Το όνομά του ήταν Νίκος Ζαφειρόπουλος. Είχε γεννηθεί το 1912 και αποβιώσει το 1996. Ερευνητής-αρχαιολόγος που αφιέρωσε σεβαστό μέρος της ζωής του στην προστασία και ανάδειξη της κυκλαδικής πολιτιστικής κληρονομιάς.
Όταν αφίχθη στη Μύκονο το 1959, η καθημερινότητα δεν είχε καμία σχέση με το «σήμερα». Ο ηλεκτροφωτισμός δεν κρατούσε όλη τη μέρα και οι διακοπές ρεύματος ήταν πολλές. Οι μετακινήσεις μπορεί να διαρκούσαν για μέρες. Έπρεπε, λοιπόν, ο καθένας να προνοήσει για τα αγαθά της οικίας του, διότι μία κακοκαιρία θα καθυστερούσε αρκετά την έλευση πλοίων και, συνάμα, τη μεταφορά προϊόντων κ.λπ.
Εκείνη τη χρονιά ο Ζαφειρόπουλος έφτασε ως Έφορος Αρχαιοτήτων Κυκλάδων και Σάμου, μια υπηρεσία, που περιλάμβανε περί τα 35 διάσπαρτα νησιά, όλα με αρχαιότητες.
Το έργο του ήταν ιδιαίτερα δύσκολο. Να σκεφτεί κανείς ότι τότε, ενδεικτικά, το ταξίδι από τη Μύκονο στην Πάρο διαρκούσε δύο μέρες, με διανυκτέρευση στη Σύρο! Προφανώς η μετάβαση γινόταν με πολύ μεγαλύτερη καθυστέρηση όταν υπήρχε απαγορευτικό λόγω κακοκαιρίας. Και, βέβαια, τα περισσότερα νησιά δεν είχαν ακόμη λιμάνια.
Η αποστολή του Ζαφειρόπουλου μετουσιώθηκε σε μία εποχή που είχε αρχίσει να αναδεικνύεται ο πολιτιστικός πλούτος των Κυκλάδων, με ό,τι αυτό σήμαινε για την τουριστική και, κατ’ επέκταση, οικονομική τους ανάπτυξη.
Παράλληλα, ακριβώς λόγω αυτής της κατάστασης, οι αρχαιοκάπηλοι αποτελούσαν ακόμη ένα εμπόδιο για τον πρωταγωνιστή της ιστορίας, ο οποίος δεν είναι γνωστός στη συντριπτική πλειοψηφία των σημερινών Ελλήνων.
Κι όμως. Τότε οι αρχαιολόγοι έσπευδαν μετά κόπων και βασάνων ως την πιο απομακρυσμένη βραχονησίδα, προκειμένου να τελέσουν λειτούργημα. Διενεργούσαν ανασκαφές, κατέγραφαν αρχαιότητες και έστηναν μουσεία με πενιχρά μέσα.
Κόντρα στα πάντα, ακόμη και σε όλους όσοι ήθελαν να εκσυγχρονίσουν τα νησιά, αγνοώντας ή αδιαφορώντας για τον πολιτιστικό τους πλούτο, ο Ζαφειρόπουλος πέτυχε πολλά.
Κατόρθωσε να κηρύξει υπό καθεστώς ειδικής προστασίας δεκάδες αρχαιολογικούς χώρους και διατηρητέους οικισμούς στις Κυκλάδες, όπως επί παραδείγματι τη Χώρα Μυκόνου, ενώ σε εκείνον οφείλεται το δίκτυο των μουσείων που υπάρχει σήμερα.
Τα αρχαία βρίσκονταν διάσπαρτα σε ύπαιθρο και οικισμούς. Όταν ανέλαβε δράση ο Ζαφειρόπουλος, αυτά στεγάστηκαν και δημιουργήθηκαν οι υποδομές για το μέλλον. Έδωσε την ευκαιρία σε συναδέλφους του να τα μελετήσουν και στο κοινό να τα επισκέπτεται.
Όσοι είχαν την τιμή να τον γνωρίσουν από κοντά, κάνουν λόγο για έναν ανεκτικό, σεμνό, συνεσταλμένο και λιγομίλητο άνθρωπο, ο οποίος όμως μετατρεπόταν σε μαχητή όταν καλείτο να υπερασπιστεί τον ελληνικό πολιτισμό από το μετερίζι του.
Ως Έφορος Αρχαιοτήτων πέρασε τρεις δεκαετίες της ζωής του, εκ των οποίων τα 13 χρόνια στις Κυκλάδες, δείγμα της προσήλωσης στο έργο του. Ακόμη κι όταν βγήκε στη σύνταξη, δεν σταμάτησε να εργάζεται στο Αιγαίο. Τέτοια ήταν η αγάπη του για το μεγαλύτερο αριθμητικά σύμπλεγμα νησιών της χώρας.
Δεκάδες έγκριτοι επιστήμονες, ερευνητές, αρχαιολόγοι, αρχιτέκτονες, συντηρητές κ.λπ. μαθήτευσαν στο πλευρό του. Εξ ου και ο χαρακτηρισμός «δάσκαλος» που του απέδιδαν. Τον συνόδευαν σε δύσκολα ταξίδια και ιστορικές ανασκαφές, όπου έμαθαν πολλά.
«Αν από τα επιτεύγματα της ελληνικής αρχαιολογίας αφαιρέσουμε το έργο του Νίκου Ζαφειρόπουλου, μια σκιά θα απλωθεί στις Κυκλάδες. Από την Κέα, τη Σέριφο και τη Μήλο, τη Φολέγανδρο, τη Θήρα και την Ανάφη, την Αμοργό, τη Δονούσα, τη Μύκονο και την Τήνο, ως την Άνδρο, μια σκιά θα καλύψει τα νησιά».
Αυτά έχει αναφέρει για εκείνον ένας ξακουστός συνάδελφός του, ο Βασίλειος Πετράκος, στο βιβλίο «Από τη Μύκονο στο Αιγαίο – Νίκος Ζαφειρόπουλος. Ένας λόγιος αρχαιολόγος στο β’ µισό του 20ού αιώνα».
Κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες (εκδόσεις Μέλισσα) με την υποστήριξη της Εφ.Αρχ. Κυκλάδων και του Δήμου Μυκόνου, σε επιστημονική επιμέλεια της Φωτεινής Ζαφειροπούλου και της Ζώζης Παπαδοπούλου. Κάθε Έλληνας αξίζει να το διαβάσει. Ο εκλιπών διέσωζε αγάλματα, όμως, ένας… ανδριάντας θα έπρεπε να στηθεί και για εκείνον.
Να σημειωθεί ότι το προλογίζει η Φωτεινή Ζαφειροπούλου, σύντροφος και συνάδελφος του εμβληματικού αρχαιολόγου, ο οποίος συνάμα υπήρξε δάσκαλός της.
Ο Νίκος Ζαφειρόπουλος έμεινε στην ιστορία (και) για το γεγονός ότι δεν περιορίστηκε στην προαγωγή της αρχαιολογικής επιστήμης, αλλά δημιούργησε το πλαίσιο για ευδοκιμήσει η κυκλαδική αρχαιολογία.