Είναι αυτός ο πιο ιδιοφυής απατεώνας της ιστορίας; Αν κριτήριο είναι το αποτέλεσμα, η επιτυχία ή όχι δηλαδή του εγχειρήματος, η καταδίκη του σε 150 χρόνια φυλάκισης, πόσο μάλλον η αυτοκτονία του ενός από τους γιους του, προφανώς και δεν τον «αναδεικνύει» σε τέτοιο.
Στην περίπτωση του όμως θα πρέπει να προσμετρήσουμε μια ατυχή για αυτόν συγκυρία. Αν το 2008 δεν είχε ξεσπάσει η χρηματοπιστωτική κρίση στις ΗΠΑ, ο Μπέρναντ Μάντοφ ίσως να αναγνωριζόταν ακόμα ως ο «Μεσσίας της Wall Street», ο άνθρωπος με το άγγιγμα του Μίδα, η ενσάρκωση της καπιταλιστικής ολοκλήρωσης.
Εν τέλει αποδείχτηκε ότι ήταν ο ίδιος που οδήγησε στην οικονομική καταστροφή δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους, στην απόγνωση κορυφαία τραπεζικά brαnds και στην απώλεια μυθικών περιουσιών αρκετές διασημότητες, όπως ο Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο Ερικ Ροτ, ο Τζον Μάλκοβιτς και ο Κέβιν Μπέικον.
Όπως όλοι οι θαυματοποιοί που κρύβουν μέσα στο καπέλο τους ένα πολύ φτηνό κόλπο, ο Μάντοφ δημιούργησε μια αυτοκρατορία κέρδους που κατέρρευσε εν μια νυκτί σαν χάρτινος πύργος. Πρόκειται για τον εγκέφαλο της μεγαλύτερης επενδυτικής κομπίνας όλων των εποχών. Βάση της η πιο πολυτελής εκδοχή του κόλπου της πυραμίδας που έχει επινοηθεί έως σήμερα.
Ο μεγαλομέτοχος της ομώνυμης χρηματιστηριακής Βernard Μadoff Ιnvestment Securities, την οποία ίδρυσε το 1960, κατάφερε έως τα τέλη της δεκαετίας του ’80 να δημιουργήσει ένα κλειστό κλαμπ ζάμπλουτων και εκλεκτών πελατών, οι οποίοι του εμπιστευόταν τεράστια ποσά με αντάλλαγμα τις υπεραποδόσεις που πρόσφερε.
Χάρη στις υψηλές διασυνδέσεις του σε Αμερική και Ευρώπη, καθώς και στην τεράστια ικανότητα του στην πειθώ και τις δημόσιες σχέσεις, ο Μάντοφ προσέλκυσε εκτός από σταρ του κινηματογράφου, μεγαλοεπιχειρηματίες, ιδιοκτήτες αθλητικών συλλόγων, χρηματοπιστωτικούς κολοσσούς όπως η HSBC και η Banco Santander και μεγάλα επενδυτικά funds.
Ακόμα και φιλανθρωπικά ιδρύματα έσπευσαν να καρπωθούν τις αποδοτικότατες υπηρεσίες, καθώς τα χρήματά τους ήταν επιπλέον εξασφαλισμένα με περίπλοκες δικλείδες ασφαλείας για προσυμφωνημένες αγοραπωλησίες τίτλων.
Ο ίδιος διέθετε εξοχικά στο Χάμπτονς της Νέας Υόρκης και στο Παλμ Μπιτς της Φλόριντας, από τις λέσχες των οποίων προέρχονταν πολλοί από τους πελάτες του. Μαζί με τη σύζυγο του Ρουθ ήταν εξέχοντα μέλη της εβραϊκής κοινότητας της Νέας Υόρκης, αμφότεροι φημίζονταν για το φιλανθρωπικό τους έργο και είχαν δώσει εκατομμύρια δολάρια στις τέχνες και την εκπαίδευση.
Η επενδυτική του εγγυόταν τεράστιες ετήσιες αποδόσεις της τάξης του 10% και τα κεφάλαια συνέρρεαν εν αφθονία στη Madoff Ιnvestment Securities. Η μεγάλη επιτυχία της εταιρίας οδήγησε στην ψηφιοποίηση των δραστηριοτήτων της, με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών για τις συναλλαγές της. Το καινοτόμο πρόγραμμα χρηματιστηριακών συναλλαγών που η επιχείρησή του λάνσαρε και συνέβαλε τα μέγιστα να αναπτυχθεί θα έμενε γνωστό ως «National Association of Securities Dealers Automated Quotations». Ήτοι το περίφημο NASDAQ.
Όταν πια δημιουργήθηκε το χρηματιστήριο εταιριών υψηλής τεχνολογίας NASDAQ δεν υπήρχε καμιά αμφιβολία για το ποιος θα κατελάμβανε τη θέση του προέδρου. Ποιος άλλος από τον πιο φημισμένο χρηματιστή παγκοσμίως, τον υπερεπιτυχημένο και σεβάσμιο για την παγκόσμια οικονομική ελίτ, επενδυτή.
Με αξιοπιστία και κύρος βαριά σαν ηγέτη θρησκείας – εν προκειμένω τη θρησκεία του χρήματος – ο εξελισσόμενος σε βαρόνο της Wall Street έφτασε να διαχειρίζεται περισσότερα από 50 δισ. δολάρια. Ακόμα και όταν επικρατούσε αστάθεια στις αγορές, εκείνος εξασφάλιζε στους επενδυτές του διψήφιες αποδόσεις.
Κανείς δεν ρωτούσε με ποιον τρόπο τα καταφέρνει, ο θεσμικός του ρόλος ως προέδρου της NASDAQ του εξασφάλιζε φήμη υπεράνω πάσης υποψίας. Άλλωστε, όταν όλα βαίνουν αισίως και οι πάντες (νομίζουν ότι) είναι κερδισμένοι, τέτοιες άβολες ερωτήσεις περιττεύουν…
Η Χολιγουντιανών διαστάσεων απάτη – στην κυριολεξία διότι η ζωή του έγινε ταινία με πρωταγωνιστές τους Ρόμπερτ Ντε Νίρο και Μισέλ Φάιφερ – αποκαλύφθηκε το Δεκέμβριο του 2008. Τότε, που ένας μεγάλος αριθμός επενδυτών, πανικόβλητοι από την οικονομική κρίση, είχαν ζητήσει να πάρουν πίσω τα χρήματά τους.
Ο Μάντοφ δεν είχε ούτε σεντ να τους επιστρέψει. Διότι, στην πραγματικότητα δεν είχε επενδύσει τίποτα, χρησιμοποιώντας απλώς τόσα χρόνια τα κεφάλαια των νέων πελατών του για να ξεπληρώνει τους παλιούς. Οι υπεραποδόσεις που εμφάνιζε το επενδυτικό του κεφάλαιο ήταν εικονικές, καθώς επί σειρά ετών υπέβαλε πλαστές δηλώσεις και χαλκευμένα στοιχεία στις χρηματιστηριακές Αρχές.
Όταν οι ανήσυχοι πελάτες του άρχισαν να ζητούν την πρόωρη εξόφλησή τους, οι απαιτήσεις πληρωμών ανήλθαν στο ποσό των 7 δισ. δολαρίων. Τα ταμεία του όμως ήταν πάντα άδεια και λόγω της κρίσης ήταν αδύνατον να βρει νέους πελάτες ώστε να ξεπληρώσει τους παλιούς και να διατηρήσει την απρόσκοπτη ροή του χρήματος.
Ο έκπτωτος Μεσσίας της Wall Street συνελήφθη στο σπίτι του στη Νέα Υόρκη στις 11 Δεκεμβρίου του 2008.
Μια μέρα νωρίτερα φέρεται να είχε καλέσει τους δύο του γιους στο γραφείο του για να τους εκμυστηρευτεί το μεγάλο μυστικό: «Τα βλέπετε όλα αυτά παιδιά μου; Δεν είναι τίποτα παρά ένα ψέμα». Δεν ζήτησε οίκτο. Και δεν έλαβε κιόλας. Αμέσως μετά τη μοιραία συνάντηση, οι Μάρκ και Άντριου πήγαν στην υπηρεσία οικονομικού εγκλήματος του FBI και την επομένη οι ομοσπονδιακοί πράκτορες έμπαιναν με χειροπέδες στο γραφείο του πατέρα τους.
Στις 12 Μαρτίου του 2009 παραδέχτηκε την ενοχή του στις 11 κατηγορίες που αφορούσαν σε οικονομικά εγκλήματα και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 150 ετών, τη μέγιστη των ποινών για τέτοια υπόθεση.
Σε ηλικία 71 ετών ο Μάντοφ πέρασε την πόρτα της φυλακής, με το συνολικό ποσό της επί πέντε δεκαετίες κατάχρησής του – αυτής που του πρόσφερε έναν ηγεμονικό βίο – να ανέρχεται στα 170 δισ. δολάρια. Αν και οι αναλυτές θεωρούν ότι το τελικό νούμερο δεν μπορεί κατά κανέναν τρόπο να υπολογιστεί επακριβώς.
Είναι οι ίδιοι που έκαναν λόγο για την «απάτη του αιώνα», αποτυγχάνοντας όμως να δώσουν μια εξήγηση στο πως ήταν δυνατόν να μην είχε ψυλλιαστεί κανείς -από την Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς έως τους πολύπειρους διευθυντές της Wall Street- ότι κάτι σάπιο υπήρχε στο βασίλειο της δανιμαρκίας. Πιθανόν διότι θα έπρεπε κατά συνέπεια να παραδεχτούν ότι άπαντες είχαν τους λόγους τους να κάνουν τα στραβά μάτια.
Η φούσκα που έσκασε έκανε εκκωφαντικό κρότο. Οι επιπτώσεις από την κατάρρευση της πυραμίδας απλώθηκαν σε όλον τον κόσμο, με κάθε λογής «θύματα». Οι ζημίες της ισπανικής τράπεζας Santander και της βρετανικής ΗSΒC ανήλθαν αθροιστικά σε κάτι παραπάνω από 4 δισ. δολάρια.
Μεγάλες ήταν οι απώλειες για γνωστά hedge funds και φιλανθρωπικά ιδρύματα, ακόμα πιο δυσβάσταχτες όμως για ανθρώπους που είχαν επενδύσει όλη την περιουσία τους στον πύργο από τραπουλόχαρτα του Μάντοφ. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αμερικανικού Τύπου, ορισμένοι ζάπλουτοι Αμερικανοί είχαν παίξει τα ρέστα τους στον επενδυτικό… οίστρο του μεγαλοαπατεώνα και το μόνο που τους απέμεινε ήταν ένα σπίτι για να μείνουν.
Ένας εξ’ αυτών είναι και ο Τζον Μάλκοβιτς, που ομολόγησε ότι καταστράφηκε οικονομικά και διεκδίκησε ανεπιτυχώς στα δικαστήρια το ποσό των 2,3 εκατ. δολαρίων.
Ο τίτλος της ταινίας, που προβλήθηκε το Μάιο παραπέμπει στην προσπάθεια αποκρυπτογράφησης της ψυχοσύνθεσης του Μάντοφ: «The Wizard of lies» («ο μάγος των ψεμάτων»). Είναι βασισμένη στο βιβλίο της δημοσιογράφου Νταιάνα Ενρίκες «The Wizard of lies: Bernie Madoff and the death of trust».
Η συγγραφέας – ερευνήτρια θεωρεί ότι η ερμηνεία του Ρόμπερτ Ντε Νίρο δείχνει «σε ποιο σημείο είναι εύλογο για τους απατεώνες να είναι προικισμένοι με έναν απίστευτο μαγνητισμό ώστε να κερδίζουν την εμπιστοσύνη των ανθρώπων. Διότι ο καθένας μας εμπιστεύεται ανθρώπους στη ζωή και μόνο κάποιος τον οποίο εμπιστευόμαστε μπορεί πράγματι να μας προδώσει».
Ο Μέντοφ, ο οποίος γεννήθηκε σε μια φτωχή οικογένεια του Κουίνς στη Νέα Υόρκη, «μάλλον έτρεφε μια κάποια περιφρόνηση για τους ανθρώπους που εξαπατούσε. Ήθελε να ανήκει σε αυτόν τον κόσμο αλλά δεν ανήκε», εκτιμά ο Ντε Νίρο, που έκανε παράλληλα λόγο για έναν από τους πιο δυσνόητους χαρακτήρες που υποδύθηκε ποτέ. «Έκανα το καλύτερο που μπορούσα, αλλά μου στάθηκε αδύνατο να τον κατανοήσω. Αυτό που έκανε εκείνος ξεπερνά τη λογική».
Ο επικεφαλής της «DreamWorks Animation» και παραγωγός των ταινιών «Σρεκ», Τζέφρι Κάτσενμπεργκ είναι ένας ακόμη εκπρόσωπος της τέχνης που έπεσε θύμα εξαπάτησης, χάνοντας πολλά μηδενικά από τους τραπεζικούς λογαριασμούς του.
«Είναι τρομερό αυτό που έκανε. Κατέστρεψε τη ζωή πολλών ανθρώπων, ανθρώπων που γνωρίζω προσωπικά», δήλωνε μετά την αποκάλυψη του σκανδάλου. Για τη θρυλική σταρ του Χόλιγουντ Ζα Ζα Γκάμπορ, που απεβίωσε το 2016, οι απώλειες ξεπέρασαν τα 10 εκατ. δολάρια. Στη λίστα περιλαμβάνονται και διάσημοι Αμερικανοί αθλητές, όπως ο θρύλος του μπέιζμπολ, Σάντι Κούφαξ
Την πιο σκληρή μοίρα όμως απ’ όλους φαίνεται ότι την είχε ο ίδιος ο θύτης, καταδικασμένος (;) να βασανίζεται έως το τέλος της ζωής του από τις Ερινύες. Το Δεκέμβριο του 2010 ο μεγαλύτερος γιος του, Μαρκ, βρέθηκε κρεμασμένος στο διαμέρισμά του στη Νέα Υόρκη, ανήμερα της δεύτερης επετείου της σύλληψης του πατέρα του.
Ανήμπορος να αντέξει την κατακραυγή για το σκάνδαλο του πατέρα του αλλά και τις φήμες για τη δική του εμπλοκή στην «απάτη του αιώνα». Τη στιγμή της αυτοχειρίας ο δίχρονος γιος του κοιμόταν στο δωμάτιο του…
Η μήπως όχι; Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Στιβ Φίσμαν, ο πρώην ανάρπαστος επενδυτής συνεχίζει, αμετανόητος, τις μπίζνες και στη φυλακή. Φέρεται να μονοπωλεί την αγορά ζεστής σοκολάτας στο προαύλιο του σωφρονιστκού καταστήματος. Σύμφωνα με την πηγή που επικαλέστηκε ο ιστότοπος «Marketwatch», αγοράζει όλα τα φακελάκια σοκολάτας Swiss Miss από την τροφοδοσία της ομοσπονδιακής φυλακής στο Μπάτνερ της Βόρειας Καρολίνας, όπου εκτίει την ποινή του, και τα μεταπωλεί στους συγκρατούμενούς του αποκομίζοντας κέρδη!
Αν όντως ισχύει κάτι τέτοιο, τότε η ερμηνεία της δημοσιογράφου Ενρίκες περί ενός «ψυχοπαθή που ανέπτυξε τη ζωή του με πλήρη έλλειψη συναίσθησης για την καταστροφή που προκαλούσε», μοιάζει με πιστή απεικόνιση του χαρακτήρα του.
Με μια περιγραφή – γάντι για τον ασυναίσθητο πρώην δεινό κολυμβητή και ναυαγοσώστη, που προκάλεσε ένα ναυάγιο ανυπολόγιστων συνεπειών πρώτα απ’ όλα για την οικογένειά του.