Τον ταύτισαν με το ρόλο: Ο ντόμπρος «Αλέξης» που ερωτεύτηκαν οι γυναίκες έφυγε με τον πιο ξαφνικό και άδοξο τρόπο

Ακόμα και σήμερα, κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά τι συνέβη...

Ενδεικτικό της ταύτισης ενός ηθοποιού με αυτό που λέμε «ο ρόλος της ζωής του» είναι να τον αποκαλεί ο κόσμος όχι με τον κανονικό όνομά του, αλλά με αυτό του ήρωα που ενσαρκώνει. Όπως, δηλαδή, συνέβη με τον θρυλικό «Αλέξη», τον γεωπόνο του δημοφιλούς σίριαλ «Μεθωριακός Σταθμός» που καθήλωνε τους Έλληνες τηλεθεατές από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 μέχρι τις αρχές εκείνης του ‘80.

Το πραγματικό όνομα του «Αλέξη» ήταν Βάσος Ανδριανός, αν και ούτε αυτό είναι πλήρως αληθές. Πρόκειται στην πραγματικότητα για τον Βασίλη Παπαδόπουλο, ένα παιδί γεννημένο στην Αίγυπτο το 1941, που άλλαξε το όνομά του και αποφάσισε να ακολουθήσει το πάθος του και να γίνει ηθοποιός όταν έφτασε στην Ελλάδα.

Έκανε το ντεμπούτο του σε σχετική μεγάλη ηλικία, αφού ήταν ήδη 27 ετών όταν εμφανίστηκε για πρώτη φορά στο θέατρο (στην παράσταση «Άνοιξη και Φθινόπωρο»), ενώ την επόμενη χρονιά κιόλας πραγματοποίησε και την παρθενική εμφάνισή του και στον κινηματογράφο.

Ωστόσο, το πέρασμά του από το σανίδι και την μεγάλη οθόνη αποδείχτηκε πως ήταν μια… προετοιμασία για ένα άλλο είδος ψυχαγωγίας σχετιζόμενο με την υποκριτική τέχνη που τότε έκανε τα πρώτα βήματά του στην Ελλάδα. Την τηλεόραση.

Το 1974 άρχισε να προβάλλεται στην ΥΕΝΝΕΔ (μετέπειτα ΕΡΤ2) η σειρά «Μεθωριακός Σταθμός», που έμεινε στην ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης ως μια από τις πλέον επιτυχημένες όλων των εποχών. Η συμβολή του Βάσου Αδριανού ήταν καθοριστική, αφού ως «Αλέξης», ένας γεωπόνος με ντόμπρο και ευθύ χαρακτήρα, έγινε αμέσως ο αγαπημένος του κοινού. Οι γυναίκες είχαν ξετρελαθεί μαζί του εξαιτίας και του παρουσιαστικού του, ενώ το ίδιο συνέβαινε και με τους άντρες για τους οποίους ο «Αλέξης» ήταν ένα πρότυπο «αρσενικού», λόγω του κώδικα ηθικής που κουβαλούσε πάνω του. Όλοι μιλούσαν για ένα πραγματικό παλικάρι και κάθε εβδομάδα παρακολουθούσαν με κομμένη την ανάσα τις περιπέτειές του στην μικρή οθόνη.

Όπως ακριβώς συνέβη με πολλούς πρωταγωνιστές εκείνης της περιόδου, ο κόσμος ταύτισε τον ηθοποιό με τον ρόλο του, πράγμα που απογείωσε την δημοτικότητά του, δημιουργώντας βεβαίως και παρεξηγήσεις ή απαιτήσεις από την πλευρά του κοινού. Στην περίπτωση του «Αλέξη», για παράδειγμα, όλοι ήθελαν να τον δουν ζευγάρι στην πραγματική ζωή με το τηλεοπτικό ταίρι του, την «Γαρουφαλλιά», την οποία υποδυόταν η Ρένα Βουτσινά.

Στη σειρά ο έρωτάς της για τον «Αλέξη» ήταν γνωστός από το πρώτο επεισόδιο, ωστόσο έμεινε κρυφός και ανομολόγητος, καθώς ο αγαπημένος της ήταν ήδη αρραβωνιασμένος με άλλη. Όταν μετά από αρκετούς κύκλους  -βάσει σεναρίου- ο γεωπόνος χάνει την μνηστή του μετά από τροχαίο δυστύχημα, ακολουθεί αυτό που ήθελε το κοινό. Ο καλός, ηθικός και λεβέντης γεωπόνος ανακαλύπτει τα συναισθήματα της «Γαρουφαλιάς», ανταποκρίνεται θετικά σε αυτά και οι δυο τους γίνονται ζευγάρι, εκπληρώνοντας την επιθυμία και την ευχή των τηλεθεατών.

Και ήταν τέτοια η επίδραση του κόσμου, που επίμονα ζητούσε να δει αυτούς τους δύο να σμίγουν και στην εκτός πλατό ζωή, που τελικά αυτό συνέβη. Μετά τον «Αλέξη» και την «Γαρουφαλλιά», οι δυο τους, ο Βάσος Ανδριανός και η Ρένα Βουτσινά παντρεύτηκαν και είχαν την ευτυχία να κάνουν μια κόρη. Δυστυχώς, όμως, η μοίρα είχε άλλα σχέδια για εκείνους.

Κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ’80 έπαιξε σε διάφορες παραγωγές (κατά κύριο λόγο βιντεοταινίες), όμως σταδιακά τα προβλήματα υγείας που αντιμετώπισε τον απομάκρυναν από τον χώρο, με συνέπεια να βρεθεί ενώπιος ενωπίω με την κατάθλιψη, με κοντινούς σε αυτόν ανθρώπους να υποστηρίζουν ότι έπαιρνε και σχετική αγωγή με ηρεμιστικά χάπια.

Οι τίτλοι τέλους για τον Βάσο Ανδριανό γράφτηκαν λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1999 και συγκεκριμένα στις 21 Δεκεμβρίου όταν έπεσε από το μπαλκόνι του σπιτιού του που βρισκόταν στον τρίτο όροφο πολυκατοικίας στην Κηφισιά, μετά από μια ξαφνική ζαλάδα κι ενώ η σύζυγος και η κόρη του βρίσκονταν μέσα στο διαμέρισμα…