Πάμπλο Λαραΐν : O λαμπαδηδρόμος του νέου χιλιανού σινεμά

Το 2016 ήταν η πιο γεμάτη χρονιά της ζωής του. Δύο ταινίες-προσωπογραφίες, δύο ταινίες που βραβεύτηκαν σε διάφορα φεστιβάλ. Ο Πάμπλο Λαραΐν είναι το επόμενο κατοστάρι του σινεμά της Χιλής.

Βρισκόμαστε εν έτει 2017. Απέχουμε κιόλας 17 χρόνια από το τέλος της δικτατορίας του Πινοσέτ. Υπάρχουν ενήλικοι άνθρωποι αυτή τη στιγμή στη Χιλή που δεν έζησαν καμία από τις εγκληματικές και βασανιστικές μέρες της διακυβέρνησης του. Ακόμα και η αφήγηση του ιστορικού τραύματος αρχίζει να θολώνει ορισμένες φορές. Για το δεύτερο είναι πολύ νωρίς ώστε να συμβεί. Συμβαίνει όμως και ο λόγος είναι ότι ένα μεγάλο μέρος της τελευταίας γενιάς της δικτατορίας, οδηγήθηκε εν αγνοία της στη σιωπή. Κι αν δεν είναι η άγνοια, είναι το περίφημο δόγμα του σοκ για το οποίο λέει η Ναόμι Κλάιν. Όπου όμως η Ιστορία φανερώνει αδυναμίες, έρχεται η Τέχνη να της υπενθυμίσει πράγματα. Οι σκηνοθέτες της Χιλής όρκισαν εαυτούς να κάνουν volume up στις φωνές που δεν ακούστηκαν. Ο Πάμπλο Λαραΐν ανήκει και δεν ανήκει σε αυτό το ρεύμα.

Ένα από τα πιο «γοητευτικά» σκηνοθετικά ονόματα της περασμένης και λογικά της φετινής χρονιάς είναι ο Πάμπλο Λαραΐν  Μάτε. Ο λόγος είναι ότι το 2016 αποτέλεσε χρονιά προβολής δύο ταινιών όπου σκιαγραφούσε πραγματικές προσωπικότητες που σημάδεψαν από το δικό τους μετερίζι η κάθε μία τους ανθρώπους. Από τη μία ο ποιητής Πάμπλο Νερούδα κι από την άλλη η Τζάκι Κένεντι. Το Neruda και το Jackie αναγνωρίστηκαν σε διάφορα κινηματογραφικά φεστιβάλ και μέχρι την Δευτέρα έπαιζαν τα ρέστα τους για υποψηφιότητα στα Όσκαρ. Το πρώτο στην κατηγορία ξενόγλωσσης ταινίας.

Εν τέλει, μόνο η Νάταλι Πόρτμαν κατάφερε να δώσει ένα ενδιαφέρον στον Πάμπλο. Το Jackie ήταν η πρώτη του ταινία σε χολιγουντιανό πλαίσιο και μάλιστα υπό την επιμέλεια του παραγωγού Ντάρεν Αρονόφσκι.

Αν δούμε το διάγραμμα της εξέλιξης του την τελευταία 5ετία, σε συνάρτηση πάντα με τα πρώτα του βήματα, τότε δεν ήταν σίγουρα η τελευταία απόπειρα για τον Πάμπλο.

Ο 40χρονος σκηνοθέτης εκκίνησε κι εκείνος από την ίδια ρητορική που είχαν εκκινήσει και παλιότεροι του όπως ο Πατρίσιο Γκούσμαν. Το Tony Manero ήταν μεν μια νότα αισιοδοξίας, μέσα σε ένα δικτατορικό χρωματισμό όμως. «Ήθελα να δημιουργήσω μια φιγούρα που να αφήσει έναν λεκέ. Μια φωνή που θα ήταν ένας βρώμικος καθρέφτης. Ένας καθρέφτης με αλλοιωμένη αντανάκλαση» θα έλεγε αργότερα για τον Manero.

Το Post Mortem και το No ασχολήθηκαν με ντοκιμαντερίστικο ύφος με τα πολιτικοκοινωνικά δρώμενα της Χιλής. Το πρώτο θέλησε να περάσει τα μηνύματα που αφορούν την Ιστορία με κεντρομόλο τον δικτάτορα Πινοσέτ. Το δεύτερο ήταν καθ΄ολοκληρία ένα συλλογικό τραύμα. Το El Club ξέφευγε τρόπον τινά από το αμιγώς πολιτικό πλαίσιο, αλλά και πάλι έκανε μια σύνδεση. Εκκλησία και Κράτος είναι ένα και το αυτό: φυγάδες της απονομής δικαιοσύνης. Δεν ήρθαν αντιμέτωποι με τα εγκλήματα τους. Η Εκκλησία με την παιδεραστία και κακοποίηση ανηλίκων, το Κράτος με τις μαζικές δολοφονίες και την κατακρεούργηση της ελευθερίας των ανθρώπων. Μιμούμενος την δράση της ομάδας Spotlight, ο Πάμπλο Λαραΐν φώτισε τα επιμελώς συσκοτισμένα δωμάτια και σπίτια της Καθολικής Εκκλησίας.

Μεγαλωμένος ως ένα αριστερό παιδί φανατικά συντηρητικών γονέων, ο Λαραΐν έκανε αυτό που επέτασσε η κοσμοθεωρία του. Η ηθική που επέλεξε να ασπαστεί τον έφερες στο κατώφλι των μετέπειτα πράξεων του.

«Θεωρώ ότι οι γονείς μου έκαναν κάτι πολύ δύσκολο. Μεγάλωσαν ένα παιδί που σκέφτεται τόσο θεμελιωδώς διαφορετικά από αυτούς. Έχω δύο παιδιά και δεν ξέρω πως θα το αντιμετώπιζα αν κάποια στιγμή είχαν μια ριζοσπαστική οπτική σε σχέση με την δικιά μου»

Αν έχεις δει πάνω από δύο ταινίες του, βλέπεις ξεκάθαρα ότι αυτή η ατάκα του είναι ατόφιος εσωτερικά Πάμπλο. Πραγματιστής, έξω από τις νόρμες που επιβάλλουν πράγματα, ανατρέπει την έννοια των δεσμών αίματος. Αναγνωρίζει στον γονιό την τρομερή δυσκολία του να συμβαδίσει με το παιδί του, να γεφυρώσει το χάσμα και να του δώσει το χώρο να αναπτυχθεί. Πόσο μάλλον σε μια Χιλή που βρισκόταν στα δεσμά μιας δικτατορίας, με τον Λαραΐν να παρακολουθεί τα απομεινάρια της όταν έφτασε σε ηλικία αποκρυστάλλωσης και σύνθεσης χαρακτήρα.

Όταν ο Ντάρεν Αρονόφσκι έψαχνε να βρει τον σκηνοθέτη του Jackie, είδε το El Club και ήξερε αμέσως ότι ο Πάμπλο θα αποτελούσε τον go to guy του. «Ήταν ξεκάθαρο ότι πρόκειται για έναν πολυμήχανο και ταυτόχρονα πολύ ακριβή auteur που θα ξεφυλλίσει κάθε κατάσταση και χαρακτήρα για να επιλέξει την πλευρά που θα σταθεί για να αφηγηθεί».

Για την αναπαράσταση της Τζάκι Κένεντι και του Νερούδα ο Λαραΐν ακολούθησε μια περίεργη σε πρώτη ανάγνωση, μα τόσο συνετή αν το καλοσκεφτείς φιλοσοφία. «Το να σκέφτεσαι ότι κάνεις ταινία γι΄αυτές τις προσωπικότητες είναι μια πρόκληση. Είναι όμως πολύ τρομακτικό. Χρειάζεται να κοιτάξεις κατάματα το ότι δεν πρόκειται ποτέ να κατακτήσεις αυτούς τους χαρακτήρες. Τότε ακριβώς θα είσαι απόλυτα ελεύθερος για να δεις ότι το θεϊκό κάλυμμα που έχεις γι΄αυτούς στο μυαλό σου, δεν είναι παρά παραπέτασμα. Κι από κάτω βρίσκονται ιδρώτας, επιθυμίες, κρίσεις και πανικός».

Για την Χιλή ο κινηματογράφος είναι μια αλήθεια. Χωρίς επικάλυψη. Ακόμα και ο Χοδορόφσκι που υπεισέρχεται περισσότερο μέσα στην ψυχή του στο Poesia Sin Fin, παραδίδει την αλήθεια του. Με τις φιοριτούρες και τις υπερβολές της. Ο Πάμπλο φαίνεται να παίρνει από τους σπουδαίους προγενέστερους του ό,τι καλύτερο μπορεί και να το αναπλάθει για να χωρέσει στους σχηματισμούς του!