Είμαστε της άποψης πως δεν μπορείς να συγκρίνεις αθλητές δύο διαφορετικών εποχών, που δεν συνυπήρξαν ούτε για λίγο. Πολλώ δε όταν η ηλικιακή απόσταση που τους χωρίζει υπερβαίνει την 20ετια. Γι΄αυτό η σύγκριση Λεμπρόν-Μάικλ Τζόρνταν δεν έχει ουσία.
Η σύγκριση Κόμπε-Τζόρνταν από την άλλη είχε και έχει μια κάποια αξία, καθώς βρέθηκαν για κάποια έτη ως αντίπαλοι, με τον έναν να βρίσκεται στα τελειώματα και τον έτερο στο ξεκίνημα.
Εμείς είμαστε κυρίως η γενιά του Κόμπε. Αυτόν είδαμε, βάσει αυτών που μας έδειξε μπαίνουμε στη διαδικασία να τον συγκρίνουμε με τον Τζόρνταν από τα βίντεο του δεύτερου που έχουμε δει.
Μέχρι που έρχεται η κινηματογράφηση, το ντοκιμαντέρ, για να μας προσφέρει μια πολύ πιο ατόφια εμπειρία του τι σήμαινε ένας τεράστιος αθλητής. Ξέρετε, στο ποδόσφαιρο όλοι οι σπουδαίοι είχαν κι ένα συγκριτικό μέγεθος κοντά στην εποχή τους. Κάποιος γουστάρει Μαραντόνα, άλλος θα του απαντήσει με Πελέ. Άλλος θέλει Μέσι, κάποιος θα του πει για Κριστιάνο.
Στην περίπτωση του Μάικλ Τζόρνταν δεν ίσχυσε και δεν ισχύει κάτι τέτοιο. Δεν υπάρχει ως σήμερα κάποιος που να πει ότι ήταν ο μεγάλος του αντίπαλος, το ισότιμο παράδειγμα, έστω μιας άλλης εποχής. Λένε για τον Λεμπρόν, αλλά αυτό θα κριθεί όταν τελειώσει η καριέρα του.
Για τον Τζόρνταν ακόμα και οι μεγαλύτεροι παιχταράδες της εποχής του παραδέχτηκαν και παραδέχονται ότι τους επισκίασε. Εκείνοι ήταν αστέρες, αυτός ήταν σουπερνόβα. Και το θέμα είναι πως δεν κατέβαλε ποτέ προσπάθεια για να γίνει σταρ. Προσπαθούσε για να κατακτήσει το γήπεδο, για να νικάει, όχι για να γίνει αστέρας. Προσπαθούσε για το κάθε ματς μέσα στο γήπεδο και αυτός ήταν ο στόχος του.
Το ότι έγινε αστέρας δεν είναι κάτι που επιβλήθηκε από ένα μάρκετινγκ. Είναι κάτι που επιβλήθηκε από το ίδιο του το παιχνίδι. Κι αυτό το λέμε χωρίς να έχουμε περάσει τα prime μπασκετικά μας χρόνια ως θεατές όσο έπαιζε και μεγαλουργούσε με τους Μπουλς, ακόμα κι όταν ο Πίπεν με τον Τζέρι Κράουζ έκαναν μια ομάδα άνω κάτω.
Η κρίση και το συναίσθημα των γραφομένων υπαγορεύεται απ΄αυτό το άρτιο ντοκιμαντέρ που έχει μέσα όλους όσους συνέβαλαν στην πορεία του από το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας μέχρι την πρώτη του απόσυρση.
Το να βλέπεις τους Πίπεν, Μάτζικ Τζόνσον, Λάρι Μπερντ και Γιούιν να μιλάνε για εκείνον με τόση λάμψη στο πρόσωπο, είναι το πιο κραυγαλέο πειστήριο. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή που μιλάει ο Μπερντ για τα ματς που ο Air23 έβαλε 49 & 63 πόντους απέναντι στους Σέλτικς και έγινε MVP δύο παιχνιδιών σε 3 ημέρες, στα οποία η ομάδα του ηττήθηκε.
Είναι επίσης ενδεικτικές κάποιες συμπεριφορές και δράσεις του μέσα στην ομάδα, είτε όταν το κλίμα διαταράχθηκε από τον Κράουζ και τη διοίκηση των Μπουλς που διέρρεαν ανοικοδόμηση μιας επιτυχημένης ομάδας γιατί θεωρούσαν πως η μπασκετική τους κορυφή είχε περάσει είτε όταν οι 4 σερί ήττες στο ξεκίνημα της σεζόν 1997-1998 εν τη απουσία του Πίπεν, έφεραν τους συμπαίκτες του σε κατήφεια.
Πολύ όμορφα δομημένο το ντοκιμαντέρ των ESPN και Netflix, με τα μπρος πίσω από τις τωρινές αφηγήσεις των τότε πρωταγωνιστών σε διάφορες χρονικές στιγμές της πορείας του Μάικλ Τζόρνταν να δίνουν και μια αισθητική αξία στο The Last Dance.
Εκείνη η εποχή που είναι πια 22 χρόνια πίσω έρχεται κοντά μας, ενώ μαθαίνουμε και για πρώτη φορά την ψυχολογία του νεαρού Τζόρνταν από τα παιδικά του χρόνια μέχρι να επιλεχθεί στο ντραφτ, όπου προσπαθούσε να ξεπεράσει τον αδερφό του για να φτάσει στην πατρική στοργή, αποδοχή και επιβράβευση.