Συνηθίζουμε σε τέτοιες περιπτώσεις να μιλάμε για βίο και πολιτεία, να επιδαψιλεύουμε πράγματα σε ανθρώπους επειδή έτσι είθισται. Στην περίπτωση του Άλεξ Μάρδα τα εγκωμιαστικά και πλουσιοπάροχα κλισέ δεν εκλείπουν. Η ζωή του θα γέμιζε τις σελίδες ενός μεγάλου βιβλίου. Σάμπως η ζωή των υπολοίπων από εμάς δεν θα το έκαναν; Η διαφορά με τον Magic Alex των Beatles είναι ότι το δικό του βιβλίο θα γινόταν ανάρπαστο σε εκείνους τους λίγους. Αυτούς που αποφάσισε ο ίδιος να αγγίξει όταν πια η δόξα της νεότητας είχε παρέλθει ανεπιστρεπτί. Γι΄αυτό και δεν το αποτόλμησε ποτέ. Αυτό το κομμάτι ο Αλέξης Μάρδας το κράτησε για λίγο χρονικά στα χέρια του, αλλά ήταν απαράμιλλα πιο ζωτικό.
Ο θάνατος του το πρωί της Παρασκευής ήταν από τους θανάτους που μυρίζουν ζωή. Κι αυτό γιατί θύμισε την ύπαρξη του σε όσους είχαν ξεχάσει εντελώς το ποιος και που ήταν.
Λήθη είτε εγγενής και χαρακτηριστική του ανθρώπου ή λήθη που ο ίδιος λάξευσε στην μνήμη. Ακόμα περισσότερο λήθη γιατί όσο περνούν τα χρόνια οι άνθρωποι που ύφαναν τον μύθο σου πεθαίνουν ένας ένας. Ο Αλέξης Μάρδας είναι η αλήθεια πως δεν είναι, δεν ήταν πολύ γνωστός στη γενιά μου και σε μερικές προηγούμενες. Ο θυρωρός της πολυκατοικίας που έμενε εδώ και δύο δεκαετίες σχεδόν, στο Κολωνάκι, βρήκε το πτώμα του το πρωί της 13ης Γενάρη. Βιολογικά μπορεί να πέθανε ώρες ή και μέρες νωρίτερα. Ψυχικά είχε ήδη αφήσει τον εαυτό του εδώ και έστηνε το σπιτικό της ψυχής του.
Η ζωή του βρέθηκε πολύ γρήγορα στο ζενίθ της και πολύ γρήγορα στο ναδίρ της. Λες και ο Αλέξης ήταν πάντα ένας νέος που ήθελε να την ρουφήξει από το μεδούλι, να φτάσει στα 200 μέτρα, χωρίς να περάσει από τα 100.
Ήταν μόλις 21 ετών όταν πήγε στο Λονδίνο κι έπιασε δουλειά ως τεχνικός τηλεοράσεων. Εκείνη τη χρονιά, το 1965 έκανε στην Indica Gallery την έκθεση του Kinetic Light Sculptures. Εκεί γνώρισε τον Μπράιαν Άνταμς των Rolling Stones και χτύπησε την πόρτα του Τζον Λένον και τον Beatles.
Ο Yanni Alexis Mardas μπήκε στο crew του κορυφαίου συγκροτήματος που εμφανίστηκε ποτέ, ανέπτυξε φιλικούς δεσμούς με τον Λένον, έχαιρε της εκτίμησης και συμπάθειας των ΜακΚάρτνι, Χάρισον και Ρίνγκο Σταρ και βρέθηκε για 4 χρόνια σφιχταγκαλιασμένος με την απόλυτη ονείρωξη της δόξας. Σχεδίασε και διηύθυνε την Apple Electronics, ένα δικό του όραμα για το μέλλον των ηλεκτρονικών συσκευών, βρήκε στήριξη από τα Σκαθάρια και ιδίως τον Λένον, αλλά και ο ίδιος ανταπέδωσε. Ήταν εκεί να κρατάει τον Λένον όταν το LSD του παρέλυε τη σκέψη. Ήταν εκεί να τον βοηθήσει στα πρώτα βήματα της σχέσης με την Γιόκο Όνο. Φήμες λένε ότι αυτός τους γνώρισε κιόλας και τον καθοδήγησε στη μετάβαση από την Σίνθια Λένον.
Για τον χωρισμό από τη Σίνθια έγινε και μεσάζων, μεταφέροντας της τις προθέσεις του Λένον. «Σκοπεύει να σε χωρίσει, να πάρει τον Τζούλιαν μακριά και να σε πάει στο Hoylake». Όλα αυτά έπλασαν στο μυαλό του μια ιδέα κτητικότητας απέναντι στον Λένον. Αυτό φάνηκε ξεκάθαρα και στην περίπτωση του Ινδού Maharishi Mahesh Yogi, για τον οποίο ο Μάρδας είχε ενστάσεις. Εκείνος κίνησε τα νήματα ώστε τελικά να μην του κάνουν δωρεά οι Beatles.
Ο Άλεξ Μάρδας έγινε ο Μάγος του συγκροτήματος, ο μέντορας-γκουρού του Λένον. Απέκτησε το προσωνύμιο Magic Alex και όπως συνήθιζε να λέει ο ΜακΚάρτνι, αποτελούσε το τζίνι της 4άδας. «Αν μπορείς να το κάνεις, θέλουμε κάτι τέτοιο» θα μπορούσε να είναι το μεσαίο όνομα του.
Μέχρι το 1969 ο Μάρδας μοιράστηκε ένα σημαντικό μέρισμα της πιο θρυλικής μουσικής ιστορίας. Έδωσε μάλιστα κάποια από την αίγλη και στην Ελλάδα, αφού έψηνε τους Beatles να αγοράσουν ένα νησί απέναντι από την Εύβοια (κάτι που δεν έγινε) και τους έφερε στην Ύδρα αλλά και για συναυλία!
Τότε αποχώρησε για λόγους που δεν αποσαφηνίστηκαν ως σήμερα. Στράφηκε στην δημιουργία μιας επιχείρησης που είχε πελάτες αποκλειστικά βασιλικά μέλη της Αραβίας και πλούσιους επιχειρηματίας και πέρασε από μπόλικα μετερίζια επιχειρηματία. Ως το 1987 δραστηριοποιούνταν στο εξωτερικό. Περιπλανήθηκε αρκετά, γύρισε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε μια για πάντα στο Κολωνάκι. Εδώ γνώρισε την 23χρονη τότε Τάνια Τρύπη με την οποία παντρεύτηκαν και απέκτησαν το μοναδικό του τέκνο, την Μαρίνα, και κατάφερε να θολώσει την κραταιά ανάμνηση της Τζόαν Κόλινς.
Τη ζωή του την περνούσε μεταξύ νυχτερινών διασκεδάσεων και πρωινών μηνύσεων. Ο Observer τον αποκάλεσε έμπορο όπλων και αναίρεσε ένα χρόνο μετά. Το περιοδικό The People πλήρωσε και 75 χιλιάρικα στον Μάρδα. Το 2004 ήταν η Daily Mail που έπρεπε να ανασκευάσει για εκείνον. Το 2006 ήταν ο Independent.
Το 2010 ήταν η τελευταία φορά που ακούσαμε για εκείνον, όταν έκανε μήνυση στους New York Times που τον αποκάλεσαν τσαρλατάνο και λαθραίο της δημοσιότητας των Beatles. «Εφηύρα μια σειρά από ηλεκτρονικές συσκευές, άσχετες με τη μουσική και τους Beatles» διατράνωνε. «Πρέπει να θυμάστε ότι πολλές συσκευές δεν υπήρχαν καν στην σκέψη των πολλών, αν και σήμερα είναι στη χρήση των πάντων» τόνιζε.
Το σπίτι στην Ύδρα χάθηκε, τα χρέη αυξάνοντα όπως τα κέρδη την εποχή που τα φώτα ήταν εκτυφλωτικά. Ο ίδιος τραγούδησε Hello Darkness my old friend, όπως οι Simon & Garfunkel όταν εκείνος ήταν μέλος της αγέλης και χόρεψε ροκαμπίλι με τη μοναξιά.
Πώς γίνεται εκείνοι που περιβάλλονταν πάντα από κόσμο, να καταλήγουν μόνοι; Ο Άλεξ Μάρδας ζούσε μονάχος μες στους ξένους και μες στους φίλους μόνος.
Ο Magic Alex ίσως να μετέτρεψε τον εαυτό του σε φάντασμα την αποφράδα 8η Δεκεμβρίου του 1980 που ο Τσάπμαν πυροβόλησε 4 φορές το καθρέφτισμα του, τον Λένον. Η πώληση 15 αντικειμένων του τραγουδιστή σε δημοπρασία το 2004 δεν ήταν μοναχά μια κίνηση για να βγάλει λεφτά. Ήταν μια κραυγή με σιγαστήρα. Το τέλος του ήρθε με τον φασόν νωχελικό τρόπο που έρχεται για τύπους όπως αυτός. Τύπους που βημάτιζαν στις μεγάλες σκιές…