Γίνεται μια κυβέρνηση που μόλις πριν μερικούς μήνες έχει καταφέρει σε δυο διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις να κάνει μια πρωτοφανή επίδειξη εκλογικής δύναμης και απολαμβάνει μια απόσταση 20 μονάδων από την αξιωματική αντιπολίτευση να βιώνει μια κρίση τόσο έντονη που θα έλεγε κανείς πως την κάνει να βρίσκεται στα σκοινιά;
Η περίοδος για την Νέα Δημοκρατία μοιάζει παράδοξη αλλά είναι αληθινη: αν και το 40% που την έκανε κυβέρνηση μόλις το προηγούμενο καλοκαίρι είναι ανέφικτο να «γυρίσει» μέσα σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα, η ηρεμία στο εσωτερικό της μοιάζει να αγνοείται και πολύ δύσκολα θα την «απολαύσει» σύντομα ξανά.
Οι εξελίξεις στο μέτωπο της τραγωδίας των Τεμπών είναι τόσο σοβαρές και μεγάλες που παρά την εικόνα εσωτερικής συνοχής και ενότητας που «έβγαλε» επικοινωνιακά το κυβερνών κόμμα στις τελευταίες κοινοβουλευτικές διαδικασίες, εκεί όπου συζητήθηκε η πρόταση μομφής που έγινε εναντίον του, η πραγματικότητα μετουσιώνει σε ανώφελη κάθε επικοινωνιακή διαχείριση.
Είναι προφανώς λογικό: το δυστύχημα των Τεμπών αποτελεί μια βαθιά και ανοιχτή πληγή που για χρόνια θα βασανίζει τη συλλογική συνείδηση της ελληνικής κοινωνίας. Είναι ήδη έκπληξη το γεγονός ότι δεν στάθηκε η αιτία να καταρρίψει την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, θα ήταν σενάριο επιστημονικής φαντασίας να ξεχαστεί εντελώς και να αντιμετωπιστεί ως ένα «κοινό» σκάνδαλο σαν αυτό των υποκλοπών με ημερομηνία λήξης. Αν το 40% διαμόρφωσε μια τέτοια αυταπάτη στα στελέχη της Νέας Δημοκρατίας προφανώς κάτι κατάλαβαν λάθος.
Το να βγαίνουν δημοσίως το ένα μετά το άλλο πρωτοκλασσάτα στελέχη της κυβερνητικής πλειοψηφίας και να «αδειάζουν» δίχως «ναι μεν αλλά…» τον Καραμανλή, που αντικειμενικά έχει συνδέσει το όνομά του με την τραγωδία των Τεμπών, είναι ενδεικτικό της κρίσης μεγατόνων που βιώνει η Νέα Δημοκρατία και ταυτόχρονα της απόστασης που υπάρχει ανάμεσα στην πραγματικότητα και την κατάσταση ενότητας και ομοψυχίας που θέλει να ισχυρίζεται πως διακατέχει αυτή τη στιγμή το κόμμα o αρχηγός του.
Η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας άλλωστε φαίνεται πως δεν «ζύγισε» καθόλου σοφά την κατάσταση με τον Καραμανλή: όσο «εντός πλαισίου» είναι να επικαλείται κανείς την έλλειψη ποινικής ευθύνης (προφανώς μέχρι -και αν…- αποδειχθεί το αντίθετο) άλλο τόσο ενδεικτικό μιας ενοχλητικής υπεροψίας είναι να αρνείται κανείς πως υπάρχει ξεκάθαρη πολιτική ευθύνη. Και το γεγονός ότι ένα χρόνο μετά τα Τέμπη ο Καραμανλής συνεχίζει να απολαμβάνει βουλευτικά προνόμια συνιστά ακριβώς αυτό: άρνηση κάθε πολιτικής ευθύνης. Δύσκολα μπορεί να περιφρουρηθεί η κυβερνητική συνοχή μπροστά σε τέτοιες συμπεριφορές.
Αν υπάρχει άλλωστε ένα χαρακτηριστικό που διαμορφώνει την εκλογική παντοδυναμία της Νέας Δημοκρατίας είναι το γεγονός ότι καταφέρνει να ενσωματώσει στο εσωτερικό της αντιθετικές τάσεις και μάλιστα, χωρίς αυτό να γίνεται εκκωφαντικά έκδηλο (κάτι που δεν κατάφερε ποτέ ο ΣΥΡΙΖΑ με τις δικές του αντιθετικές τάσεις). Αυτό το χαρακτηριστικό ωστόσο μπορεί να λειτουργήσει και αντίστροφα και σε πολλές κρίσιμες στιγμές η πολιτική αντιπαράθεση να γίνεται εντός των κυβερνητικών τοιχών: το είδαμε άλλωστε και στο ζήτημα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών, εκεί που μια συντηρητική και μια πιο φιλελεύθερη τάση της κυβέρνησης «διαξιφίστηκαν» έντονα.
Δεν πρέπει να προκαλεί λοιπόν μεγάλη έκπληξη το ότι τμήμα της πολύ έντονης αντιπολίτευσης που δέχεται ετούτη τη στιγμή η κυβέρνηση αναφορικά με τον χειρισμό της ως προς το ζήτημα των Τεμπών, έρχεται από τα μέσα.
Με τέτοια ποσοστά βέβαια, όπως θα λέγαμε και στο ποδόσφαιρο, η Νέα Δημοκρατία έχει περισσότερο να φοβηθεί τον «κακό της εαυτό» και όχι τους αντιπάλους της. Αυτή η συνθήκη ωστόσο μπορεί να κάνει όσους θέλουν μια Ελλάδα με κυβέρνηση την Νέα Δημοκρατία να κοιμούνται ήσυχοι. Όμως προσοχή: υπάρχουν και εκείνοι που την φράση «κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας» δεν την ταυτίζουν με την φράση «κυβέρνηση Μητσοτάκη».
Ο πόλεμος περί «μονταζιέρας» για τα Τέμπη άλλωστε μάλλον από μια τέτοια πτέρυγα ξεκίνησε…