Πριν από την εμφάνιση του Στέφανου Τσιτσιπά και της Μαρίας Σάκκαρη, το ελληνικό τένις ήταν ως γνωστόν παντελώς «ανώνυμο» διεθνώς, καθώς οι επιτυχίες της Λένα Δανιηλίδου (που έφτασε ένα φεγγάρι έως το Νο. 14 του κόσμου) και παλαιότερα το αδιαμφισβήτητο ταλέντο του Γιώργου Καλοβελώνη και της Αγγελικής Κανελλοπούλου δεν αρκούσαν προφανώς για να βάλουν την Ελλάδα στον τενιστικό «χάρτη» (κάτι που είχε κάνει με την Κύπρο ο Μάρκος Παγδατής).
Πλέον, εύλογα τα κατορθώματα δύο Ελλήνων τενιστών παγκόσμιας κλάσης εμπνέουν και ωθούν νέα παιδιά στα κορτ, περιβάλλοντας με τελείως διαφορετική δυναμική το άθλημα στην Ελλάδα. Το «Έλληνας τενίστας» έπαψε να θυμίζει το… «Άγγλος μπασκετμπολίστας» και ο στόχος της επαγγελματικής καριέρας σε top επίπεδο «ταξιδεύει» τα μέλη των ελληνικών Ακαδημιών τένις, με πυξίδα την ενσάρκωση του «impossible is nothing», από τον Στέφανο και τη Μαρία.
Η 17χρονη Μιχαέλα Λάκη και ο 10χρονος (ναι, καλά διαβάσατε) Ραφαήλ Παγώνης είναι δύο Έλληνες αθλητές που έχουν κάνει αισθητή την παρουσία τους στο εξωτερικό. Ωστόσο για πολλά άλλα παιδιά που διαθέτουν ταλέντο και προτίθενται να δοκιμάσουν τις ικανότητές τους εκτός των στενών ελληνικών συνόρων, αυτό είναι από πολύ δύσκολο έως ανέφικτο. Στο τένις δεν μπορείς να ακολουθήσεις επαγγελματική καριέρα αν από μικρή ηλικία δεν συμμετέχεις σε διεθνή τουρνουά, που μέσω της διαρκούς τριβής και του μέγιστου δυνατού ανταγωνισμού θα σε ανεβάσουν επίπεδο. Παρά τις μεγάλες επιτυχίες του Τσιτσιπά και της Σάκκαρη, το ελληνικό τένις εξακολουθεί να τελεί υπό το καθεστώς του… αθέμιτου ανταγωνισμού, σε σύγκριση με πολλές άλλες χώρες.
Το μεγάλο εμπόδιο παραμένει αδιασάλευτο. Η ελληνική ομοσπονδία εξακολουθεί να μην χορηγεί με… σεντ τους wannabe πρωταθλητές μας για διεθνείς αποστολές, όπως συμβαίνει στο εξωτερικό με τους top τενίστες σε κάθε ηλικιακή κατηγορία (σε κάποιες χώρες επιδοτούνται οι 4 καλύτεροι, σε άλλες οι 8).
Στην Ελλάδα αυτό συμβαίνει είτε χάρη στην οικονομική επιφάνεια της οικογένειας του αθλητή, είτε με τη βοήθεια κάποιου χορηγού, που έχει αγάπη για το τένις και προτίθεται να επενδύσει σε ένα παιδί με χάρισμα και αφοσίωση (είτε μέσω και των δύο). Εξυπακούεται ότι και η οικογένεια του Τσιτσιπά και της Σάκκαρη πήραν το ρίσκο μεγάλων οικονομικών θυσιών, τζογάροντας ουσιαστικά στην ανέλιξη και των ευόδωση των κόπων των δύο παιδιών, που ξεκίνησαν να παίζουν στο εξωτερικό από την ηλικία των 12 ετών.
Όμως για πολλούς τενίστες και τενίστριες με σπουδαίες προοπτικές κάτι τέτοιο είναι πρακτικά αδύνατο. Και η πραγματικότητα που έχει διαμορφωθεί πια είναι ότι δεν έχουμε κάθολου λίγα τέτοια παιδιά στην Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η 13χρονη Ραφαέλα Καναβαράκη. Πρωταθλήτρια Ελλάδας το 2021 στα Under 12 και μέλος της Εθνικής Ομάδας στην προκριματική φάση του πανευρωπαϊκού πρωταθλήματος την ίδια χρονιά στην Κύπρο, η εξέλιξη της «απειλείται» από τον άλυτο – για την ώρα γρίφο – της συμμετοχής σε διεθνή τουρνουά.
Σήμερα, χωρίς να έχει καν κλείσει τα 13, είναι το Νο. 8 στην Ελλάδα στα U14, προπονείται περίπου 20 ώρες την εβδομάδα και θα πρέπει να τις κάνει τουλάχιστον 25 (!) για να ανταποκριθεί στον ανταγωνισμό, που απαιτείται σύντομα να μην είναι αμιγώς ελληνικός.
Η Ραφαέλα περνάει πάγια 6 ώρες την ημέρα στην Ακαδημία του εννιά φορές πρωταθλητή Ελλάδας Γιώργου Καλοβελώνη στην Πεύκη – εκεί τρώει, εκεί διαβάζει, καθώς το προπονητικό πρόγραμμα είναι σπαστό και σε συνδυασμό με τις σχολικές υποχρεώσεις ο χρόνος είναι εξαιρετικά περιορισμένος. Αυτό είναι ένα ακόμη ντεσαβαντάζ που έχουν οι Έλληνες αθλητές σε σχέση με παιδιά από το εξωτερικό, όπου η εκπαιδευτική κουλτούρα του internet – school εξασφαλίζει πολύτιμο χρόνο (max 4 ώρες την ημέρα) και ευελιξία, από τη στιγμή που δεν προϋποθέτει φυσική παρουσία.
Είναι η μοναδική τενίστρια κάτω των 13 ετών που έχει κατακτήσει τουρνουά U14 επιπέδου Ε1 (η ανώτερη βαθμίδα σε κάθε ηλικιακή κατηγορία), τον περασμένο Ιούνιο στη Θεσσαλονίκη. Στον ημιτελικό νίκησε το Νο.2 στην Ελλάδα στα U14 και στον τελικό το Νο.3, με την ίδια να είναι τότε 12 ετών και 8 μηνών. Επιπλέον έχει κατακτήσει δύο φορές τουρνουά επιπέδου Ε2 στα U14, τη μία από τις δύο όταν ήταν ακριβώς 12 ετών.
Τελευταία επιτυχία η τρίτη και δεύτερη θέση στα μονά και διπλά αντίστοιχα στο Ε1 Under 14 της Φιλιππιάδας, στα τέλη του περασμένου Ιουλίου. Στον ημιτελικό του μονού ηττήθηκε από το Νο. 3 στην Ελλάδα, της οποίας υπολείπεται κατά ένα χρόνο.
Άμεσοι στόχοι της να συμμετάσχει σε τουρνουά Tenniseurope U14 ώστε να αποκτήσει διεθνή βαθμολογία αλλά και εμπειρία, το οποίο φυσικά προϋποθέτει οικονομική βοήθεια από χορηγούς. Επιπλέον να είναι στις πρώτες τρεις Ελληνίδες στην κατάταξη, έτσι ώστε να διασφαλίσει τη συμμετοχή της στην Εθνική Ομάδα και στα πανευρωπαϊκά ατομικά και ομαδικά πρωταθλήματα του 2023 στη κατηγορία υ14.
«Πρόκειται για μια αθλήτρια τεχνικά ολοκληρωμένη, λόγω των πολύ σωστών βάσεων που έχει πάρει. Σίγουρα υπάρχει δουλειά να γίνει στον τομέα της φυσικής κατάστασης, αλλά είναι μια τενίστρια με δυναμική και αξίζει να επενδύσει κάποιος σε αυτήν», μας λέει ο Γιώργος Καλοβελώνης, η Ακαδημία του οποίου έχει καταγράψει και εξακολουθεί να καταγράφει σημαντικές επιτυχίες, βάσει των επιδόσεων των αθλητών της.
Η Ραφαέλα είναι ένα από τα Ελληνόπουλα που ξέρουν από πολύ μικρή ηλικία ακριβώς τι θέλουν να κάνουν στη ζωή τους και έχουν οπλιστεί με τη στοχοπροσήλωση που επιβάλλεται ώστε να αναδειχθούν σε ένα άθλημα που απαιτεί τεχνική και σωματική επάρκεια όσο κανένα άλλο. Και βέβαια όχι μόνο αυτό. Στο τένις του υψηλότερου επιπέδου δεν έχεις «στέγη», ούτε προσωπική ζωή επί σειρά ετών – η αφοσίωση πρέπει να είναι καθολική, αφού οποιαδήποτε «παρασπονδία» επιβαρύνει αποκλειστικά στην πλάτη σου και δεν υπάρχει κανένας συμπαίκτης να «καθαρίσει», σε μια κακή ημέρα, για σένα.
Το παράδοξο είναι ότι για εκείνην, αλλά και για αρκετά άλλα παιδιά με αντίστοιχα όνειρα το ζητούμενο για την ώρα είναι απλώς το δικαίωμα στο να παίζουν τένις στο κατάλληλο ανταγωνιστικό επίπεδο.
Αν αυτό εξασφαλιστεί, τότε τα φτερά ανοίγουν και το «sky is the limit» γίνεται αυτομάτως σύνθημα… στάσης ζωής.
Διότι αθλητές και αθλήτριες με τη δική της νοοτροπία δεν… συνηθίζουν να αφήνουν οτιδήποτε στην τύχη.