Φαινόμενο «Πλεύση Ελεθερίας»: Γιατί η Ζωή Κωνσταντοπούλου έγινε ξανά επίκαιρη;

Οκτώ χρόνια μετά το ναυάγιο της ΛΑΕ, το πάλαι ποτέ πρωτοκλασάτο στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ ετοιμάζεται για την μεγάλη κοινοβουλευτική επιστροφή.

Έγινε ένα από τα κεντρικά πολιτικά πρόσωπα των ημερών τις τελευταίες μέρες. Η απόφασή της να τοποθετήσει πρόσωπα της δικής της εμπιστοσύνης στις εξέχουσες θέσεις των ψηφοδελτίων του κόμματός της για τις προσεχείς τις εκλογές αγνοώντας τα αποτελέσματα των εκλογών του Μαΐου αντιμετωπίστηκε με έντονη κριτική από μπόλικο κόσμο, ενώ οι καρδούλες που σχημάτισε με τα χέρια της σε προεκλογική της ομιλία έγιναν viral στο διαδίκτυο. Σε κάθε περίπτωση, η Ζωή Κωνσταντοπούλου μόνο αδιάφορη δεν περνάει τελευταία. Το αντίθετο: φαίνεται πως οι βλέψεις του κόμματός της για είσοδο στη Βουλή είναι κάτι παραπάνω από εύλογες.

Ελάχιστοι θα πίστευαν αυτή την εξέλιξη τον Σεπτέμβρη του 2015. Τότε, Κωνσταντοπούλου και Λαφαζάνης, έχοντας μόλις αποχωρήσει από τον ΣΥΡΙΖΑ με καταγγελίες περί μνημονιακής μετάλλαξης, επιχειρούσαν με την ΛΑΕ να εκφράσουν την εξ΄αριστερών δυσαρέσκεια για τις αποφάσεις του Αλέξη Τσίπρα μετά το ιστορικό δημοψήφισμα εκείνων των ημερών. Το σχέδιο υπήρξε όχι απλά αποτυχημένο αλλά -όπως φάνηκε περίτρανα από τα εκλογικά αποτελέσματα εκείνου του Σεπτέμβρη- και αφελές: η δυσαρέσκεια της Κωνσταντοπούλου και του Λαφαζάνη για την αλλαγή πλεύσης του τότε ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ιδιαίτερη πέραση και η ΛΑΕ δεν κατάφερε να πάρει το απαιτούμενο 3%.

Ήταν μια απότομη πτώση για την Ζωή Κωνσταντοπούλου, που το εξάμηνο που είχε προηγηθεί της εκλογικής αποτυχίας της ΛΑΕ είχε μετουσιωθεί σε ένα από τα πιο πρωτοκλασάτα κοινοβουλευτικά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, υπογράφοντας με την παρουσία της ιστορικές μονομαχίες στα κανάλια και συσπειρώνοντας γύρω της ένα πολύ μαζικό φιλικό ρεύμα και απέναντί της ορκισμένους εχθρούς. Όσοι θυμούνται εκείνες τις μέρες γνωρίζουν πως αν η «Πλεύση Ελευθερίας» μπει στη Βουλή, μόνο μια αδιάφορη παρουσία δεν θα είναι η αρχηγός της.

Τι είναι αυτό ωστόσο που κάνει εκ νέου επίκαιρη την φωνή της Κωνσταντοπούλου; Πως κατάφερε να διανύσει τον χαμένο δρόμο των οκτώ προηγούμενων χρόνων; Είναι προφανές πως βασικό ρόλο για αυτή την εξέλιξη έχει παίξει η σταθερή παρουσία της στα ΜΜΕ: αν και εκτός Βουλής, αν και με προφίλ πολιτικού που βρίσκεται σε ανοιχτή κόντρα με τα πρωτοκλασσάτα δημοσιογραφικά ονόματα, η Κωνσταντοπούλου ποτέ δεν έλειψε για τα καλά από τις τηλεοπτικές συζητήσεις. Η φωνή της ήταν πάντα παρούσα στο δημόσιο διάλογο που εν πολλοίς καθορίζεται από τα ΜΜΕ και το ερώτημα ήταν το αν και το πότε θα βρει μαζικό ακροατήριο που να πείθεται πως η παρούσια της είναι επίκαιρη.

Σε όλη αυτή την «διαδρομή» η Κωνσταντοπούλου έκανε κινήσεις που έμοιαζαν θεωρητικά να βρίσκονται σε πλήρη αντίθεση με την «σταθερότητα στα αριστερά ιδεώδη» που υποτίθεται πως την οδήγησαν σε ρήξη με τον ΣΥΡΙΖΑ. Η λέξη – κλειδί εδώ είναι το «υποτίθεται». Διότι στην πραγματικότητα, παρά το γεγονός ότι η Κωνσταντοπούλου συνέχισε όλα αυτά τα χρόνια να εκλαμβάνεται ως μια πολιτικός της Αριστεράς και να καταγράφεται στον συγκεκριμένο χώρο, η φυγή της από τον ΣΥΡΙΖΑ είχε ως αποκλειστικό επίδικο την εναντίωση στις μνημονιακές πολιτικές, χαρακτηριστικό που δεν υπήρξε ποτέ περιοριστικά αριστερό. Με άλλα λόγια, μπορεί η Κωνσταντοπούλου να μιλάει και να ακούς μια δεξιά πολιτικό αλλά είναι μόνο το παρελθοντικό προφίλ της που μοιάζει να έρχεται σε αντίθεση με αυτή την πραγματικότητα, όχι κάποια επί της ουσίας αντίθεση.

Η Κωνσταντοπούλου έκανε άνοιγμα στην κοινωνική δυσαρέσκεια αναφορικά με την Μακεδονία, επιδίωξε διάλογο με οργανώσεις στρατιωτικών κάνοντας σημαία της το «καλό της πατρίδας», πορεύτηκε εν γένει μιλώντας στο ακροατήριο της δεξιάς και μάλιστα, στο πιο σκληροπυρηνικό της κομμάτι. Και όλα αυτά τα «έντυσε» με μια ρητορική υπέρασπισης της έννοιας των θεσμών που «δεν λειτουργούν», που «είναι απαξιωμένοι». Φυσικά, η ίδια θα αρνούταν την κατηγορία περί δεξιάς στροφής, όχι ωστόσο στο όνομα κάποιας αφοσίωσης στην Αριστερά.

Οι πρόσφατες δηλώσεις της αναφορικά με το πως αυτοπροσδιορίζεται πολιτικά η «Πλεύση Ελευθερίας» είναι ενδεικτικές: «Ούτε Δεξιά αλλά ούτε και Αριστερά, αυτά είναι διαχωρισμοί του παρελθόντος». Η πάλαι ποτέ πρόεδρος της Βουλής, αν και συγκέντρωσε πλήθος αρνητικών κριτικών για το πως είχε επιτελέσει εκείνον τον ρόλο και δεν ήταν λίγοι εκείνοι που της είχαν καταλογίσει κατάχρηση της θεσμικής της ιδιότητας, προκρίνει πλέον ως βασικό στοιχείο «αλλαγής» την πίστη στους θεσμούς, την ανάστασή τους και την ίδια ως εγγυήτρια αυτή της προσπάθειας. Οι διαχωρισμοί δεξιών και αριστερών είναι άλλων εποχών, μας λέει, το ζήτημα είναι να τελειώνει η απαξίωση των θεσμών.

Η Κωνσταντοπούλου ξεδιπλώνει το πολιτικό της σκεπτικό μέσω ενός πολύ συγκεκριμένου σχήματος. Πρώτα υπερασπίζεται τους «θεσμούς». Στη συνέχεια, ταυτίζει την απαξίωσή τους με το «κακό της πατρίδας» και άρα την κάθαρσή τους με το «καλό της πατρίδας». Και εν συνεχεία, στερεί από την έννοια της «πατρίδας» κάθε «παραδοσιακό» («ξεπερασμένο» σύμφωνα με την ίδια) πολιτικό περιεχόμενο, την παρουσιάζει ως μια έννοια πέρα από πολιτικές αντιλήψεις. Φυσικά, ακόμα και αυτός ο ισχυρισμός, ότι δηλαδή ο πατριωτισμός δεν είναι πολιτική θέση, είναι στην πραγματικότητα μια… συγκεκριμένη πολιτική θέση (και όχι αριστερή…).

Η άνοδος της Κωνσταντοπούλου είναι αποτέλεσμα μιας άνευ προηγουμένου δεξιάς στροφής της κοινωνίας και ταυτόχρονα ένας πόλος συγκέντρωσης ετερόκλιτων αντιλήψεων. Παίρνει μαζί της δεξιούς ανθρώπους (που πάνω από όλα είναι πατριώτες και δεν τους αρέσουν αυτοί οι αυτοπροσδιορισμοί), υποδέχεται τις τύψεις ανθρώπων που συντηρητικοποιήθηκαν μεν αλλά ντρέπονται συνταχθούν για τα καλά με την παραδοσιακή δεξιά (το «ούτε αριστερά ούτε δεξιά» μοιάζει με ιδανικό άλλοθι) και προφανώς έχει και έναν δικό της μηχανισμό που εν πολλοίς περνάει μέσα από τους νομικούς κύκλους στους οποίους βρίσκεται τόσα χρόνια: το μείγμα μπορεί να την στείλει στη Βουλή. Το παράδοξο είναι πως θα διαφωνούν μεταξύ τους ένα σωρό απόψεις (και μαζί με αυτές και η δική της) για το αν η παρουσία της θα αποτελεί αριστερό ή δεξιό αντίβαρο στις κυβερνητικές πολιτικές. Στο τέλος της ημέρας βέβαια, καμία «ανάσταση» των (υποτίθεται) «νεκρών» θεσμών δεν μπορεί να την απαλλάξει από αυτή την κριτική.