Δεν είναι πως θέλεις να βλέπεις, όμως το βλέμμα σου έχει γίνει ήδη αιχμάλωτος της εικόνας: εκείνος τυλιγμένος μέσα σε μια μαύρη σακούλα με τους ανθρώπους στο ασθενοφόρο να τον απομακρύνουν από τις αδηφάγες ματιές του κοινού- ματιές που μοιάζουν ανησυχητικά πολύ με τις δικές σου.
Τα νέα έχουν διαδοθεί ήδη εκείνο το απόγευμα της 22ης Ιανουαρίου του 2008: ο Χιθ Λέτζερ, παλεύοντας με την αϋπνία, την κατάθλιψη και την πνευμονία που τον ταλαιπωρούσε λόγω των εξωτερικών γυρισμάτων του “The Imaginarium of Doctor Parnassus” (της ακροτελεύτιας, όπως αποδείχτηκε, ταινίας του), πήρε ένα μείγμα από μη συνταγογραφούμενα φάρμακα, με αποτέλεσμα η καρδιά του να μην αντέξει και να τον προδώσει. Ήταν μόλις 29 ετών και είχε μπει ήδη στην ατραπό που οδηγούσε στον Κολοφώνα της υποκριτικής του δόξας. Βλέπετε, μόλις λίγους μήνες νωρίτερα είχε υποδυθεί τον…
Μα, αλήθεια, τι σημασία έχουν όλα αυτά; Για εσένα μετράει η εικόνα: αυτός μέσα στη μαύρη σακούλα. Σου θυμίζει τόσο έντονα τη σκηνή από το “The Dark Knight”, εκεί που προσποιείται τον νεκρό προκειμένου να αιφνιδιάσει έναν νονό της νύχτας.
Χωρίς να καταλάβεις τι κάνεις- κι έχοντας ως μοναδικό σου όπλο την απτή, σχεδόν, θέλησή σου-, σπας τον κλοιό των αστυνομικών και πλησιάζεις το άψυχο κορμί. Κατεβάζεις το φερμουάρ με τρεμάμενα χέρια κι αυτό που αντικρίζεις είναι ένα κατάλευκο, άτεχνα μακιγιαρισμένο, πρόσωπο, με κραγιόν στο χρώμα του φρέσκου αίματος να ντύνει τα χείλη και μικρές λωρίδες πράσινων μαλλιών να πέφτουν στα μάγουλα.
Αίφνης, ακούς μια παιχνιδιάρικη φωνή να σου λέει: «Θέλεις να μάθεις…
…πώς απέκτησα αυτές τις ουλές;»
Όχι, όχι- δε μιλώ γι’ αυτές στα μάγουλά μου, αλλά για τις άλλες, τις ψυχικές: ο Κρίστοφερ Νόλαν, μετά την επιτυχία του “Batman Begins”, είχε ήδη στα σκαριά τη συνέχεια του μύθου του Ανθρώπου- Νυχτερίδα και ήθελε εμένα για να ενσαρκώσω τον «Πρίγκιπα του Εγκλήματος».
Ο μύθος λέει πως δεν το σκέφτηκα δευτερόλεπτο προτού απαντήσω καταφατικά και η αλήθεια δεν (πρέπει να) απέχει πολύ από αυτό: ερχόμενος με φόρα από το αριστουργηματικό “Brokeback Mountain”- στο οποίο ήμουν υποψήφιος για Όσκαρ- κι έχοντας ως πρόσφατη υποκριτική παρακαταθήκη το “I’m not there.”, θεώρησα πως αυτή ήταν μια πρόταση που απλά δεν μπορούσα ν’ αρνηθώ.
Είχε φτάσει η στιγμή να συναντήσω το πεπρωμένο μου.
Είχε φτάσει η στιγμή να γίνω ο Τζόκερ.
«Σου μοιάζω στ’ αλήθεια ένας άνθρωπος που έχει πλάνο;»
Αρχικά, ούτε εγώ είχα- ήμουν, όπως έχω πει σε παλαιότερη συνέντευξή μου, αρκετά απασχολημένος στο πώς ο ρόλος μου δε θα είναι μια πιστή αντιγραφή του Τζακ Νίκολσον στο “Batman” του Τιμ Μπάρτον.
Εκείνος ήταν περισσότερο ένας σκανδαλιάρης κλόουν που «τυγχάνει» να σκοτώνει, ενώ εγώ ήθελα ο δικός μου Τζόκερ να είναι ένας πραγματικός ψυχοπαθής- κάποιος που μόλις τον έβλεπες στην οθόνη σ’ έκανε ν’ ανατριχιάζεις, γιατί θ’ αντιλαμβανόσουν πως αντικρίζεις έναν άνθρωπο που δεν έχει συναίσθηση των πράξεών του.
Γι’ αυτό αποφάσισα να γίνω, έστω και για λίγο, κάποιος ο οποίος έχει πλάνο. Κάποιος ο οποίος θα κατάφερνε να πετύχει το ακατόρθωτο- να επισκιάσει Εκείνον.
Να επισκιάσει, διάολε, τον Μπάτμαν.
«Προκάλεσε λίγη αναρχία. Τάραξε την καθιερωμένη τάξη των πραγμάτων και όλα θα γίνουν χάος. Εγώ είμαι ο άρχοντας του χάους»
Είχε φτάσει, λοιπόν, η στιγμή: θα προκαλούσα χάος. Για να το πετύχω αυτό, όμως, έπρεπε να ταράξω την καθιερωμένη τάξη των πραγμάτων και να γίνω ένας χαρακτήρας που το μυαλό του θα βρίσκονταν μονίμως σε μια ερεβώδη ζάλη.
Έτσι, αγόρασα από ένα μαγαζί μεταμφιέσεων μια φτηνή λευκή μπογιά και λίγο κραγιόν- εκείνος, ο Τζόκερ, ουδέποτε θα πήγαινε σ’ επαγγελματία μακιγιέρ για να βαφτεί· θα το έκανε μόνος του-, κλείστηκα σ’ ένα ξενοδοχείο του Λονδίνου και άρχισα τη μελέτη.
Αποφάσισα να στηρίξω τον χαρακτήρα μου σ’ ένα αμάλγαμα των Τζόκερ που παρουσιάζονται στ’ αριστουργηματικά κόμικς “Arkham Asylum”, “The Killing Joke” και “The Clown at Midnight” και άρχισα να κρατάω ημερολόγιο για το τι μου αρέσει και τι όχι.
Έπειτα, είχε έρθει η ώρα να κάνω το επόμενο βήμα: έπρεπε να καθίσω μπροστά στον καθρέφτη και να κοιτάξω την αλήθεια κατάματα.
Η καταβύθιση στον κόσμο της τρέλας με περίμενε.
«Ας χαράξουμε ένα χαμόγελο σ’ αυτό το πρόσωπο»
Πήρα το πινέλο και το βούτηξα στο λευκό. Έπειτα, έβαψα το πρόσωπό μου. Στη συνέχεια, έκανα πράσινα τα μαλλιά μου, τα οποία είχα αφήσει να μακρύνουν λίγο για να μπορώ να «παίζω» μαζί τους στις σκηνές. Τέλος, πέρασα τόσες πολλές φορές το κόκκινο κραγιόν στα χείλη μου, μέχρι που διεύρυνα το αλλόκοτο χαμόγελό μου.
Ύστερα, ξεκίνησα να πειραματίζομαι με τη φωνή μου, να «περιφέρω» συνέχεια τη γλώσσα μου και να κουνάω αέναα το κορμί μου (θέλοντας, έτσι, να καταδείξω μέσω μιας σωματικής ερμηνείας την ψυχική αστάθεια του χαρακτήρα), μέχρις ότου να γίνω μια βελτιωμένη, πιο ψυχασθενική εκδοχή του Μάλκομ Μακντάουελ στο «Κουρδιστό Πορτοκάλι».
Όταν με αντίκρισαν για πρώτη φορά στο πλατό ο Νόλαν, ο Κρίστιαν Μπέιλ και ο Μάικλ Κέιν («Τρομοκρατήθηκα μόλις τον είδα στις πρόβες», είχε πει ο τελευταίος), ήξερα πως είχα επιτύχει τον σκοπό μου.
Δε θα έπαιζα απλά τον Τζόκερ.
Θα έπαιρνα τα ημίτρελο σαρκίο του και θα το έκανα δεύτερο δέρμα μου.
«Γιατί είσαι τόσο σοβαρός;»
Ο δικός μου Τζόκερ ήταν, είπαν σχεδόν οι πάντες, η καλύτερη μεταφορά του χάρτινου χαρακτήρα στην οθόνη (εξ ου και το «ετεροχρονισμένο» Όσκαρ Β΄ αντρικού ρόλου). Κατάφερε να βρει τη δόξα που πήγαινε στην στοργική, μα τόσο δαιδαλώδη, αγκαλιά του Μπάτμαν και να την κλέψει, στρέφοντας όλα τα φώτα πάνω του.
Όμως, ξέρεις, μου άφησε ένα κουσούρι: δεν μπορούσα με τίποτα να κοιμηθώ- ακόμα και μετά το τέλος των γυρισμάτων. Μετά βίας έκλεινα τα μάτια μου για περισσότερες από δύο ώρες ημερησίως, ενώ τα ηρεμιστικά που μου έδιναν οι γιατροί δεν με βοηθούσαν καθόλου.
Έτσι, αποφάσισα να πάρω πιο δραστικά μέτρα και αύξησα την ποσότητα των χαπιών. Αυτό, όμως, είχε όπως βλέπεις το τίμημά του…»
Η φιγούρα μέσα στη μαύρη σακούλα σταματάει απότομα την αφήγησή της. Βλέπει το σκοτεινιασμένο σου ύφος (που να πάρει, την λάτρεψες την ερμηνεία του Χιθ Λέτζερ) κι έπειτα σου ψιθυρίζει στο αυτί:
“Why so serious?”.
Ασυναίσθητα, σηκώνεις το βλέμμα. Ο Τζόκερ δείχνει να επιδοκιμάζει την απόφασή σου να βαφτείς με λευκή μπογιά και κόκκινο κραγιόν. Στις άκρες των χειλιών σου έχουν σχηματιστεί, πλέον, οριζόντιες ουλές.
Ενώνετε τις φωνές σας και παράγετε μαζί- εσύ κι αυτός- έναν απόκοσμο ήχο που μοιάζει να ξεπήδησε κατευθείαν από την κινηματογραφική κόλαση.
Είναι:
ΧΑ.
ΧΑ.ΧΑ.
ΧΑ-ΧΑ-ΧΑ-ΧΑ-ΧΑ-ΧΑ-ΧΑ.