Ο αντάρτης που έγινε ο πιο φτωχός (και λατρεμένος) πρόεδρος στον κόσμο

Όπως τον αποκαλεί και ο Κουστουρίτσα στο ντοκιμαντέρ του, ο Χοσέ Μουχίκα, ο θρυλικός «Pepe» των Τουπαμάρος, είναι ο «Τελευταίος Ήρωας».

Οι περισσότερες -αν όχι όλες- αναφορές για αριστερούς ηγέτες των χωρών της Νοτίου Αμερικής, εκεί που το «είδος» ευδοκιμεί ακόμη σε πείσμα των καιρών, εξαντλούνται σε αναφορές με μειωτικούς χαρακτηρισμούς σε προέδρους που στην πορεία τους είτε διαβρώθηκαν από το σύστημα, έγιναν ένα με αυτό και κατηγορήθηκαν για σκάνδαλα ή για περιορισμό των δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών.

Από τέτοιου τύπου συζητήσεις σχεδόν πάντα απουσιάζει το όνομα του Χοσέ Μουχίκα. Ο επονομαζόμενος «πιο φτωχός πρόεδρος στον κόσμο» και «τελευταίος ήρωας της πολιτικής», που οδήγησε την Ουρουγουάη σε μεταρρυθμίσεις που την άφησαν ως κράτος σε βελτιωμένη κατάσταση από εκείνη που την βρήκε και σίγουρα καλύτερη συγκρινόμενη με τους πολύ μεγαλύτερους και οικονομικά ισχυρότερους γείτονές της.

El Pepe

Οι παλιοί συναγωνιστές του Μουχίκα, την εποχή του αντάρτικου με τους Τουπαμάρος, τον αποκαλούν Pepe. Οι πρώην σύντροφοί του τα 13 χρόνια που πέρασε στη φυλακή όπου τον έριξε το στρατιωτικό καθεστώς της Ουρουγουάης σε τέσσερις περιπτώσεις, επίσης. Το ίδιο, όμως, στο πέρασμα των καιρών και όλοι όσοι τον γνώρισαν. Ακόμη κι εκείνοι που τον έμαθαν πολύ αργότερα, πρώτα ως πολιτικό, στη συνέχεια ως υπουργό και τέλος ως πρόεδρο της χώρας.

Και το κάνουν επειδή αυτός εδώ ο «φτωχοδιάολος» της Λατινικής Αμερικής μπόρεσε με τα λόγια, αλλά κυρίως με τις πράξεις του, να εξαφανίσει την απόσταση που χωρίζει τον απλό, κοινό πολίτη από τα κέντρα εξουσίας. Στο πρόσωπό του ο καθένας ένιωθε ότι αντίκριζε ακόμη έναν αγρότη που μοχθεί για να κάνει τη γη του εύφορη ή άλλον έναν «πολεμιστή» και συνειδητοποιούσε πως η αληθινή σχέση του λαού με την πολιτική είναι αυτή στην οποία κυρίαρχη είναι η οικειότητα και οι κοινοί στόχοι.

Τα έδωσε όλα

Λένε πως αν θες να καταλάβεις τον πραγματικό πρόσωπο που κρύβει μέσα του ο καθένας θα πρέπει να του δώσεις να διαχειριστεί χρήμα κι εξουσία. Ως πρόεδρος της Ουρουγουάης από το 2010 ως το 2015 ο Μουχίκα είδε μεγάλες δόσεις και από τα δύο να περνούν στα χέρια του. Αλλά επέλεξε να μην μείνουν σε αυτά, αποδεικνύοντας ότι η μετάλαξη της προσωπικότητας δεν είναι ένα θέμα που εξαρτάται από εξωγενείς παράγοντες, αλλά από τον ίδιο τον άνθρωπο που περνά με καλό βαθμό ή όχι αυτό το τεστ χαρακτήρα.

Την ημέρα που ορκίστηκε πίστη στο Σύνταγμα της χώρας και ανέλαβε τις τύχες της, γνώριζε πως ο μισθός αυτής της νέας θέσης του θα έφτανε σχεδόν στις 10.000 ευρώ τον μήνα. Αποφάσισε πως το ένα δέκατο από αυτά ήταν αρκετό για να συντηρήσει τον εαυτό του και την σύζυγό του, Λουσία Τοπολάνσκι, με την οποία συνέδεσαν τις ζωές τους από τότε που γνωρίστηκαν στο αντάρτικο κίνημα και είναι ακόμη μαζί, δίχως να έχουν παιδιά. Δώρισε, λοιπόν, τα υπόλοιπα σε διάφορα ιδρύματα, όπως έκανε και η γυναίκα του που εξελέγη στην Γερουσία.

«Έζησα φτωχά και ταπεινά, με λίγα πράγματα, το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου. Μπορώ να ζήσω άνετα κι ωραία με όσα έχω τώρα», συνήθιζε να λέει, μιλώντας στην καρδιά του μέσου Ουρουγουανού που καλούνταν να τα φέρει βόλτα με πολύ λιγότερα.

Ούτε ιδιοκτησία

Ως μέλος των Τουπαμάρος τις δεκαετίες του ’60 και του ’70 είχε ενώσει τη φωνή του με εκείνη των άλλων αγωνιστών που φώναζαν «Τα λόγια μας χωρίζουν, η δράση μας ενώνει». Ήταν τα χρόνια του ένοπλου αγώνα, του αντάρτικου πόλεων και της κλιμάκωσης του πολέμου εναντίον του αντιδημοκρατικού καθεστώτος, το οποίο αρνήθηκε να προχωρήσει σε αναδασμούς της γης και λήψης μέτρων υπέρ των αδυνάτων. Αυτή η φωνή συνέχισε να μιλά μέσα του όταν άφησε πίσω του τα χακί και αναρριχήθηκε στα ανώτατα πολιτικά αξιώματα.

Αρνήθηκε προσωπική ασφάλεια, φρουρούς, ακόμη και να μετακομίσει στο Προεδρικό Μέγαρο. Συνέχισε να ζει στο αγρόκτημά του και να το περιποιείται ο ίδιος με το τρακτέρ του, δίνοντας ιδιαίτερη ευαισθησία στις εκτάσεις με τα αγαπημένα του χρυσάνθεμα. Αυτό το μικρό κομμάτι γης είναι και το μοναδικό περιουσιακό στοιχείο του, αν εξαιρέσεις το λατρεμένο VW, για το οποίο «θυσίασε» το πολυτελές αυτοκίνητο που λόγω θέσης δικαιούταν.

Κι όταν λέμε Volkswagen δεν εννοούμε κάποιο τελευταίο μοντέλο με ABS, αισθητήρα πάρκινγκ και άλλα τεχνολογικά καλούδια. Πρόκειται για έναν ταπεινό «σκαραβαίο» που τα τελευταία 31 χρόνια, καθημερινά βγαίνει από το πάρκινγκ για να το χρησιμοποιεί στις μετακινήσεις του. Συχνά στο κάθισμα του συνοδηγού θα δει κανείς την Μανουέλα, την αγαπημένη του σκυλίτσα, με την οποία δεν ήταν λίγες οι φορές που σταμάτησαν στην άκρη του δρόμου για να πάρουν κάποιον άγνωστο που απλά έκανε ότο-στοπ. Αγορασμένο το 1987, το μπλε «σκαθάρι» είναι το σήμα κατατεθέν του πρώην (από το 2015) προέδρου που πριν λίγα χρόνια είπε όχι σε σχεδόν 2.000.000 δολάρια τα οποία του πρόσφερε ένας Άραβας μεγιστάνας για να το αποκτήσει…

Μεταρρύθμιση

Η μετάβαση της χώρας στη Δημοκρατία απαίτησε τη συνοδεία μεταρρυθμίσεων. Και ο ηλικίας 83 ετών σήμερα πολιτικός δεν τις φοβήθηκε. Κι ενώ με τις περισσότερες εξ αυτών δεν ασχολήθηκε ποτέ ο διεθνής παράγοντας, μία προκάλεσε το ενδιαφέρον κι έστρεψε σε αυτή τη μικρή χώρα της Νοτίου Αμερικής τα φώτα της δημοσιότητας. Ήταν η απόφασή του να νομιμοποιήσει την κάνναβη, επιτρέποντας στους εγγεγραμμένους χρήστες να καλλιεργούν οι ίδιοι κάποια ποσότητα και βάζοντας το ίδιο το κράτος στη θέση του διαχειριστή. Από το 2017 και μετά μερικοί χιλιάδες πολίτες έχουν τη δυνατότητα να παράγουν για προσωπική χρήση και οι υπόλοιποι μπορούν να επισκεφτούν ένα από τα κρατικής ιδιοκτησίας φαρμακεία στα οποία η ουσία πωλείται νόμιμα.

«Η χρήση κάνναβης δεν είναι το πιο ανησυχητικό πρόβλημα. Το αληθινό πρόβλημα είναι η παράνομη διακίνηση των ναρκωτικών, ο τεράστιος τζίρος και η εγκληματικότητα που την συνοδεύουν», είχε πει τότε και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις το 60% των πολιτών της χώρας μοιράζονται την ίδια πεποίθηση.

Πραγματιστής και οραματιστής

Με το πέρασμα των χρόνων ο Μουχίκα πέρασε στην ώριμη φάση της πολιτικής σκέψης του που τον κατατάσσει στους πραγματιστές αριστερούς, γεγονός που του επιτρέπει να προσεγγίζει το σήμερα με όρους που δεν παραπέμπουν στην ουτοπία, αλλά στον ρεαλισμό. Στο επίκεντρο της ατζέντας του παραμένει η αποστροφή στον καταναλωτισμό και ο αγώνας του για την προστασία του περιβάλλοντος, ακόμη κι αν τα συμφέροντα της χώρας του πιθανό να πλήττονται από τα μέτρα που είναι απαραίτητα να ληφθούν.

Σήμερα έχει επιστρέψει στη Γερουσία, αφού η προχωρημένη ηλικία του δεν του επιτρέπει να ασχολείται με την καθημερινότητα τόσο ενεργά όσο θα ήθελε. Παραμένει ένας οραματιστής που έχει ακόμη μέσα του την σπίθα του επαναστάτη, αλλά διαθέτει την ωριμότητα να αντιληφθεί πως η αλλαγή δεν επιβάλλεται. Ακολουθώντας τη ρήση του Γκάντι, έγινε ο ίδιος η αλλαγή που θα ήθελε να δει στον κόσμο και είναι βέβαιο πως αν υπήρχαν μερικοί ακόμη ηγέτες με τη δική του στάση ζωής, ο πλανήτης θα ήταν ένα καλύτερο μέρος.

Για όσους θέλουν να μάθουν περισσότερα, αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το ντοκιμαντέρ του Εμίρ Κουστουρίτσα γι΄αυτόν. Ο τίτλος του, «Ο Τελευταίος Ήρωας», τα περιγράφει όλα.