Κύριε Μπακογιάννη θα μας λύσετε μια απορία;

Η δήλωση ότι είχε πλήρη άγνοια των προθέσεων της διοίκησης της «Αττικό Μετρό» είναι δεδομένα ελεγχόμενη

Το θέμα της μετονομασίας οδών, πλατειών κλπ αποτελούσε πάντα μια δύσκολη υπόθεση για τους Έλληνες που –στην πλειοψηφία τους- συνειδητά αρνούνται στην καθημερινότητά τους να «συμμορφωθούν» και να χρησιμοποιήσουν τα νέα ονόματα.

Έτσι, πεισματικά, συνεχίζουμε να λέμε την Πατησίων… Πατησίων (και όχι 28ης Οκτωβρίου, όπως μετονομάστηκε εδώ και κάτι χρόνια) και αν πεις σε ταξιτζή πως πηγαίνεις στην Ελευθερίου Βενιζέλου στην Καλλιθέα, είναι βέβαιο πως θα σε κοιτάξει σαν να είσαι εξωγήινος και –φυσικά- θα σε πάει ακριβώς εκεί που θέλεις, δηλαδή στην Θησέως.

Πιθανότατα το ίδιο θα συνέβαινε και με τον Ευαγγελισμό. Για τους Αθηναίους η συγκεκριμένη στάση θα έμενε συνυφασμένη με το παρακείμενο νοσοκομείο και πολύ δύσκολα, τουλάχιστον για μερικές γενιές ακόμα, κάποιος θα την αποκαλούσε με άλλο όνομα. Είτε αυτό ήταν το Παύλος Μπακογιάννης, είτε οποιοδήποτε άλλο.

Βέβαια, η Πολιτεία αλλά και οι διάφοροι φορείς που εμπλέκονται σε κάτι τέτοιο, όπως ισχύει στην περίπτωση μας με το Αττικό Μετρό, δεν λαμβάνουν υπόψη τους την ενδεχόμενη συμπεριφορά της κοινής γνώμης όταν καταλήγουν σε τέτοιου τύπου «βαφτίσια», τα οποία πάντοτε γίνονται με γνώμονα την έμπρακτη αναγνώριση της προσφοράς εκείνου που τιμάται από μια τέτοια κίνηση.

Η καταγραφή των έργων, των ημερών αλλά και του βίαιου θανάτου του Παύλου Μπακογιάννη, τον κατατάσσει αναμφίβολα μεταξύ εκείνων που ανήκουν στην παραπάνω κατηγορία. Και με ελάχιστες εξαιρέσεις, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δεν θα αντιδρούσε, άσχετα με το αν τελικά θα χρησιμοποιούσε στην μετονομασία. Και είναι πραγματικά περίεργο πώς ένας άνθρωπος που έχει συνδεθεί με την διαδικασία της εθνικής συμφιλίωσης έγινε αντικείμενο διαμάχης -και μάλιστα δημόσιας- με αφορμή έναν σταθμό του μετρό.

Με την υπόθεση να «σέρνεται» εδώ και μερικές μέρες κι έχοντας ακούσει κάθε εμπλεκόμενο μέρος, δεν μπορείς παρά να βάλεις στο κάδρο και τον σημερινό δήμαρχο Αθηναίων, Κώστα Μπακογιάννη.

Η δήλωση της οικογένειας ότι είχε πλήρη άγνοια των προθέσεων της διοίκησης της «Αττικό Μετρό» είναι δεδομένα ελεγχόμενη. Γιατί όπως υποστήριξε και από την πλευρά του ο κ. Ταχιάος, είναι δύσκολο να πιστέψεις πως ένας άνθρωπος που στηρίχθηκε από την σημερινή κυβέρνηση στις δημοτικές εκλογές πριν μερικούς μήνες, κατέβηκε από την Θεσσαλονίκη και ανέλαβε την προεδρία της εταιρείας έχοντας ψηλά στην ατζέντα του το πώς θα μετονομαστεί ο Ευαγγελισμός ή ότι αυτενέργησε δίχως να ενημερώσει κανέναν ή να μπει σε συζητήσεις πριν τα θέμα βγει στη δημοσιότητα.

Ο Κώστας Μπακογιάννης κατάφερε με την ως τώρα πορεία του κάτι πραγματικά σπάνιο. Να αξιοποιήσει το ιστορικό βάρος του επωνύμου του, αλλά και του οικογενειακού περιβάλλοντος, δίχως να κουβαλά τις «αμαρτίες» που αυτά έχουν. Και το πέτυχε επειδή προς τα έξω δεν έβγαλε ποτέ την αίσθηση του «κληρονόμου» ή του απλού διαχειριστή της «γραμμής αίματος». Οι πιθανότητες λένε πως η ζωή και η πορεία του θα ήταν διαφορετική εάν δεν λεγόταν Μπακογιάννης ή αν δεν ήταν ακόμα ένας Μητσοτάκης, αλλά από την άλλη η ίδια η ζωή είναι γεμάτη από παραδείγματα ανθρώπων που δεν κομίζουν στην πολιτική τίποτα παραπάνω και λογίζονται ως απλοί συνεχιστές ενός ονόματος.

Ο σημερινός δήμαρχος Αθηναίων κατόρθωσε να πείσει ότι έχει κάτι δικό του. Μια προσωπική πρόταση διακυβέρνησης, που στηρίζεται στον σεβασμό, τους χαμηλούς τόνους, την σύνθεση, τις φρέσκες ιδέες και μια απόπειρα άμβλυνσης των παθών στηριζόμενη στη διάθεση συνεργασίας. Δίχως αφορισμούς και χωρίς πολλές από τις διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος, οι οποίες έτσι κι αλλιώς έχουν ξεθωριάσει και ζουν κυρίως μέσα σε παρωχημένα μυαλά εκείνων που κερδίζουν από την όξυνση, τις φωνές , τους άνευ λόγου λεονταρισμούς και τις κενές λογικής κραυγές.

Ο φέρων (όπως υποστηρίζει και πιθανότατα είναι) ενός τέτοιου ήθους, που ευαγγελίζεται το διαφορετικό, δεν θα έπρεπε να έχει μπλέξει σε συζητήσεις για τον Ευαγγελισμό. Τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που φανέρωσε αμηχανία μπροστά στις εξελίξεις και φανερώνει μια όχι και τόσο ειλικρινή θέση.

Και είναι απορίας άξιον πώς και γιατί ο Κώστας Μπακογιάννης δεν τελείωσε τη συζήτηση με ένα απλό: «Ναι η συζήτηση για τη μετονομασία έγινε με δική μας πρωτοβουλία, ήταν λάθος, πάμε παρακάτω».

Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς το «δεν είδα, δεν άκουσα, δεν γνώριζα», στο οποίο κινήθηκε η θέση της οικογένειας. Μιας οικογένειας (του Μπακογιάννη, όχι του Μητσοτάκη) της οποίας αυτός είναι ο εκπρόσωπος στα μάτια του κόσμου που αισθάνεται ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν του είπε την ακριβή αλήθεια.