Οι περισσότεροι (κυρίως οι νεότεροι σε ηλικία) θα θυμούνται τον Ανδρέα Φιλιππίδη από την αξέχαστη ερμηνεία του στην ταινία «Λούφα και Παραλλαγή», η οποία εντελώς συμπτωματικά ήταν και η τελευταία στην κινηματογραφική καριέρα αυτού του σπουδαίου ηθοποιού. Εκεί έδωσε ρεσιτάλ ως ο αντισυνταγματάρχης την περίοδο της Χούντας, στο πρόσωπο του οποίου αντικατοπτριζόταν όλη η φαιδρότητα εκείνης της κατά τα άλλα τραγικής για τον τόπο περιόδου.
Ο Ανδρέας Φιλιππίδης τότε ήταν ήδη 65 ετών και πίσω του είχε μια πορεία η οποία ξεκίνησε το μακρινό 1943, όταν έκανε το ντεμπούτο του στο θέατρο στον θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδου ή «Κυρίας Κατερίνας», όπως ήταν γνωστή. Ο νεαρός –τότε- ηθοποιός ενσάρκωσε τον «Γκόρντον» στην παράσταση «Παράξενο Ιντερμέτζο» του Ευγένιου Ο’ Νιλ, έχοντας νωρίτερα αποφασίσει να εγκαταλείψει τις σπουδές του στην Νομική. Ο σπόρος της υποκριτικής είχε μπει από τον πατέρα του που ήταν και εκείνος ηθοποιός, με αποτέλεσμα το… μήλο να πέσει τελικά κάτω από την μηλιά.
Στη δική του περίπτωση πάντως, το μήλο έγινε… δέντρο και μάλιστα εντυπωσιακό. Η ευρύτητα του πνεύματος του Φιλιππίδη ήταν τέτοια που του επέτρεψε να δοκιμάσει πολλά διαφορετικά πράγματα και να διακριθεί σε πολλές διαφορετικές πτυχές. Έπαιξε πολλούς από τους λεγόμενους «μεγάλους» ρόλους στο θέατρο, συνεργάστηκε με «ιερά τέρατα» όπως ο Χορν, η Αρώνη, ο Παππάς και η Μανωλίδου, διετέλεσε και ο ίδιος θιασάρχης, ενώ έβαλε την υπογραφή του σε πολλές παραστάσεις και ως σκηνοθέτης.
Οι σπουδές, το επίπεδο, το ταλέντο αλλά και το εντυπωσιακό παρουσιαστικό του, του άνοιξαν μπόλικες πόρτες αφού τον επέλεγαν συχνά για ρόλους που απαιτούσαν επιβλητικούς χαρακτήρες. Ακόμη και εάν επρόκειτο για κωμωδία, όπως για παράδειγμα στην σπαρταριστή
«Γκαρσονιέρα για δέκα», όπου πρόσφερε άφθονο γέλιο ως ο εργοστασιάρχης Απόστολος Σουλτάνογλου που προσπαθούσε να μετατρέψει σε παράνομη ερωτική φωλίτσα το σπίτι του υπαλλήλου του Χρόνη (Εξαρχάκου)!
Στο σινεμά είχε κάνει αρχή με ένα ρολάκι στα «Παιδιά της Αθήνας», αν και η πρώτη «πραγματική» δουλειά του ήταν ως Μήτρος στον «Αγαπητικό της Βοσκοπούλας». Συνολικά έπαιξε σε περίπου 40 ταινίες, καλύπτοντας μια μεγάλη γκάμα χαρακτήρων, αν και στη συνείδηση πολλών έμεινε για τους κωμικούς ρόλους, χωρίς να χρειαζόταν πολλά λόγια για να ξεχωρίσει. Όπως, για παράδειγμα, δίπλα στον Κώστα Βουτσά στην ταινία ο «Δασκαλάκος ήταν Λεβεντιά», από όπου αξέχαστη έμεινε η στιχομυθία τύπου «πινγκ-πονγκ», «παρ’τα-φερ’τα»!
Η μεγάλη του αγάπη ήταν φυσικά το θέατρο. Εργάστηκε στο Εθνικό Θέατρο μέχρι το 1957 και ακολούθως στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος, στο Ελεύθερο Θέατρο και αργότερα έφτασε στο σημείο να διατελέσει επί σειρά ετών καθηγητής υποκριτικής στη Δραματική Σχολή Θεοδοσιάδη και στο Θέατρο Τέχνης του Καρόλου Κουν και αργότερα εξελέγη αντιπρόεδρος του Συλλόγου Ελλήνων Ηθοποιών.
Μετά την δεκαετία του ’70 είχε πολλές συνεργασίες στο ραδιόφωνο, ενώ όταν έκανε την εμφάνισή της στην Ελλάδα και η τηλεόραση, κατάφερε να διακριθεί και εκεί, συμμετέχοντας σε μερικά από τα πλέον ιστορικά σίριαλ. Το ευρύ κοινό που δεν είχε την δυνατότητα να τον απολαύσει στο θέατρο ή το σινεμά, τον γνώρισε μέσα από σειρές σαν την «Γειτονιά μας», «Ο Χριστός Ξανασταυρώνεται», «Ο Συμβολαιογράφος» και άλλες. Επίσης παρουσίασε και το τηλεπαιχνίδι «Τυχερή σκακιέρα», με θέμα το σκάκι, αφού υπήρξε πολύ καλός σκακιστής έχοντας κατακτήσει και τίτλο στο πρωτάθλημα του ΣΕΗ.
Η τελευταία παρουσία του στην μικρή οθόνη ήταν το 1987 στο «Σιγά, η πατρίδα κοιμάται» όπου ουσιαστικά κεφαλαιοποίησε την ερμηνεία του στο θρυλικό «Λούφα και Παραλλαγή» του Νίκου Περάκη. Εκεί υποδύεται τον αντισυνταγματάρχη Μηνά Κατσάμπελα.
Στην προσωπική του ζωή έκανε δύο γάμους. Ο πρώτος ήταν με την σπουδαία Δέσπω Διαμαντίδου, με την οποία μάλιστα απέκτησαν κι έναν γιο, τον Μάριο. Το ζευγάρι χώρισε το 1957, με τρόπο πολιτισμένο και οι δυο τους είχαν πάντοτε φιλικές σχέσεις. Μάλιστα η Διαμαντίδου η οποία είχε εγγραφεί στο Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών με το δικό του επώνυμο, το διατήρησε μέχρι τέλους, ακόμη και μετά το διαζύγιό τους.
Η δεύτερη φορά που παντρεύτηκε ήταν και πάλι με ηθοποιό και συγκεκριμένα την εντυπωσιακή Λίλλη Παπαγιάννη. Γνωρίστηκαν όταν εκείνη ήταν 22 ετών και σπουδάστρια στο Θέατρο Τέχνης και εκείνος 36 και δίδασκε στην ίδια σχολή. Ήταν ένας έρωτας με την πρώτη ματιά που αποδείχτηκε μια σχέση ζωής η οποία κράτησε μέχρι τις 8 Ιανουαρίου 1989 όταν ο Ανδρέας Φιλιππίδης άφησε την τελευταία πνοή του σε ηλικία μόλις 70 χρονών.