50.000 άτομα στην κηδεία του: Ο άνθρωπος του λαού που έφυγε ολομόναχος επειδή αγνόησε την 3η εντολή των γιατρών

«Ο άνθρωπος του λαού, που ένιωσε τον λαό και έπαιξε για τον λαό»

Δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο οι ηθοποιοί που ασχολούνται με την κωμωδία να αντιμετωπίζονται ως δεύτερης διαλογής από ειδικούς και «ειδικούς» οι προσεγγίζουν το θέμα με σνομπισμό και ελιτίστικη προκατάληψη. Θαρρεί κανείς ότι οι καλλιτέχνες που υπηρετούν το συγκεκριμένο είδος καλούνται να ξεπεράσουν αυτό το εμπόδιο για να αναγνωριστεί το ταλέντο του και να θεωρηθούν ισάξιοι εκείνων που αναδεικνύονται μέσα από πιο κλασικούς ρόλους.

Σε αυτή την κατηγορία δεν ανήκει ο Βασίλης Λογοθετίδης. Είχε την ευλογία να δει τους σύγχρονούς του κριτικούς να υποκλίνονται στις υποκριτικές ικανότητές του, παρά το γεγονός ότι εκείνος ασχολήθηκε με την πιο «ελαφριά» πλευρά της ηθοποιίας. Βέβαια, όσοι τον έχουν δεν σε μία από τις μόλις 12 κινηματογραφικές παρουσίες του, διαπιστώνουν εύκολα ότι επρόκειτο για δουλειές που ποιοτικά απέχουν… έτη φωτός από σημερινές καρικατούρες που… υποδύονται τους κωμικούς, με φτηνό και χονδροειδές «χιούμορ».

Ο Βασίλης Λογοθετίδης ζούσε και ανέπνεε για το θέατρο. Το σανίδι ήταν ο φυσικός χώρος του, εκεί όπου ένιωθε πιο άνετα από οπουδήποτε αλλού και ίσως το μοναδικό σημείο όπου μπορούσε να μοιράζεται με τους άλλους την ζωή του. Και αυτό διότι ως άνθρωπος ήταν πολύ μοναχικός από επιλογή, γεγονός που σχετίζεται άμεσα και με την απόφασή του να μην παντρευτεί και να μην κάνει ποτέ οικογένεια.

Έλαβε μέρος σε συνολικά περισσότερα από 310 θεατρικά έργα, εκ των οποίων οι 110 ελληνικές πρωτότυπες κωμωδίες, αν και βρέθηκε στο θέατρο μάλλον κατά τύχη! Γεννημένος στο Μυριόφυτο της Ανατολικής Θράκης το 1898, βρέθηκε στο περίφημο Ζωγράφειο Γυμνάσιο της Κωνσταντινούπολης και το 1918 πέρασε στην Αθήνα. Ο λόγος της μετακόμισης δεν ήταν άλλος από τον έρωτα! Στην Πόλη είχε συνάψει σχέση με μια κοπέλα, αλλά οι γονείς και των δύο δεν συναινούσαν, με αποτέλεσμα το ζευγάρι να θελήσει να απομακρυνθεί από αυτούς. Έφτασαν στην πρωτεύουσα με άδειες τσέπες και κανέναν γνωστό, όμως για καλή τους τύχη εκείνη την εποχή ο θίασος Κοτοπούλη αναζητούσε ηθοποιούς. Χτύπησε την πόρτα του από ανάγκη, αναζητώντας βασικά μια δουλειά για στέγη και τροφή και τελικά έμεινε εκεί σχεδόν 30 χρόνια, γινόμενος ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς που πάτησαν το σανίδι του!

Στην πλειοψηφία των παραγωγών στο πλευρό του στεκόταν η Ίλυα Λυβικού. Μια από τις ομορφότερες και πλέον γυναίκες της εποχής η οποία ήταν και η σύντροφός του και στην ζωή. Ήδη παντρεμένη, διαζευγμένη και με παιδιά από τον πρώτο γάμο, έμεινε κοντά στον Λογοθετίδη χωρίς ποτέ να επισημοποιήσουν την σχέση τους, ενώ πολλοί είναι εκείνοι που θεωρούν ότι η ίδια με τον δυναμικό χαρακτήρα της ήταν που τον έπεισε να κάνει το βήμα παραπάνω και να δημιουργήσει τον δικό του θίασο.

Έμειναν ζευγάρι για δεκαετίες, όμως τα τελευταία χρόνια της ζωής του ο  Λογοθετίδης προτίμησε να ζει μόνος σε δικό του σπίτι. Αν και διάσημος, προτιμούσε να αποφεύγει κάθε κοσμική παρουσία, σπανίως απασχολούσε τις εφημερίδες για οτιδήποτε άλλο εκτός από την δουλειά του, ενώ στο Παλαιό Φάληρο όπου έμενε, οι γείτονες τον θυμούνται να τρώει σχεδόν κάθε μεσημέρι ολομόναχος σε ένα μικρό ταβερνάκι της γειτονιάς του. Στο σπίτι είχε μια οικιακή βοηθό που ήταν και εκείνη που αντιλήφθηκε τον θάνατό του στις 20 Φεβρουαρίου του 1960.

Το τελευταίο διάστημα πριν φύγει από αυτόν τον κόσμο αντιμετώπιζε πρόβλημα με την καρδιά του. Οι γιατροί του συνέστησαν να περιορίσει δραστικά το κάπνισμα και την κατανάλωση αλκοόλ. Αυτές τις αυστηρές συστάσεις τις ακολούθησε ευλαβικά. Όχι όμως και την τρίτη που ήταν να περιορίσει τις εμφανίσεις του στο θέατρο προκειμένου να έχει την απαιτούμενη ανάπαυση που χρειαζόταν. Όμως ο Λογοθετίδης δεν είχε καμία διάθεση να το κάνει και τελικά πλήρωσε το πάθος του με την ζωή του.

Ενώ ξυριζόταν, έπαθε καρδιακή προσβολή σε ηλικία 62 ετών και η είδηση του θανάτου του βύθισε στην θλίψη ολόκληρη την Ελλάδα. Ο γνωστός ακαδημαϊκός, συγγραφέας, πολιτικός και πάνω απ΄ όλα δάσκαλος, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος είχε γράψει χαρακτηριστικά για αυτόν ότι «ήταν ο άνθρωπος του λαού, που ένιωσε τον λαό και έπαιζε για τον λαό». Και αυτή η μοναδική σύνδεση φάνηκε περισσότερο από κάθε άλλη φορά στην κηδεία του στην οποία έδωσε το «παρών» μέγα πλήθος, που οι εφημερίδες της εποχής το υπολογίζουν στις 50.000!

Μάλιστα με εντολή του τότε πρωθυπουργού, Κωνσταντίνου Καραμανλή, η σορός του τέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα, ενώ παρόντες στο ύστατο χαίρε ήταν υπουργοί, αρχηγοί κομμάτων, εκπρόσωπος του ίδιου του βασιλιά, άνθρωποι της τέχνης και των γραμμάτων. Εκεί εξουσία, διανόηση και λαός έγιναν ένα για να αποχαιρετήσουν έναν πραγματικά μεγάλο με τον τρόπο που του άξιζε…