένους. Είναι μεγαλύτεροι ηλικιακά και ανεμβολίαστοι», δήλωσε ο καθηγητής, προτού κάνει λόγο για τη μεγάλη «βεβαιότητα» και τη μεγάλη «αβεβαιότητα», που έχουν προκύψει κατά τη διάρκεια της πανδημίας. «Η βεβαιότητα είναι ότι τα εμβόλια προστατεύουν σε μεγάλο βαθμό από νόσηση και θάνατο, ενώ η αβεβαιότητα έχει να κάνει με την περίοδο που διαρκεί η ανοσία».
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο κ. Γουργουλιάνης τόνισε ότι θα πρέπει να πάρουμε το μάθημά μας από το μεγάλο αριθμό θανάτων που προκάλεσε ο κορωνοϊός και να θωρακίσουμε το ΕΣΥ με μια σειρά από δράσεις. Ενδεικτικά ανέφερε «βελτίωση της πρωτοβάθμιας φροντίδας, αύξηση των ΜΕΘ, ενίσχυση των νομαρχιακών νοσοκομείων με μονάδες λοιμωδών νόσων και πνευμονολογικά τμήματα, επιστροφή στην Ελλάδα πολλών γιατρών που ξενιτεύτηκαν μετά το 2015».