«Να σφάξουμε την “Βουλγάρα”…»: Η Ελληνίδα ηθοποιός που επιβίωσε από δολοφονική επίθεση εν ώρα παράστασης

Μια αγωνίστρια στο σανίδι και στους δρόμους

Ήταν Τετάρτη 20 Ιουνίου 1945 στην Αθήνα μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και την συμφωνία της Βάρκιζας που έβαζε τέλος στον εμφύλιο… Η Καίτη Ντιριντάουα είχε μόλις βγει στην σκηνή όπου την υποδέχτηκε το κοινό με θέρμη, πριν δεχθεί άνανδρη επίθεση από Χίτες που φωνάζοντας «Την Βουλγάρα! Να σφάξουμε την Βουλγάρα» επιχείρησαν να βάλουν τέλος στη ζωή της.

Το «έγκλημά» της ήταν οι αγώνες της… Ενταγμένη στο ΕΑΜ, δεν έκρυψε ποτέ τις πολιτικές πεποιθήσεις της, συνεισφέροντας συνειδητά στον αγώνα. Αν και θα μπορούσε να μείνει αμέτοχη, όπως συνέβη με πολλούς άλλους καλλιτέχνες, η γεννημένη στην Θεσσαλονίκη το 1920 (ως Αικατερίνη «Καίτη» Οικονόμου) ηθοποιός δεν κρύφτηκε ποτέ, ούτε καν εκείνες τις μαύρες μέρες.

Όταν ξέσπασε ο πόλεμος είχε ήδη συνεργαστεί με τον Θίασο του Μακέδου, αλλά και τους Ορέστη Λάσκο και Αττίκ, στην περίφημη «Μάντρα» του. Εκείνοι οι δύο τελευταίοι μάλιστα ήταν και οι καλλιτεχνικοί της «νονοί» της Καίτης Οικονόμου. «Είχαμε πάει περιοδεία στην Αίγυπτο. Είχε τελειώσει ο πόλεμος των Ιταλών στην Αβησσυνία και οι μάχες στην πόλη Ντιριντάουα. Ήμουνα μικρή, ακόμα, ευλύγιστη και μαυροτσούκαλο και μ’ έβγαλαν Ντιριντάουα» διηγείται η ίδια στην εφημερίδα «Ριζοσπάστης».

Από μικρή αγωνίστρια στον στίβο της ζωής, πριν την ανακαλύψει ο Αττίκ, δούλεψε σε μπουλούκια και βαριετέ, έχοντας σπουδάσει χορό στις σχολές Μοριάνοβ. Την περίοδο του πολέμου συνδέθηκε με τον Κώστα Πετρουτσόπουλο στο σπίτι του οποίου είχαν φιλοξενηθεί ορισμένοι Βρετανοί αξιωματικοί την περίοδο της Κατοχής. Μετά από επιχείρηση των Ιταλών, ένας Άγγλος σκοτώνεται, 32 συμπατριώτες τους πιάνονται, ενώ συλλαμβάνονται και ορισμένοι Έλληνες συνεργοί τους. Η Ντιριντάουα συνδέεται από κάποιους με τα παραπάνω γεγονότα και δεν είναι λίγοι εκείνοι που την θεωρούν προδότρια

Το επόμενο διάστημα οι εμφανίσεις της στο θέατρο «Αλκαζάρ» μετατρέπονται σε πεδίο διαμάχης. Άλλοι την αποθεώνουν την ίδια ώρα που ορισμένοι αποδοκιμάζουν. Σε μία από τις παραστάσεις αποφασίζει να δώσει την απάντησή της. «Με συκοφαντούν ότι πρόδωσα Αγγλους. Είναι ψέμα. Εγώ είμαι Ελληνίδα! Ζήτω η Ελλάς – ζήτω η Αγγλία!» βροντοφωνάζει και πληρώνει ακριβά την τόλμη της. Οι Ιταλοί (με τους οποίους υποτίθεται είχε συνεργαστεί) όχι μόνο την συλλαμβάνουν, αλλά και την καταδικάζουν σε φυλάκιση ενός έτους (έμεινε 6 μήνες) ενώ παράλληλα της απαγορεύουν να παίξει ξανά στην σκηνή.

Μετά την κατάρρευση της Ιταλίας στον πόλεμο, εκείνη θα επανέλθει ενώ μετά τα Δεκεμβριανά συμμετείχε σ’ έναν ΕΑΜίτικο θίασο με τους Γιαννίδη, Βεάκη, Παπαθανασίου, Παϊζη, Μανέλη, Ζέη, Οικονομίδη, που γύριζε την Ελλάδα. Για 7 μήνες μετά την συμφωνία έμεινε ανενεργή, μέχρι που ο επιχειρηματίας του θεάτρου «Ερμής» της πρότεινε να δουλέψει.

Εκεί έλαβε χώρα και η επίθεση της 20ής  Ιουνίου 1945… Με το που έκανε την εμφάνισή της στην σκηνή, το οργανωμένο σχέδιο μπήκε σε εφαρμογή. Φωνάζοντας «Να σφάξουμε την Βουλγάρα» οι Χίτες επιτέθηκαν με ρόπαλα, μαχαίρια ακόμη και όπλα… Στον Ριζοσπάστη της εποχής αναφέρονται χαρακτηριστικά τα γεγονότα εκείνης της βραδιάς: «…από τους πυροβολισμούς και τα ρόπαλα των καννιβάλων τραυματίστηκαν θανάσιμα ο ηθοποιός Σταύρος Ιατρίδης και ελαφρότερα ο ηθοποιός Πατρίκιος, καθώς επίσης και περί τους δέκα θεατές, ανάμεσα στους οποίους ο Α. Δαμιανάκης σοβαρά στο κεφάλι. Πρέπει να σημειωθεί ότι το εγκληματικό σχέδιο της δολοφονίας της Ντιριντάουα ματαιώθηκε από τη σθεναρή στάση πενταμελούς ομάδας της Γενικής Ασφάλειας, η οποία με αποφασιστικότητα εμπόδισε τους δολοφόνους να πλησιάσουν στο καμαρίνι της καλλιτέχνιδας. Αναφέρουμε την περίπτωση αυτή γιατί είναι η μοναδική εξαίρεση της σκανδαλωδώς ανεκτικής απέναντι των χιτών στάσης όλης της άλλης αστυνομικής δύναμης»…

Παρά την διαβεβαίωση της αστυνομίας ότι δεν διέτρεχε άλλο κίνδυνο, θα δεχθεί και νέα επίθεση στο αυτοκίνητο που την μετέφερε στο σπίτι της λίγη ώρα αργότερα και έκτοτε θα συνεχίσει να πληρώνει το τίμημα της δράσης της με διώξεις που είχαν ως αποτέλεσμα να βρεθεί Μεγάλη Εβδομάδα στο Μεταγωγών και στην συνέχεια ακόμη και στην εξορία, στην Μακρόνησο, μετά στη Χίο και στη συνέχεια στο Τρίκερι. Η υγεία της κλονίστηκε και η οξεία ρευματική αρθρίτιδα για αρκετά χρόνια δεν της επέτρεπε να επιστρέψει στην μεγάλη αγάπη της, το θέατρο.

Το 1953 καταφέρνει να επανέλθει και μάλιστα στον Θίασο Κούλη Στολίγκα – Κώστα Χατζηχρήστου. Με τον δεύτερο (και μεγάλο Έλληνα κωμικό) θα παντρευτούν δύο χρόνια αργότερα και το ζευγάρι θα αποκτήσει μια κόρη την Μαριαλένα. Παρέμεινε ενεργή αν και μητέρα, ενώ για ένα διάστημα υπήρξε και συνθιασάρχης, μέχρι το 1966, όταν και αποσύρθηκε από το θέατρο καθώς τα προβλήματα υγείας από την εποχή των διώξεων και της εξορίας μεγάλωναν. Τελευταία παράσταση στην οποία την συναντάμε είναι το 1965 στην θεατρική επιθεώρηση «Γελάτε Ανένδοτα», με τους Βασίλη Αυλωνίτη, Νίκο Σταυρίδη και Κώστα Χατζηχρήστο, με τον οποίο ο γάμος της δεν θα μακροημερεύσει καθώς πήραν διαζύγιο το 1975.  

Τελικά έφυγε από την ζωή την Παρασκευή 9 Φεβρουαρίου 1996, σε ηλικία 76 ετών. Οκτώ χρόνια νωρίτερα είχε σπάσει την σιωπή της, δίνοντας μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις της όπου ουσιαστικά μέσα σε λίγες λέξεις κάνει τον απολογισμό μιας ασυμβίβαστης πορείας: «Αγάπησα τον αγώνα περισσότερο απ’ το θέατρο. Είμαι ευχαριστημένη που μπόρεσα να βάλω ένα μικρό λιθαράκι στον αγώνα του λαού μας για τη δημοκρατία. Τη δημοκρατία που πιστεύουμε εμείς, την πραγματική. Είμαι περήφανη που κάτι πρόσφερα σ’ αυτό τον αγώνα», είχε πει…