Η Μαρία Σακκά έμελλε να γίνει γνωστή με το ψευδώνυμο Μαλβίνα Κάραλη και να περάσει στη συλλογική συνείδηση ως μία από τις πιο ταλαντούχες και πολυσχιδείς προσωπικότητες που γνώρισε ο τόπος. Ένας άνθρωπος που κέντρισε τα φώτα της δημοσιότητας από την παιδική της ηλικία, αγαπήθηκε, αγάπησε έντονα και άφησε πίσω της παρακαταθήκη στις γενιές δημοσιογράφων, συγγραφέων, σεναριογράφων και παρουσιαστριών που την ακολούθησαν.
Ξεκίνησε την καριέρα της ως παιδί ηθοποιός σε ταινίες των 60s με το πραγματικό της όνομα. Καταγόταν από τα Ψαρά από τον πατέρα της και από την πλευρά της μητέρας της από την Πύλο, με το ιδιόχειρό της όμως σημείωμα να αναφέρει ότι γεννήθηκε στο Ισραήλ το 1952.
Η Μαλβίνα κατάφερνε να μαγνητίζει τα βλέμματα και τους ανθρώπους, είτε συμφωνούσαν μαζί της είτε διαφωνούσαν. Αγαπήθηκε και πολεμήθηκε. Το πρώτο κυρίως από τον κόσμο, το δεύτερα από πολιτικά κατεστημένα τα οποία η ίδια κατήγγελλε, σατιρίζοντάς τα παράλληλα όσο εκείνα την πολεμούσαν.
Στεκόταν σε πάνελ τηλεοπτικά, έπαιρνε και έδινε συνεντεύξεις, έγραφε βιβλία, παρουσίαζε σατιρικές εκπομπές, έστηνε ολόκληρη παράσταση με μουσικούς και τραγουδιστές σε λαϊκά πάλκα, μαγείρευε σε εκπομπές μαγειρικής, μεταμφιεζόταν σε άντρα για να μπει στο Άγιο Όρος. Ό,τι και αν δοκίμαζε πετύχαινε με μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό.
Αυτό όμως δεν ήταν ο λόγος που έδινε τα πάντα σε ό,τι και αν εμπλεκόταν. Δεν υπήρχε ο στόχος της απόλυτης επιτυχίας αλλά η ανάγκη να δώσει, να προσφέρει και η σιγουριά ότι με αυτόν τον τρόπο θα ανταμειφθεί. Αργά ή γρήγορα.
Έζησε σε μία εποχή χωρίς social media παρόλα αυτά το μεγάλο αρχείο εκπομπών στο διαδίκτυο, οι συνεντεύξεις της, τα γραπτά της, οι φαρμακερές ατάκες της ανακαλύφθηκαν από νεότερους ή παλαιότερους χρήστες των μέσων κοινωνικής δικτύωσης και έγινα viral με κάθε τρόπο.
Με μίνι βιντεάκια στο tik tok, με stickers στα οποία γράφονταν αποσπάσματα δηλώσεών ή κομμάτια από κείμενά της, κάθε μέσο διάδοσης της σύγχρονης τεχνολογίας κοινωνικής δικτύωσης χρησιμοποιήθηκε για να αποθεωθεί εκείνη από αυτούς που την ήξεραν από όταν ζούσε, από αυτούς που τη μελέτησαν αργότερα αλλά και χιλιάδες κόσμου που τη γνώρισε αποσπασματικά, από ατάκες, που χωρίς τη θέλησή της, έγιναν τρόπος ζωής, παράδειγμα προς μίμηση για έναν εναλλακτικό τρόπο σκέψης, από πολύ κόσμο που τη δέχτηκε ως μία life coach πριν τους life coaches.
Η ίδια θρυμμάτιζε τη ζωή της, την ξαναέφτιαχνε, αρνιόταν να μπει σε καλούπια, αιρετική όπου χρειαζόταν, αντιδραστική σε ό,τι της περιόριζε την ελευθερία και τη ζωή της όπως εκείνη ήθελε να τη ζήσει. Μία ολόκληρη ζωή σαν μία μεγάλη παράσταση. Aρνούμενη να χωρίζει τους ανθρώπους σε κατηγορίες σχετικές με το φύλο τους, το χρώμα τους, τη θρησκεία ή την ιδεολογία τους, η Μαλβίνα Κάραλη μιλούσε για δύο μόνο κατηγορίες ανθρώπων. «Υπάρχουν μόνο άνθρωποι που αγαπήθηκαν και άνθρωποι που δεν αγαπήθηκαν».
Σε συνέντευξή της στο Αργά του Νίκου Μαστοράκη, μεταξύ άλλων είχε δηλώσει κάτι που φαίνεται να συμπυκνώνει όλο αυτό που θα μπορούσε να περιγραφεί ως «το νόημα της ζωής» μέσα από τη δική της οπτική. Ένα αξίωμα που όπως εξέφρασε η ίδια θα έπρεπε να έχουν όλοι οι άνθρωποι.
Και παρότι είναι σχεδόν πάντα λάθος να υποστηρίξει κάποιος ότι αρκούν δύο προτάσεις για να συμπυκνώσουν τα νόημα της ζωής κάποιου, στη συγκεκριμένη περίπτωση δίνουν μία πολύ κοντινή εικόνα στο τι πίστευε η Μαλβίνα των πολλών αντιθέσεων.
«Δε θα τον χωρέσει αυτή η ζωή τον άνθρωπο που δε δίνει. Δε θα τον χωρέσει. Δωσ’ τα όλα, γίνεται κάτι και παίρνεις τα πολλαπλάσια. Αυτό δηλαδή πρέπει να είναι αξίωμα στη ζωή ενός ανθρώπου. Που δεν είναι ανάγκη να είναι σοφός. Που θα πρέπει λίγο… Λίγο να δει ότι… Γιατί θα ζήσουμε 72 χρόνια, πόσος είναι ο μέσος όρος, και θα φύγουμε και θα την κάνουμε; Δωσ’ τα όλα!».