Σημαδεμένη απ’ τους εθνικιστές: Η δήμαρχος που έσωσε την τιμή του νησιού της στο προσφυγικό

Τα έβαλε με όλους, απειλήθηκε, μα δεν λύγισε

Στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές η Τζουζεπίνα Μαρία Νικολίνι, γνωστή και ως Τζούζι, δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την επανεκλογή της στη θέση της δημάρχου της Λαμπεντούζα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι θα σταματήσει να αγωνίζεται για έναν καλύτερο κόσμο, ξεκινώντας τις αλλαγές από τον ίδιο τον τόπο της.

Ελάχιστοι γνώριζαν την Λαμπεντούζα και την δήμαρχό της πριν ξεσπάσει η προσφυγική κρίση, την ώρα μάλιστα που το μικρό νησί της Μεσογείου –όπως και η υπόλοιπη Ιταλία- ζούσε τις δικές της δύσκολες ώρες, χτυπημένη από την οικονομική κρίση που σάρωνε την Νότια Ευρώπη.

Στις 3 Οκτωβρίου 2013 συνέβη εκείνο το περιστατικό που έκανε διάσημο το νησί, αλλά με μια τραγική αφορμή. Οι σχεδόν παρθένες παραλίες της άρχισαν να γεμίζουν από πτώματα που ξεβράζονταν στις ακτές, μετά από ναυάγιο στην καρδιά του Φθινοπώρου. Τα θύματα, μεταξύ των οποίων πολλά παιδιά, ήταν όλοι πρόσφυγες και μετανάστες που έπαιξαν την ζωή τους κορώνα-γράμματα και τελικά έχασαν…

Από τον Μάιο της προηγούμενης χρονιάς, όταν και εξελέγη στον δημαρχιακό θώκο, η Τζούζι Νικολίνι, μετατράπηκε σε μια… ενοχλητική φωνή για την ιταλική κυβέρνηση, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ένωση. Ήταν εκείνη που δεν φοβήθηκε να πάει κόντρα στο ρεύμα και να ξεσπαθώσει εναντίον της πολιτικής «Πόντιου Πιλάτου» και της παθητικής στάσης των Ευρωπαίων απέναντι σε ένα ζήτημα που αντιμετωπιζόταν ως δεύτερης κατηγορίας, μόνο και μόνο επειδή αφορούσε πεινασμένους και εξαθλιωμένους Αφρικανούς.

Ακτιβίστρια από τα νεανικά χρόνια της, η Νικολίνι υπήρξε ασυμβίβαστη και διεκδικητική ακόμα και απέναντι στην Μαφία. Άλλωστε η Λαμπεντούζα διοικητικά ανήκει στην Σικελία, την… παιδική χαρά του οργανωμένου εγκλήματος, για την οποία η δική της παρουσία ήταν άκρως ενοχλητική.

Απείλησαν τον άνδρα της, κατέστρεψαν το ξυλουργικό εργαστήριο του πατέρα της. Έφτασαν στο σημείο να αφήσουν στεφάνια και κηδειόχαρτα έξω από το σπίτι της, για να της στείλουν το μήνυμα ότι δεν πρέπει να ασχολείται με όλα και να μην μπλέκεται στα πόδια της. Ένα μήνυμα που πάντως, από εκείνη δεν ελήφθη ποτέ…

Τον Οκτώβριο του 2013 –κι ενώ η Λαμπεντούζα συνέχιζε να γεμίζει από πτώματα- η Νικολίνι εμφανίστηκε ενώπιον της Συνόδου Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης και παρέδωσε την ομιλία της, κεντρικό σημείο της οποία ήταν η ανάγκη να συνειδητοποιήσει η Ευρώπη τι ακριβώς συμβαίνει και να αλλάξει τους νόμους της σχετικά με την μετανάστευση και τις διαδικασίες εξέτασης και παροχής ασύλου.

Εκείνη η ομιλία λειτούργησε σαν γροθιά στο στομάχι, ειδικά όταν συνδυάστηκε με τις εικόνες φρίκης και απελπισίας από τις ακτές του νησιού, ιδιαίτερα αυτές της παραλίας των «Λαγών», που είχαν μετατραπεί σε ένα απέραντο νεκροτομείο.

«Είμαι η νέα δήμαρχος της ΛαμπΕντούζα. Μου έφεραν 12 σορούς μεταναστών που προσπαθούσαν να φτάσουν το νησί. Το νεκροταφείο μας δεν έχει πλέον θέση. Θα το μεγαλώσουμε. Αλλά, πέστε μου, πόση έκταση πρέπει να καταλάβει το νεκροταφείο του νησιού μας;» είχε αναρωτηθεί δημόσια απευθυνόμενη στην κυβέρνηση της ίδιας της χώρας της, ενώ χαρακτήρισε «νεκρούς όλης της Ευρώπης» τους νεκρούς της Λαμπεντούζα.

Στο διάστημα της θητείας της δεν υπήρξε ημέρα που να μην επιχειρεί να κρατήσει το θέμα ζεστό, να μην επιδιώκει την διεθνοποίησή του και να μην καταγγέλλει ανοιχτά τις κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την υποκρισία τους, για τις πολιτικές κλειστών συνόρων και την άρνησή τους να δεχτούν μετανάστες από την Ιταλία, την Ελλάδα ή την Ισπανία, τις πιο «ευάλωτες» δηλαδή περιοχές της «Γηραιάς Ηπείρου».

Τιμήθηκε για την δράση της από την UNESCO, τιμήθηκε επίσης με το βραβείο «Σιμόν ντε Μποβουάρ», αφύπνισε την Ευρώπη, έσωσε ουσιαστικά την τιμή της με την αλληλεγγύη και την ανθρωπιά που η ίδια επέδειξε, αλλά και με τον τρόπο με τον οποίο ενέπνευσε άλλους. Ωστόσο στις εκλογές δεν επανεξελέγη… Συνεχίζει τον αγώνα της. Μπορεί να μην είναι δήμαρχος πια, αλλά θα παραμένει για πάντα το «λιοντάρι της Λαμπεντούζα».