Μεγαλωμένος στο Ελίζαμπεθ του Νιου Τζέρσεϊ ακολούθησε το παράδειγμα άλλων ομογενών και έφερε το… ελληνικότατο όνομά του, Αριστείδης Θωμάς, στα μέτρα των Αμερικανών ώστε να μην… μπερδεύονται. Και κάπως έτσι ο γεννημένος το 1966 καλλιτέχνης «βαφτίστηκε» Άρης Τόμας και τελικά στα 18 πήρε τον αντίθετο δρόμο από τους γονείς του επέστρεψε στην πατρίδα κουβαλώντας στις αποσκευές του τις εμπειρίες αλλά και στοιχεία της κουλτούρας που γνώρισε την αντίπερα όχθη του Ατλαντικού.
Ήταν τα μέσα της δεκαετίας του ’80 όταν εκείνος ήταν μόλις 18 ετών και στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής ετοιμαζόταν να περάσει από το περιθώριο στην mainstream μουσική σκηνή ένα είδος που θα άλλαζε τελικά τα πάντα. Την ραπ!
Βέβαια ο ίδιος βρισκόταν μουσικά πιο κοντά σε εκείνο το ρεύμα που άγγιζε περισσότερο την χορευτική και ντίσκο πλευρά της, και όχι αυτή που ήταν συνυφασμένη με συμμορίες, γκάνγκστα, γκάνια και τέτοιου τύπου στερεότυπα. Προτίμησε δηλαδή εκείνη την εκδοχή της που ταίριαζε περισσότερη με την δική του ιδιοσυγκρασία ως άνθρωπο και μετά καλλιτέχνη, η οποία και συνοψίζεται –κατά δήλωση του ιδίου- στην φράση «Let’s Go Dancing», αφού σε συνέντευξή του δεν έχει διστάσει να ανυψώσει τον χορό σε μέσο επούλωσης αλλά και ψυχικής ανάτασης!
Άλλωστε ως dj όπου και ξεκίνησε να ασχολείται με την μουσική βιομηχανία στην Ελλάδα αυτός ήταν ο σκοπός του. Να ξεσηκώνει τον κόσμο από τα καθίσματα και τους καναπέδες των διάφορων κλαμπ (που τότε υποτιμητικά αποκαλούνταν «καρεκλάδικα») και να τον κάνει να ιδρώνει στην πίστα, την ώρα που εκείνος «σκράτσαρε» τους δίσκους ή ράπαρε πάνω στην δεύτερη πλευρά των maxi singles, στα οποία δεν υπήρχαν λόγια. Ουσιαστικά τότε, στα decks μαγαζιών όπως τα Μπιτσουλας, Fiji, Totem και άλλα πολύ γνωστά εκείνη την εποχή, έπαιρνε το βάπτισμα του πυρός το είδος στην Ελλάδα και οι… ντόπιοι έρχονταν σε επαφή μαζί του.
Σταδιακά πέρασε και στο στάδιο της παραγωγής, σε συνθήκες πολύ πιο δύσκολες από τις σημερινές, όταν χρειαζόταν πολύς κόπος και ενέργεια (ή και διασυνδέσεις) για να πείσεις την ελληνική βιομηχανία η οποία παρέμενε πολύ διστακτική απέναντι σε αυτό το νέο είδος, προτιμώντας πολύ πιο παραδοσιακές και σίγουρες pop και rock καταστάσεις.
Η αγάπη του για την μουσική, τον χορό και τους πειραματισμούς τον οδήγησε στο να γράψει στίχους το 1986 για το eurodance κομμάτι «Computer Guy» που κυκλοφόρησε από την «Eva Records» και την επόμενη χρονιά συνυπέγραψε την πρώτη ελληνική ραπ παραγωγή στο ιστορικό πια «Deejay’s Life» της «Music Box», συνεργαζόμενος με τον DJ Palmer.
Το 1990 δημιουργήθηκαν οι «Modern Fears», ένα σχήμα μέσω του οποίου κυκλοφόρησε ορισμένα αντιπροσωπευτικά του στυλ του tracks, πριν έρθει 2 χρόνια αργότερα η εκτόξευσή του μέσα από ένα κομμάτι που σχεδόν 30 χρόνια μετά ξεσηκώνει ακόμα τον κόσμο με το που θα ακουστούν οι πρώτες νότες και ακόμη περισσότερο η γυναικεία φωνή που ξεκαθάριζε αυτό που όλοι σκέφτονταν για την μουσική του Άρη. «Δεν μπορώ να αντισταθώ. Σε θέλω»!
Εκείνο το καλοκαίρι του 1992 δεν υπήρχε club, ανεξαρτήτως είδους, που να μην έπαιζε σε κάποια στιγμή της βραδιάς το κομμάτι του, το οποίο παίχτηκε με μανία σε όλους τους ραδιοφωνικούς σταθμούς, κάνοντας την «MINOS-EMI» να τρίβει τα χέρια της για την απόφασή της να ηχογραφήσει και να κυκλοφορήσει ο δίσκος «Η αναμέτρηση».
Με αυτόν τον τρόπο ο Άρης Τόμας εκπλήρωσε και τον μεγαλύτερο στόχο του που δεν ήταν άλλος από το να γράψει ένα κομμάτι που θα γινόταν διαχρονικό, ενώ αργότερα κατόρθωσε να πραγματοποιήσει κι ακόμα ένα όνειρό του, δηλαδή να συνεργαστεί με μεγάλα ονόματα, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει εκείνο της Tina Charles. Το 2005 στην Billboard επιτυχία «Higher» του «Sanny X» μέσω της δισκογραφικής εταιρείας «Wizard Records» στις Η.Π.Α, την οποία ίδρυσε ο ίδιος το 2001 και ξανά το 2009, με την επιστροφή του στην Ελλάδα σε μια rap version του ανεπανάληπτου hit «I Love To Love».
Άρη Τόμας, σε ευχαριστούμε για όλα. Ακόμη είναι αδύνατο να αντισταθούμε, να ξέρεις.