Για όλη τη μπασκετική κοινότητα ήταν ο Γιάννης Αντετοκούνμπο πριν τον Γιάννη Αντετοκούνμπο. Σε μια εποχή μάλιστα που τα social media ήταν ανύπαρκτα. Ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης δεν έγινε αυτό που είναι ο Γιάννης σήμερα ούτε κατ΄ελάχιστο.
Το τι συνέβη με την καριέρα του, έχει αναλυθεί, έχει σχολιάστε πλείστες όσες φορές. Αυτό που μας δίνει την ευκαιρία να ψαχουλέψουμε με εικασίες τους στόχους του, προέρχεται από την επιμονή του να κάνει προσπάθεια ξανά. Μια προσπάθεια να σταθεί αξιοπρεπώς στο παρκέ και να κλείσει με μια κάποια δόξα μια καριέρα που δεν πήρε όσα της αναλογούσαν.
Για να το περιγράψω όσο πιο γλαφυρά μπορώ, ο Σοφοκλής Σχορτσανίτης είναι σαν εκείνο το φίλο στην ταβέρνα που έχει πιει λίγο παραπάνω και παλεύει να κρατήσει μια ισορροπία όσο χορεύει ζεϊμπέκικο. Δεν το καταφέρνει με την πρώτη. Γλιστράει και φεύγει από την πίστα μέχρι να είναι σίγουρος. Το κάνει δεύτερη φορά, πάλι το ίδιο. Το προσπαθεί γενικώς και δεν τα καταφέρνει. Μέσα του τον τρώει όμως το σαράκι να χορέψει και να εντυπωσιάσει μια κοπελιά.
Ο Σοφοκλής είναι μεθυσμένος με την ιδέα να καταφέρει να σταθεί ξανά στο παρκέ και να μην τον κοιτούν με οίκτο. Κι η κοπελιά στην προκειμένη έχει πολλές μορφές. Είναι ο μπασκετόφιλος που ένιωσε να προδίδεται από το ότι ο Σοφοκλής δεν κέρδισε τους δαίμονές του. Είναι η ψυχή του Big Sofo που δε λέει να κοπάσει και τον ωθεί προς το γήπεδο και το σκάσιμο μιας σπυριάρας. Είναι η ίδια η σπυριάρα.
Ο προπονητής του Στέργιος Κουφός είπε ότι κάνει την μεγαλύτερη προσπάθεια της ζωής του. Αν με τις προηγούμενες μπόρεσε να αντέξει για λίγο, τότε τώρα ίσως να κρατήσει παραπάνω η διαδρομή του.
Το αξιοθαύμαστο με τον Σοφοκλή είναι ότι δεν το βάζει κάτω. Δεν έχει να λογοδοτήσει ουσιαστικά σε κανέναν. Μόνο στον εαυτό του. Είναι άλλωστε τέτοια η ιδιοσυγκρασία του που δε θα μπορούσε να ασχοληθεί και να υπηρετήσει τις απόψεις αγνώστων. Θα μπορούσε να το πάρει απόφαση από την πρώτη στιγμή που το σώμα του τον εμπόδιζε. Τις μεγάλες του στιγμές τις έζησε και με το παραπάνω.
Δεν το συνειδητοποιεί κανείς εύκολα ότι ένα παιδί που έπαιξε μπάσκετ σκάρτα 6-7 χρόνια, έχει κατακτήσει πρωτάθλημα και κύπελλο Ελλάδας, πρωτάθλημα και κύπελλο Ισραήλ, έχει πάει δύο τελικούς Ευρωλίγκας και μάλιστα συνεχόμενους με (Ολυμπιακό το 2010 και Μακάμπι το 2011), έχει ένα final-4 το 2009, έχει κατακτήσει την Ευρωλίγκα το 2014, έχει ένα ασημένιο μετάλλιο σε Μουντομπάσκετ κι ένα χάλκινο σε Ευρωμπάσκετ. Ειδικά τα συλλογικά του επιτεύγματα, αποκτούν μεγαλύτερο μέγεθος αν σκεφτούμε πως έγιναν σε μια εποχή που εκτός της ΤΣΣΚΑ καμία άλλη ομάδα δεν είχε σίγουρη θέση σε κάθε final-4.
Παίχτες με συνέπεια στην καριέρα τους που μπορεί να το παλεύουν 10 και 15 χρόνια, δεν έχουν βρει ούτε τα μισά του. Κι εκείνος που θα μπορούσε άνετα να μην ασχοληθεί άλλο, το παλεύει. Γιατί; Απαντήσεις έχει μόνο ο ίδιος. Εμείς μόνον υποθέσεις. Ίσως γιατί, πάνω απ΄όλα, θέλει να κοιτάζει τον εαυτό του στον καθρέφτη και να μη νιώθει ότι τον κατσαδιάζει. Ίσως γιατί θέλει να κερδίσει για πρώτη φορά κάτι που όλα αυτά τα χρόνια τον κέρδιζε. Τον οργανισμό του.
«Θα τελειώσω το μπάσκετ όπως θέλω εγώ» ακούγεται να λέει ο Σοφοκλής σε ένα υποθετικό μανιφέστο επανόδου στο άθλημα. Και θα είναι μια ωραία ιστορία αν συμβεί. Μπορεί και περισσότερο διδακτική από ανδραγαθήματα που οδήγησαν σε κατακτήσεις τίτλων. Γιατί η ιστορία του Σοφοκλή είναι πολύ πιο κοντά στην ουσία αυτού του ερωτεύσιμου σπορ.
Όσο σκας τη μπάλα, τρυπάς μόνο το πάτωμα σου. Όσο τη σουτάρεις, τότε μόνο το ταβάνι σου μπορείς να τρυπήσεις…