Ανέκαθεν, ένα από τα πιο δημοφιλή θέματα των ΜΜΕ ήταν οι ληστείες. Βαγγέλης Ρωχάμης, Φλώρος-Θεόδωρος Βασιλακάκης & Μάριος Χατζής (ή «ψηλός και κοντός»), Παύλος Μπάτσιος, Κώστας Πολυδώρου (ή «Ρομπέν των τραπεζών»), Βασίλης Παλαιοκώστας, Θόδωρος Βενάρδος (ή «ληστής με τις γλαδιόλες»), ήταν μερικοί από αυτούς που έμειναν στην ιστορία για τον -παραβατικό- τρόπο τους και όχι μόνο. Ειδικά στα 90s’, όταν εδραιώθηκαν τα ιδιωτικά κανάλια, η ατζέντα των δημοσιογράφων επεφύλασσε σχεδόν καθημερινά τέτοιου τύπου ειδήσεις.
Ο καθένας με το στυλ και τις ιδιαιτερότητές του. Κάποιοι εξ αυτών δεν αντιμετωπίζονταν με μίσος από την κοινή γνώμη. Γιατί όπως είχε γράψει κι ο Παύλος Σιδηρόπουλος «ληστέψανε την τράπεζα και τι με νοιάζει εμένα, δεν είμαι με κανένα». Κι ο αξέχαστος legend της εγχώριας ροκ σκηνής, ως γνωστόν, δεν μάσαγε ποτέ τα λόγια του.
Σήμερα η στήλη επικεντρώνεται στον Σπύρο Ζολώτα, ο οποίος σίγουρα δεν θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με το οποιοδήποτε θετικό πρόσημο από τη στιγμή που είχε πυροβολήσει και τραυματίσει στο χέρι τη διευθύντρια του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου της Νέας Σμύρνης.
Πολλά χρόνια νωρίτερα, ο ληστής ήταν γνωστός στις αρχές για το γεγονός ότι… μπούκαρε καλοντυμένος στις τράπεζες. Το καλοραμμένο κοστούμι, η καμπαρντίνα, το καπέλο τύπου Παναμά και ο χαρτοφύλακας, δεν πρόδιδαν έναν άνθρωπο που είχε σκοπό να αρπάξει χρήματα. Κι όμως ανήκε στη συμμορία του Κώστα Πολυδώρου, του περίφημου «Ρομπέν των τραπεζών» επειδή υποστήριζε ότι βοηθούσε άπορους.
Η σπείρα είχε καταγράψει περισσότερα από 10 χτυπήματα μέχρι το 1996, αφήνοντας όνομα στις αρχές του τόπου. Παρεμπιπτόντως, ο Ζολώτας έχει υποστηρίξει ότι ο ίδιος (και όχι ο Πολυδώρου) ενίσχυε τις τσέπες των φτωχών. Ποια είναι η αλήθεια; Πιθανότατα, το ευρύ κοινό δεν θα τη μάθει ποτέ.
Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν θεωρούσε έγκλημα τη ληστεία, αλλά μία απλή παράνομη πράξη. Το πίστευε από πιτσιρικάς, δηλαδή από τη δεκαετία του 1980, όταν άρχισε τη δράση του. Κατά τα λεγόμενά του, ο μοναδικός του στόχος ήταν τα ταμεία και όχι π.χ. μία πολυτελής οικία. Εξάλλου έχει αυτοχαρακτηριστεί ως «εραστής των τραπεζών». Θεωρούσε ότι κλέβει τους… κλέφτες.
Υπήρξαν φορές που προσπάθησε να αφήσει πίσω την παραβατική συμπεριφορά. Ανεπιτυχώς. Ούτε το piano bar, ούτε το κατάστημα με υποδήματα, ούτε οτιδήποτε άλλο, αποδείχθηκαν σύμμαχοι σ’ αυτήν του την επιθυμία. Διαπιστώνοντας ότι δεν είναι αυτάρκης με τα επιχειρηματικά του εγχειρήματα, ο Ζολώτας κατρακύλησε ξανά.
Όλα αυτά τα χρόνια, ο σικάτος ληστής παντρεύτηκε τρεις φορές, στοιχείο που φανερώνει αστάθεια και στο αισθηματικό/προσωπικό σκέλος, ως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις.
Διανύοντας την ηλικιακή απόσταση 50-60, o Ζολώτας «έχασε» κατά σειρά αδερφό, πατέρα, μητέρα. Ο καρκίνος «χτύπησε» για τα καλά την οικογένειά του και τον ίδιο, καθώς διαγνώσθηκε με σάρκωμα Κaposi. Παράλληλα, επιβεβαιώθηκε ότι έχει 67% αναπηρία και οριακή διαταραχή προσωπικότητας.
Ο πάλαι ποτέ συνεργάτης του Πολυδώρου και του Βασίλη Παλαιοκώστα (για μία μόνο φορά, όπως έχει πει) κατέγραψε τρεις κύκλους σε συμμορίες ληστειών σε τράπεζες, με τον τελευταίο να ολοκληρώνεται το 2013. Η προ διετίας αποφυλάκισή του με περιοριστικούς όρους δεν ήταν αρκετή για να τον προσγειώσει. Είχε μάθει πια να πορεύεται με αυτόν τον τρόπο.
Ένα μεσημέρι Μαρτίου του 2013, ο Ζολώτας συνελήφθη με άλλα δύο άτομα, έπειτα από ληστεία με την απειλή περιστρόφου και χειροβομβίδας σε υποκατάστημα τράπεζας στη Λεωφόρο Θηβών στο Περιστέρι.
Από τον Σεπτέμβριο του 2011 έως τον Ιανουάριο του 2013, η ομάδα είχε διαπράξει πέντε χτυπήματα, εκ των οποίων τα τρία σε υποκαταστήματα τραπεζών και τα δύο σε υποκαταστήματα των ΕΛΤΑ σε περιοχές της Αθήνας.
Οι ληστείες γίνοντας είτε νωρίς το πρωί είτε λίγο πριν από το κλείσιμο του εκάστοτε υποκαταστήματος, ενώ η συμμορία διέφευγε με ταξί ιδιοκτησίας ενός συνεργού του Ζολώτα.
Δεν φορούσε full face, κράνος ή τζόκεϊ, αλλά περούκες και κυριλέ καπέλα. Έμπαινε μεταμφιεσμένος, παριστάνοντας τον πελάτη και κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει τη συνέχεια. Πάντως, οι πληροφορίες αναφέρουν πως η συμπεριφορά του είχε γίνει πιο επιθετική εν συγκρίσει με το μακρινό παρελθόν.
Στις 27 Ιουλίου 2012 δεν παρέλειψε να παρουσιαστεί καλοντυμένος στο υποκατάστημα του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου στη Νέα Σμύρνη. Όταν η διευθύντρια τού είπε ότι δεν είχε τη δυνατότητα να ανοίξει το χρηματοκιβώτιο, ο Ζολώτας την πυροβόλησε και την τραυμάτισε στο χέρι. Κατά δήλωσή του, επικαλούμενος μάλιστα το video από το κλειστό κύκλωμα ασφαλείας, η γυναίκα θεώρησε πως το πιστόλι είναι ψεύτικο, το ακούμπησε και αυτό εκπυρσοκρότησε.
Η σύλληψή του τον Μάρτιο του 2013 συνδέθηκε με ένα γεγονός που τον στεναχώρησε αφάνταστα. Όταν οδηγήθηκε στην Ασφάλεια, είχε μαζί και το σκυλάκι του ράτσας Πίντσερ. Η «Πριγκιπέσα», όπως το ονόμασε, τον συντρόφευε ακόμη και στις ληστείες. Έκτοτε τα ίχνη του τετράποδου χάθηκαν και ο ίδιος έκανε έκκληση για μήνες, προκειμένου να το ξαναφέρουν στο πλευρό του. Αν μη τι άλλο, ακόμη κι ένας ένοπλος ληστής δικαιούται να έχει φιλοζωικό προφίλ.