Καλιγούλας: Ποια είναι η παράνοια και ποια η κοινωνική υποταγή;

Η ακουστική του ΔΗ.ΘΕ.ΠΕΙ., η υψηλή ένταση που προσφέρει απλόχερα το έργο, οι συμβολισμοί που φέρει ο Καλιγούλας, η ερμηνεία του Στάνκογλου.

«Είναι το σώμα που υποφέρει. Το δέρμα μου με πονάει, το στήθος, τα μέλη. Έχω άδειο το κεφάλι και στομάχι ανακατεμένο. Και το πιο τρομακτικό από όλα είναι αυτή η γεύση στο στόμα μου. Ούτε αίμα, ούτε θάνατος, ούτε πυρετός, αλλά όλα ταυτόχρονα. Φτάνει να κουνήσω τη γλώσσα μου και τα πάντα γίνονται μαύρα, και οι πάντες αηδιαστικοί. Πόσο σκληρό, Σεζόνια, πόσο πικρό να γίνεσαι άνθρωπος». Αρκούν μόλις 4 γραμμές για να καταλάβεις ποιος είναι ο Καλιγούλας μέσα από τα μάτια του «καταραμένου» Αλμπέρ Καμί.  Το μόνο που σε κρατάει από το να αυτοκτονήσεις είναι η δειλία σου γι΄αυτό που μπορεί να χάσεις. Αν το είχες ποτέ. Όλα αυτά σημαίνουν ζωή για τον Καμί. Όλα αυτά σημαίνουν άνθρωπος.

Κάθε ικμάδα της θεώρησης του ίδιου του του εαυτού, την ενστάλαξε στον Καλιγούλα. Ενός εαυτού τοποθετημένου στον μεγεθυντικό φακό της σύνολης ύπαρξης. Πάνω σε αυτό στηρίχθηκε και η Αλίκη Σανέζη-Knutsen για να στήσει την παράσταση Καλιγούλας στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Είναι φορές που το ίδιο το έργο σου δίνει τα εχέγγυα ώστε να καθαρογράψεις την ιστορία σου. Είναι όμως και ταυτόχρονα δύσκολο να μπορέσεις να αναδείξεις τις δικές σου προσθήκες μέσα σε αυτή την χίμαιρα που λέγεται Αλμπέρ Καμί.

Ο Γάιος Καλιγούλας έμεινε στην ιστορική καταγραφή ως ένας παράφρων. Ως ένας αυτοκράτορας που δηλητηριάστηκε από την εξουσία. Γιατί η δεύτερη συνθήκη πρέπει σώνει και ντε να οδηγεί στην πρώτη. Η Πέπη Ρηγοπούλου στο βιβλίο «Ο τρελός πρόεδρος» λέει ότι οι άνθρωποι κολλάνε την ταμπέλα του τρελού πολύ εύκολα σε αυτό που λανθάνει της υποταγμένης αντίληψης τους. Ότι τείνουν από προαιώνια συνήθεια να αποδώσουν κάτι στην τρέλα. Αγνοούν βέβαια το που μπορεί να φτάσει ένας άνθρωπος. Τι είναι ικανός να κάνει…

Ο Καλιγούλας στιγματίστηκε σε μια εποχή που το εύρος της εννοιολογικής σημασίας του όρου ήταν πολύ μεγαλύτερο. Μια εποχή που η κοινωνική ευταξία σήμαινε πολλά περισσότερα. Ο Καμί επιχειρεί να ερευνήσει πέρα από τα κληρονομικά των προγόνων μας. Καταργεί την παράνοια του ήρωα. Εναποθέτει σε μια πολύ μετέωρη περίσταση την λέξη. Έτσι και στην παράσταση.

Όταν πια ο Καλιγούλας δεν υπάρχει, μένεις με πολλές απορίες. Απορίες που έχουν τεθεί πολλές φορές, αλλά απάντηση δεν πήραν. Μάλλον γιατί δεν γίνεται να απαντηθούν. Η λαιμαργία της εξουσίας, η ίδια της η άσκηση που απωθεί την ευτυχία, το ποιος τελικά βρίσκεται πιο κοντά, εκείνος που ομονοεί ή ο άλλος που επαναστατεί είναι μερικά ζητήματα.

Ο Γιάννης Στανκόγλου συμπεριφέρεται και ερμηνεύει με τέτοιον τρόπο τον ήρωα, ώστε να γίνει σαφές πως η παράνοια είναι ένα παράσιτο που δεν διαχωρίζει τους ανθρώπους. Είτε αυτοκράτορας, είτε αυλικός, είτε ένας ασήμαντος, θα συστηθείτε και θα περάσετε στιγμές μαζί. Ο Καλιγούλας παραδίδεται εντελώς στη δύναμη της απώλειας και υπερβαίνει τα καθέκαστα των κοινωνιών. Ακόμα κι ένας απόλυτος ηγέτης θα πρέπει να λογοδοτήσει όμως.

Για τον Καλιγούλα η ζωή παύει να έχει κάποια αξία. Το κυνήγι της ευτυχίας αποτελεί πια έναν μη τόπο. Το όποιο νόημα βρίσκει πλέον στο να αναπνέει και να περπατάει είναι ένα: να ανατρέψει τις προτεραιότητες της ολιγαρχίας του θεαθήναι και του φαίνεσθαι. «Προέχει το ταμείο» του λέει ένας από τους αυλικούς του. Η αντιπαράθεση του υλισμού απέναντι στον πόνο του για την απώλεια της ψυχής του, της Δρουσσίλα, του φανερώνει το μονοπάτι για να δώσει τουλάχιστον στους άλλους την ευκαιρία της – έστω και λίγης – ευτυχίας. Οι πράξεις του γεμίζουν με εγκληματικά στίγματα το δέρμα και τα οστά του. Δεν τον ενδιαφέρει κάτι τέτοιο. Ο θάνατος είναι η επιλογή του. Αναιρεί τις συμπαντικές αρχές, αποφασίζοντας εκείνος πότε θα πεθάνει. Η συνωμοσία και δολοφονία του είναι περισσότερο μια αυτοκτονική πράξη.

Ο Γιάννης Στάνκογλου ξεχειλίζει τον Καλιγούλα, αυτή τη νεφέλη που δημιούργησε ο Καμί, με την ικανότητα του να υποκλίνεται στην παράνοια. Να ισορροπεί πάνω της λες και κυλάει λάβα από κάτω του. Τα πέλματα θα καούν, αλλά με λίγη βιασύνη θα σωθεί το υπόλοιπο σώμα. Θα σωθεί όχι για να εξακολουθεί να αποστερεί πράγματα από τη ζωή. Θα σωθεί για να πάρει αυτό που του αρμόζει. Να γίνει ένα συνονθύλευμα που δεν αντιστέκεται σε τίποτα.

«Ο μόνος τρόπος να ζεις σε έναν ανελεύθερο κόσμο, είναι να γίνεις τόσο ελεύθερος που ακόμα και το να ζεις γίνεται μια επαναστατική πράξη». Η ματιά του Καμί απλώνεται σε κάθε σημείο του σώματος του Στάνκογλου. Τη νιώθεις, την προσεγγίζεις. Δε μπορείς απλώς να την ονοματίσεις. Γιατί η παραφορά της ερμηνείας δεν σου αφήνει χώρο και χρόνο.

Η σκηνοθέτις βρίσκει εκείνα τα πλαίσια που θα κυκλώσει τον Καλιγούλα. Οι μεγάλοι καθρέφτες και η κάμερα φέρνουν πιο κοντά την άση του καθώς βλέπει τον παραμορφωμένο του και πραγματικό εαυτό. Η διάταξη της σκηνής, οι μικρές ανάλαφρες σκηνές χωμένες μέσα στους ορυμαγδούς της τρέλας, οι αποστάσεις των ηθοποιών λες και στήθηκαν από έναν μετρ του μπάσκετ, δίνουν όλα από λίγο. Η μουσική του Blaine Reininger απόκοσμη, υπόκωφη, κυριαρχική, διαπεραστική, αδύναμη, παραλλάσσεται συνεχώς και προκαλεί στον θεατή την απαραίτητη ζάλη, ίσως και παραίσθηση.

Εκτός από τον Στάνκογλου θέλω να σταθώ σε άλλα δύο πρόσωπα. Πρώτα τον Κώστα Νικούλι, τον πιτσιρικά που είδαμε στο Xenia του Κούτρα. Εδώ υποδύεται τον Σκιπίωνα και είναι καταλυτικός. Ο Καλιγούλας γίνεται ευτυχής που πλησιάζει στο θάνατο, γιατί αφήνει στον κόσμο τον νεαρό ποιητή. Ο Νικούλι ταξιδεύει σε κάθε πιθανή έκφανση ενός νέου που παθιάζεται με ένα πρότυπο. Και τη στιγμή που το έχει εξυψώσει στο τέρμα, το παρακολουθεί να καταρρέει.

Εξίσου σημαντικός είναι και ο Μιχάλης Αφολαγιάν ως Ελικώνιος. Με το γέλιο του, την αψύτητα και την απάθεια του λειτουργεί σαν ένας άψογος μποξέρ. Χτυπάει στο σημείο που πονάει περισσότερο, αλλά που για κάποιο λόγο το αφήνεις πάντα απροστάτευτο.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Μετάφραση: Φρανσουάζ Αρβανίτη
Σκηνοθεσία: Αλίκη Δανέζη Knutsen
Σκηνικά: Πάρις Μέξης
Κοστούμια: Μαρίνα Χατζηλουκά
Φωτισμοί: Αλέκος Γιάνναρος
Μουσική: Blaine Reininger
Κίνηση: Νίκος Δραγώνας
Ειδικός συνεργάτης: Μανώλης Δούνιας
Βοηθός σκηνοθέτη: Βένια Σταματιάδη
Βοηθός σκηνογράφου: Μαντώ Ψυχουντάκη
Βοηθός ενδυματολόγου-Eιδικές κατασκευές: Μυρτώ Κοσμοπούλου

ΠΑΙΖΟΥΝ:

Γιάννης Στάνκογλου, Θεοδώρα Τζήμου, Ιερώνυμος Καλετσάνος, Μιχάλης Αφολαγιάν, Δημήτρης Κίτσος/Κώστας Νικούλι, Αριστοτέλης Αποσκίτης, Χάρης Εμμανουήλ, Δημήτρης Λιόλιος, Γιώργος Νάκος,  Στράτος Σωπύλης, Κώστας Λάσκος.