«Άσε μας μωρέ με τον κατσικοπόδαρο τον Μητσοτάκη»

Ρέπουμε διαρκώς προς το κακό χιούμορ.

Δεν μπορεί κανείς να ξαφνιαστεί ή να παραξενευτεί που το επίπεδο του πολιτικού διαλόγου στους πολίτες είναι τόσο χαμηλό. Τα ίδια τα κόμματα, εξουσίας κυρίως, μας τράβηξαν σε αυτόν τον βούρκο.

Ούτε κανείς μπορεί να ξαφνιαστεί που σπεύδουμε να υιοθετήσουμε απευθείας το κακό χιούμορ. Γιατί μόνο τέτοιο είναι πια το όποιο χιούμορ σχετικά με το πόσο γουρλής είναι ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Θα το δεις ούτως ή άλλως και στα ίδια τα μέσα. Θα το δεις κατά κόρον στα αθλητικά σάιτ, θα το δεις όμως και στα λεγόμενα πολιτικά που ψάχνουν κάπως να γεμίσουν την κατηγορία Παραπολιτικά και πάνε στην εύκολη λύση.

Σε μια άπειρη αφθονία, κι ας συγχωρεθεί το αδόκιμο του όρου, θα βρεθεί το κάκιστο χιούμορ στα social media. Είχε την πλάκα του όταν οι ΑΜΑΝ σατίριζαν για την τύχη που δε φέρνει τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Αυτό ήταν το 2000. Από τότε έχουν περάσει 19 χρόνια και ακόμα θεωρούμε ότι είναι πολύ αστείο να αναφερόμαστε στον Κυριάκη Μητσοτάκη πλέον ως γκαντέμη.

Πέρα από την έλλειψη χιούμορ, αισθητικής και κατ΄επέκταση κρίσης, όλο αυτό δείχνει και μια ανικανότητα της κοινωνίας να σταθεί στον πολιτικό λόγο και να εκφέρει επιχειρήματα. Κι αυτό δε συμβαίνει μόνο σε αυτή την περίπτωση του πρωθυπουργού. Συμβαίνει με όλους και όλα τα τελευταία χρόνια. Είτε με αρνητισμό είτε με θετικό τρόπο.

Για παράδειγμα πολλοί αποθέωναν τον Πολάκη γιατί ήταν ντρόμπρος υπουργός. Δεν υπήρχε πολιτική βάση στην υποστήριξη. Μόνο επίκληση σε ένα προσωπικό του χαρακτηριστικό, το οποίο δεν απαντούσε στην πολιτική του δράση με άμεσο τρόπο.

Το πράγμα με τον Κυριάκο Μητσοτάκη έπεσε και απανωτό τις τελευταίες μέρες μετά τον σεισμό στην Αθήνα και τον σεισμό στην Κάρπαθο, την οποία είχε επισκεφθεί.

Κάπως έτσι αρχίζει να διαμορφώνεται μια συνείδηση σε στρώματα της κοινωνίας που δεν έχουν τη διάθεση ή μια σειρά από άλλα στοιχεία ζωής για να μάθουν τις πράξεις του Μητσοτάκη και του κάθε Μητσοτάκη ως πολιτικού.

Αυτό που γράφει ο τίτλος θα μπορούσε να είναι κάλλιστα η πρώτη φράση επιχειρηματολογίας κατά του πρωθυπουργού σε μια οποιαδήποτε κουβέντα σε καφενείο στο χωριό ή ακόμα και σε καφέ στην πόλη. Γιατί αυτό αποτελεί την προσλαμβάνουσα του καθενός και το μυαλό πάει αυτόματα σε αυτό.

Κι είναι ξεκάθαρα προβληματικό που δεν υπάρχει μια πολιτική αναγωγή για να ανατρέξει η σκέψη. Το ότι δεν υπάρχει εκεί έχει δύο αναγνώσεις. Είτε υπάρχει και το μυαλό την αγνοεί και δεν την εισήγαγε ποτέ στη μνήμη του είτε δεν υπάρχει γενικά. Με την κατρακύλα της ελληνικής πολιτικής σκηνής σε αυτή τη δεκαετία, δεν είναι παράλογο να υποθέσουμε περισσότερο το δεύτερο παρά το πρώτο.

Πλαισιωμένοι από τοποθετήσεις τέτοιας χαμηλής ποιότητας φτάσαμε στο σημείο να θεωρούμε το 2015 τον Τσίπρα και τον ΣΥΡΙΖΑ σωτήρες και αληθείς στα παχιά τους λόγια. Έτσι φτάσαμε πριν ένα μήνα περίπου να δίνουμε ως λαός αυτοδυναμία σε ένα κόμμα που έκανε τη μεγαλύτερη ζημιά στη χώρα με το επιχείρημα ότι δεν έχουμε δει ξανά στην εξουσία τον ηγέτη του.

Και με αυτή τη σαθρή επιχειρηματολογία θα πορευόμαστε γιατί κανένα από τα κόμματα δεν πάτησε συλλογικά ούτε προέτρεπε τους εκπροσώπους του να σταθούν σε πολιτικές θέσεις. Φάνηκε έντονα στις Ευρωεκλογές, φάνηκε και στις βουλευτικές.

Οπότε, δίχως το κακό χιούμορ, ο Έλληνας μοιάζει να είναι ένα πολιτικό ον χωρίς τίποτα ουσιώδες σε επίπεδο πολιτικό. Άρα είναι απλά ένα ον που ιδιωτεύει κατά την αρχαία έννοια!