Το χάσαμε το «κορμί» πατριώτη, καταργείται η Αντιγόνη...

Αν και «προοδευτική» και «αριστερή», η κυβέρνηση καταφεύγει στην αρχαιοελληνική λύση της θυσίας στο βωμό της εξοικονόμησης πόρων. Θύμα της η Αντιγόνη του Σοφοκλή, η τελειότερη -ίσως- από τις σωζόμενες τραγωδίες του μεγάλου δραματουργού.

Για την οικονομία της συζήτησης ας δεχτούμε ότι το μόνο που θυμούνται οι περισσότεροι εξ ημών από τη διδασκαλία των αρχαίων ελληνικών στο σχολείο είναι το «Άνδρα μοι έννεπε μούσα…». Το προοίμιο της Οδύσσειας του Ομήρου, με το οποίο έγινε η πρώτη γνωριμία με ένα από τα λιγότερο δημοφιλή μαθήματα στην εξαετία της μέσης εκπαίδευσης.

Ως ένδειξη καλής θέλησης, ας προχωρήσουμε και στην παραδοχή (αν και επ’ αυτού χωράει πολλή συζήτηση και υπάρχει εμπεριστατωμένος αντίλογος) πως τα αρχαία ελληνικά είναι μια «νεκρή γλώσσα».

Πατώντας σε αυτά τα δύο δεδομένα -και υπό την πίεση της ανάγκης για δραστική μείωση των ωρών διδασκαλίας και κατά συνέπεια των προσλήψεων- οι προτάσεις περί εκπαιδευτικής αναδιάρθρωσης που κατατέθηκαν πρόσφατα, οδηγούν πρακτικά στην κατάργηση της διδασκαλίας της Αντιγόνης του Σοφοκλή.

Ο καθένας από εμάς μπορεί εύκολα να προσπεράσει το γεγονός και να τρέξει να συμφωνήσει με εκείνους που θεωρούν πως το σύγχρονο σχολείο οφείλει να έρθει πιο κοντά στις ανάγκες του σήμερα και να περιορίσει την επαφή του με το παρελθόν, κρίνοντάς το ως αχρείαστο βάρος που πέφτει στους ώμους των μαθητών. Έτσι κι αλλιώς, de facto, η μέση εκπαίδευση έχει καταστεί στη συνείδηση όλων όχι ένας χώρος απόκτησης γνώσεων, αλλά απλά ένας δοκιμαστικός σωλήνας που μετατρέπει τα παιδιά σε πειραματόζωα, με μοναδικό στόχο να τους οδηγήσει στο ανέκδοτο που ονομάζεται πανελλαδικές εξετάσεις.

Αυτού του τύπου η προσέγγιση, όμως, ξεκινά από λάθος βάση. Στο γυμνάσιο ή στο λύκειο δεν καλείται κάποιος να διδαχθεί τα αρχαία ως μια γλώσσα, όπως συμβαίνει με τα αγγλικά για παράδειγμα. Η διδασκαλία τους είναι το μέσο για να έρθουμε -σε μια δύσκολη για να το κατανοήσουμε ηλικία- σε επαφή με έργα που αποτελούν θησαυρούς παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς και μνημεία που μαρτυρούν την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους.

Τέτοια είναι και οι αρχαίες τραγωδίες. Αντί να στέκονται σε πείσμα των σεισμών και των καταστροφών αγέρωχα, λουσμένα από τον αττικό ήλιο σαν την Ακρόπολη, βρίσκουν καταφύγιο και μεταφέρονται από γενιά σε γενιά μέσα στις σελίδες των σχολικών βιβλίων. Και θα περίμενε κανείς ότι θα αντιμετωπίζονταν ανάλογα. Από το μυαλό κανενός δεν έχει περάσει η ιδέα να κρίνει τον Παρθενώνα με σύγχρονους όρους αρχιτεκτονικής και να διαπιστώσει πως πρόκειται για κτήριο χωρίς ενεργειακή πιστοποίηση, που μπάζει από παντού και δεν είναι κατάλληλο για να καλύψει τις σημερινές ανάγκες μιας οικογένειας για… στέγη. Κανείς, τουλάχιστον μέχρι τώρα, δεν βρέθηκε να προτείνει πως ίσως θα έπρεπε να το γκρεμίσουμε και στη θέση του να φτιάξουμε ένα μοντέρνο πεντάστερο ξενοδοχείο ή να προχωρήσουμε σε μια ανακαίνιση του Ηρωδείου ώστε αυτό να έρθει πιο κοντά στα στάνταρντς των σημερινών συναυλιακών χώρων.

Η Αντιγόνη, όμως, δεν είναι κτήριο για να το ισοπεδώσεις. Είναι απλά λέξεις και αυτές είναι εύκολο να σβηστούν, σύμφωνα με τις προθέσεις του υπουργείου Παιδείας, χωρίς ιδιαίτερες αντιδράσεις. Είναι τρελό το να ξεχνάς τα στοιχεία της πανανθρώπινης ταυτότητας που προσδίδουν τέτοια έργα. Γιατί αυτό έρχονται να κάνουν οι προτάσεις για την αναμόρφωση του ωριαίου προγράμματος στο σχολείο. Αγνοούν την ουσία η οποία δεν είναι η διδασκαλία των αρχαίων, αλλά το κεντρικό νόημα και οι προθέσεις του τραγωδού, που έρχεται να παραδώσει ένα μάθημα πολιτισμού, ηθικής και συνέπειας απέναντι στο καθήκον.

Η Αντιγόνη, η Απολογία του Σωκράτη και άλλα τέτοια… άχρηστα πράγματα δεν είναι δυνατό να προσεγγίζονται σαν τις αρχαιολαγνείες της χούντας, με τις ακαλαίσθητες παραστάσεις στο Παναθηναϊκό στάδιο. Όταν ο Σοφοκλής έγραφε την Αντιγόνη μιλούσε για ακριβώς το αντίθετο από εκείνο στο οποίο στόχευαν οι συνταγματάρχες. Για την αντίδραση και την αντίσταση στον Ηγεμόνα. Για την ανάγκη η ηθική να μην υποταχθεί στον άδικο νόμο. Για το πώς ο πολίτης μπορεί να αψηφήσει και να αντιταχθεί στις επιταγές των τυράννων όταν νιώθει ότι του κουρελιάζουν το δικό του ηθικό σύστημα αξιών. Όπως ακριβώς η Αντιγόνη αψηφά τον Κρέοντα και κηδεύει τον αδελφό της.

Ας είμαστε ειλικρινείς, αυτό που συνέβαινε στις σχολικές αίθουσες με τη διδασκαλία τέτοιων έργων δεν συγκρίνεται με την τυποποιημένη και παπαγαλίστικη «γνώση» που έδινε κανένα μάθημα τύπου «Αγωγή του Πολίτη». Ακόμη και για έναν κουρασμένο από το σύστημα δάσκαλο ή για έναν αδιάφορο μαθητή, το υλικό και η θεματολογία ήταν τέτοια που αποτελούσαν πρόκληση για συμμετοχή. Τροφή για το μυαλό των αυριανών πολιτών οι οποίοι έστω μηρυκαστικά κάποια στιγμή στη ζωή μας, υποσυνείδητα ίσως, θα μπορούσαμε να ξαναφέρουμε στο συνειδητό κομμάτι του εγκεφάλου μας το πώς αντιμετωπίζονται ηθικά διλήμματα και το χρέος μας απέναντι στο δίκαιο όταν αυτό έρχεται κόντρα στις επιθυμίες του ισχυρού ή της εξουσίας.

Έχοντας αυτά κατά νου, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι η κατάργηση τέτοιων έργων δεν είναι πράξη προοδευτική. Κάθε άλλο. Πρόκειται για κίνηση εντελώς αναχρονιστική, σχεδόν μεσαιωνικού τύπου πρακτική, με στόχο ο κόσμος να μην έρθει σε επαφή με πράγματα που ενδεχομένως τον αφυπνίσουν σε τέτοιο βαθμό που θα αρχίσει να αμφισβητεί όσα η εξουσία προτάσσει ως δεδομένα και αναπόφευκτα. Και αυτός είναι ο μεγαλύτερος φόβος για κάθε Ηγεμόνα. Σε τέτοιο βαθμό που αποφάσισε να θυσιάσει την Αντιγόνη σήμερα, τη Λυσιστράτη χθες και ποιος ξέρει ποια άλλη ενοχλητική αύριο…