Πέρασαν 10 χρόνια από την τελευταία φορά που η Ελλάδα έβγαλε αυτοδύναμη κυβέρνηση και 12 από τότε που το εκλογικό ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας κυμάνθηκε στα επίπεδα του 40% (κατρακυλώντας ακόμα και κάτω από 19% στις εκλογές Μαΐου του 2012).
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι ασφαλώς αυτός που πιστώνεται τη διπλή επιτυχία και που δικαιούται να προσεγγίζει τρόπο τινά ακόμα και με… περιφρόνηση όσους χρησιμοποιούσαν το «Κούλης» ως υποτιμητικό χαρακτηρισμό θεωρώντας τον ανίκανο να σηκώσει το βάρος της head to head κόντρας με τον Αλέξη Τσίπρα.
Αν ωστόσο προσεγγίζαμε με ποδοσφαιρικούς όρους αυτή τη μετωπική αναμέτρηση το αυθαίρετο συμπέρασμα θα ήταν να συμπεράνουμε ότι ο Μητσοτάκης έκανε περίπατο. Ναι μεν πήρε τη νίκη από τα αποδυτήρια (καθότι όλοι γνωρίζαμε από το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών τι επρόκειτο να συμβεί), αλλά η αλήθεια είναι ότι ο τέως πρωθυπουργός κατάφερε με γκολ στο… 90’ (να ήταν άραγε αυτό της συνέντευξης του στον ΣΚΑΪ;) να αφήσει ανοιχτή τη… ρεβάνς. Περιόρισε τόσο τη ζημιά ώστε να προβάλλει (ξανά) -παρά την ήττα με 8,3 μονάδες διαφορά- ως ο απόλυτος ηγέτης του αντιμαχόμενου της ΝΔ πολιτικού πόλου.
Το 31,53% είναι ένα ποσοστό στο οποίο μόνο ένα πολύ αισιόδοξο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ θα προσέβλεπε. Είναι περίπου 8 μονάδες πάνω από τις πρόσφατες Ευρωεκλογές και μόνο 4 κάτω από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015.
Με εφαρμογή μνημονίου, με φορολογική πολιτική που ακόμα και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος παραδέχτηκε ότι ήταν άδικη για τη μεσαία τάξη, με τη συμφωνία των Πρεσπών και νόμους όπως αυτός του Παρασκευόπουλου να έχουν προκαλέσει σωρεία αντιδράσεων και με την αντιμετώπιση από συγκεκριμένη μερίδα των Μ.Μ.Ε. να έχει ξεφύγει από τα όρια της κριτικής (καλώς ή κακώς δεν θα το εξετάσουμε εδώ), ο ΣΥΡΙΖΑ έχασε μόνο περίπου 140.000 ψήφους σε σχέση με το Σεπτέμβριο του ’15. Όχι πάνω από δύο γεμάτα ΟΑΚΑ δηλαδή.
Αν προσθέσουμε δε το 3,44% του Γιάνη Βαρουφάκη, το 1,46% της Ζωής Κωνσταντοπούλου και το 0,28% της Λαϊκής Ενότητας, το άθροισμα βγάζει 36,71%. Ένα «κλικ» πάνω δηλαδή από το ποσοστό του Ιανουαρίου του ’15 (36,34%.), τότε που όλοι γνωρίζαμε ότι η πρώτη φορά Αριστερά ήταν προ των πυλών!
Ο ΣΥΡΙΖΑ είχε τρεις στόχους στις χθεσινές εκλογές. Δεν πέτυχε να αποφευχθεί η αυτοδυναμία της ΝΔ. Πέτυχε όμως να περιοριστεί η διαφορά από αυτήν και να εμπεδωθεί η κυριαρχία του στο χώρο της κεντροαριστεράς έναντι του ΚΙΝΑΛ.
Ακόμα και σε μια ήττα του, με πεντακάθαρη διαφορά, ο Αλέξης Τσίπρας έχει κάθε λόγο να χαμογελάει. Ουσιαστικά εδραιώθηκε στις συνειδήσεις οικείων ως o υπεράνω πάσης αμφισβήτησης. Στο τέλος της ημέρας, αντί να μαζεύει τα κομμάτια μιας συντριβής, στρογγυλοκάθεται στην πολυθρόνα που με ανεξίτηλα πια γράμματα φέρει την επιγραφή «untouchable».
Η όποια εσωκομματική αντιπολίτευση «παύθηκε» πριν από τη γένεση της. Ποιος αλήθεια στον ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να φανταστεί ότι με όλα αυτά τα βάρη στην καμπούρα του θα μπορούσε να προσπεράσει ως αρχηγός του κόμματος ένα ποσοστό της τάξης (όχι φυσικά του 30%, αλλά) του 20%; Όσοι είχαν τις αμφιβολίες τους, γνωρίζουν πια ότι μόνο με τον Τσίπρα μπορούν. Ασφαλώς έχει αποκτήσει πολλούς ορκισμένους εχθρούς στην κοινωνία – αρκεί να ρίξει ο οποιοσδήποτε μια ματιά στον περίγυρό του για να το συμπεράνει. Η κάλπη έδειξε όμως ότι εξακολουθεί να έχει μιλούνια ορκισμένους φίλους.
Το απολύτως ασφαλές συμπέρασμα των χθεσινών εκλογών είναι ότι ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα κυβερνήσει για τα επόμενα τέσσερα χρόνια τη χώρα. Εξίσου ασφαλές όμως είναι ότι το rivalry με τον Αλέξη Τσίπρα θα συνεχιστεί επί σειρά ετών, καθώς ο απερχόμενος πρωθυπουργός απεργάζεται ήδη στο κεφάλι του το σχέδιο που θα τον καταστήσει ξανά υποψήφιο ένοικο του Μεγάρου Μαξίμου. Το είπε άλλωστε χωρίς περιστροφές στην πρώτη μετεκλογική δήλωση του: «Θα δουλέψουμε σκληρά και με πείσμα το επόμενο διάστημα, ώστε η νίκη της ΝΔ να αποδειχθεί πρόσκαιρη»!
Το σχέδιο αυτό δεν μπορεί βέβαια να είναι άλλο από την αφαίμαξη μέρους του ΚΙΝΑΛ και τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα καθαρά κεντροαριστερό σχηματισμό, που ως άλλο ΠΑΣΟΚ θα τροφοδοτήσει ακόμα περισσότερο το αδηφάγο στην Ελλάδα θηρίο του διπολισμού.
«Θα δώσω όλες μου τις δυνάμεις, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ και η Προοδευτική Συμμαχία να μετασχηματιστούν σε μια μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη», δεν άφησε πολλά περιθώρια για παρερμηνείες ο Τσίπρας, με το βλέμμα στο σχεδιασμό για διεξαγωγή συνεδρίου το Φθινόπωρο. Εκεί, αν τελικά επιλεχθεί αυτή η μέθοδος, είναι σχεδόν βέβαιο ότι το ΚΙΝΑΛ – ή καλύτερα μάλλον τα στελέχη του – θα δεχτούν επίθεση… αγάπης.
Όσοι ήλπιζαν ότι το τρίτο μνημόνιο ξόδεψε το πολιτικό κεφάλαιο του Τσίπρα διαψεύστηκαν παταγωδώς. Στα 45 χρόνια του ο επί μία 11ετία ήδη επικεφαλής του ΣΥΡΙΖΑ παραμένει στο δικό του πολιτικό χώρο πανίσχυρος. Αν αυτό είναι συμφέρον ή όχι για τους Έλληνες είναι μια τελείως διαφορετική κουβέντα. Η οποία, αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι μαζί του, δεν θα κλείσει όσο θα παραμένουν ανοιχτοί οι λογαριασμοί του με την Ιστορία.