Η ανάδειξη του Στέφανου Κασσελάκη στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είναι μια στιγμή τόσο πρωτόγνωρη που πολλοί είναι εκείνοι που τσιμπιούνται για να διαπιστώσουν αν είναι όντως αληθινή.
Ποιος θα το περίμενε, άλλωστε, πως η φυγή του Αλέξη Τσίπρα θα δημιουργούσε ένα τόσο μεγάλο κενό που στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ- που έχουν παραδοσιακά υπηρετήσει το κόμμα- θα αδυνατούσαν να το καλύψουν, ακόμα και απέναντι σε κάποιον που ήρθε κυριολεκτικά από το πουθενά.
Η εποχή Κασσελάκη στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανοίγει πολλές συζητήσεις. Τα ερωτηματικά είναι αρκετά και κομβικής σημασίας: Θα μείνει ενωμένος ο ΣΥΡΙΖΑ ή θα διασπαστεί; Θα επιχειρήσει προσέγγιση με το ΠΑΣΟΚ ή θα δώσει την μάχη αυτόνομος; Και κυρίως: είναι δυνατόν ο Κασσελάκης με την μηδαμινή πολιτική εμπειρεία να καταφέρει να αμφισβητήσει την υπεροχή του Μητσοτάκη, ο οποίος στις δύο τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις έχει δείξει πως ελέγχει την πολιτική σκηνή της χώρας χωρίς ιδιαίτερο πρόβλημα; Είναι δυνατόν ένας τόσο άπειρος πολιτικός να καταφέρει αυτό που δεν κατάφεραν άλλοι και άλλοι, με πρώτο και βασικότερο τον πρώην πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα;
Το «πρόβλημα» αναφορικά με αυτό το ερώτημα δεν έχει να κάνει μόνο με την εμπειρία του Κασσελάκη. Πολλοί πολιτικοί άλλωστε έχουν υπάρξει άπειροι και στάθηκαν στο ύψος τους σε αυτό που τους ανατέθηκε. Το «πρόβλημα» εδώ είναι ότι ο Κασσελάκης απέχει πάρα πολύ ακόμα και από το να το να χαρακτηριστεί πολιτικός. Εκ των πράγματων γίνεται τώρα που αναλαμβάνει τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά το προφίλ του και το παρελθόν του μόνο πολιτικό δεν θυμίζουν.
Έχει λοιπόν ο Κασσελάκης καμία τύχη απέναντι στον Μητσοτάκη; Ή μόλις σβήσουν τα φώτα από τις εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ και ο νέος πρόεδρός του κληθεί να αντιπαρατεθεί με έμπειρους βουλευτές θα φανεί η άβολη αλήθεια;
Στις εσωκομματικές εκλογές του ΣΥΡΙΖΑ απέφυγε το debate και γλύτωσε την σύγκριση (ακολουθώντας περίπου το παράδειγμα του Μητσοτάκη, που πεισματικά αρνιόταν για δυο σερί εκλογές ένα debate με τον Τσίπρα). Τώρα μπορεί να το πετύχει ως αρχηγός κόμματος πλέον;
Κι όμως, με μια δεύτερη σκέψη, ναι, μπορεί. Για την ακρίβεια, αυτό είναι το μεγάλο πλεονέκτημά του απέναντι στον Μητσοτάκη.
Αν και αρχηγός κόμματος, ο Κασσελάκης δεν είναι στη Βουλή. Είναι ένας εξωκοινοβουλευτικός αρχηγός. Αυτό σημαίνει πως για τα επόμενα τέσσερα χρόνια δεν θα βρεθεί σε ούτε μια κοινοβουλευτική αντιπαράθεση με τον Μητσοτάκη, συνθήκη που ίσως να τον έφθειρε.
Αντίθετα, θα έχει την δυνατότητα να συνεχίσει να στήνει το προφίλ του που τον έκανε τόσο ελκυστικό στους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και φυσικά θα έχει όλο το περιθώριο να καλύψει τα πολιτικά του κενά σε συνθήκες ηρεμίας, βελτιώνοντας πλείστους τομείς του «παιχνιδιού» του.
Την ίδια στιγμή που η Νέα Δημοκρατία θα έχει να αντιμετωπίζει τις παθογένειες του κρατικού μηχανισμού που την εκθέτουν διαρκώς, όπως η ακρίβεια, οι πυρκαγιές, όλα τα δεινά που φέρνει η κλιματική αλλαγή και ένα σωρό άλλα.
Στον αντίποδα, ένας άφθαρτος πολιτικός αρχηγός, που όχι απλά δεν έχει κυβερνήσει αλλά δεν έχει καν πολιτευτεί, θα κάνει πολιτική περιοδεύοντας την Ελλάδα και στέλνοντας ελπίδα.
Τελικά, το φαινομενικό μειονέκτημα του Κασσελάκη, δηλαδή η απουσία του από την Βουλή, ίσως αποδειχθεί εν τέλει το μεγάλο του προβάδισμα…