Αυτό ήταν το μοναδικό λάθος του Μίσσα στο Ευρωμπάσκετ

Η Εθνική μας ομάδα έχασε χθες ένα δικό της παιχνίδι κόντρα στη Ρωσία και αποκλείστηκε από τα ημιτελικά, με αποτέλεσμα να ζητάμε και πάλι το «κεφάλι» του Μίσσα. Έχουμε, ωστόσο, δίκιο;

Περίεργο, πολύ περίεργο: είναι ένα απομονωμένο παραβάν (σαν αυτά που ψηφίζουμε στις εκλογές), μόνο που η κουρτίνα του είναι μαύρη. Κάποιος βρίσκεται μέσα- φαίνονται τα πόδια του κάτω από την κουρτίνα, στην οποία υπάρχει κολλημένη επάνω της μια γαλανόλευκη σημαία, το σήμα του Eurobasket 2017 και μία μονάχα λέξη. Είναι ΕΝΟΧΟΣ. Το σκοτάδι γύρω σου σε φοβίζει, όμως κάνεις ένα βήμα προς το παραβάν. Σηκώνεις το τρεμάμενο χέρι σου και…  

Κεφάλια. Σκυμμένα κεφάλια. Κανείς δε μιλάει. Δεν υπάρχει διάθεση, άλλωστε. Πού να βρεις κουράγιο να μιλήσεις όταν επί 28 λεπτά ήσουν μπροστά στο σκορ, προηγήθηκες μέχρι και με 13 πόντους και στο τέλος επέλεξες οικειοθελώς, σχεδόν, να πάρεις το κίτρινο φύλλο αγώνα αντί για το ροζ και ν’ αποκλειστείς από τη συνέχεια του Ευρωμπάσκετ;

Η εθνική μας ομάδα χθες το απόγευμα κλότσησε τεχνηέντως τεράστια ευκαιρία να βρεθεί μετά από μια οκταετία αποτυχιών και πάλι στο βάθρο μίας μεγάλης διοργάνωσης, καθώς ηττήθηκε από τους Ρώσους, παρά το γεγονός πως έδειχνε ότι τους «είχε».

Τούτη η βλακώδης ήττα έφερε και πάλι στο προσκήνιο το παιχνίδι «Πες κι εσύ τον Μίσσα “ταβερνιάρη”, μπορείς», μιας και…

Α) Έβαλε Καλάθη, Σλούκα, Μπουρούση, Πρίντεζη και Παπανικολάου εκεί γύρω στα 35+ λεπτά με αποτέλεσμα στο τέλος να «σκάσουν», να χάσουν το μυαλό τους και να μπλοκάρουν επιθετικά στο πιο κρίσιμο σημείο του αγώνα.

Β) Δεν είχε plan b όταν το γαλανόλευκο καράβι κόλλησε ανεπανόρθωτα στα λιμνάζοντα νερά που αίφνης εμφανίστηκαν στο παρκέ τα τελευταία 13, περίπου, λεπτά του ματς.

Γ) Η άμυνα δεν κατάφερε να περιορίσει και στο δεύτερο ημίχρονο τον Σβεντ, ο οποίος από αόρατος σούπερ σταρ του πρώτου ημιχρόνου, μεταμορφώθηκε σ’ εμφανέστατο killer στα τελευταία 20΄.

Δ) Δεν κάνει εν γένει, ρε παιδί μου, για προπονητής της εθνικής αυτός- κάτι που  θυμηθήκαμε εκ νέου χθες, μιας και μετά το ματς με τους Λιθουανούς είχε κοπάσει η γκρίνια-, αφού «Έχει κοουτσάρει μόνο τις γυναίκες και τους πιτσιρικάδες».

Αυτά τα λέει το διαβολάκι στην εσωτερική πάλη που διεξάγεται (μιλάμε για κανονικό ντέρμπι) στο μυαλό μας. Το αγγελάκι, από την άλλη, παρατάσσει ως αντίλογο τα εξής:

Α) Και ποιος, δηλαδή, να έπαιζε; Ο Νίκος Παππάς– που άπαντες περιμένουν να κάνει ένα μεγάλο ματς με τη Εθνική σε παιχνίδι που καίει η μπάλα, όμως ήμασταν νιοι και πλέον έχουμε για εγγονό μας τον Μαθουσάλα- στα 5 λεπτά που έπαιξε ήταν άτολμος, δεν πήρε ούτε μια προσπάθεια (ο, θεωρητικά, καλύτερός μας παίκτης στην επίθεση) και το κοντέρ έγραψε -9 μ’ αυτόν στο παρκέ.

Ο Παπαγιάννης που ξεκίνησε βασικός, είδε τον Μαζγκόφ να του κάνει παρατεταμένη πλάκα στο αρχικό 3λεπτο, αποδεικνύοντας εμπράκτως πως δεν αρκεί ένα καλό ματς (όπως αυτό κόντρα στους Λιθουανούς) για να γίνεις ξαφνικά ο απόλυτος σέντερ της διοργάνωσης. Το ταλέντο αδιαμφισβήτητα υπάρχει, όμως το FIBA Basketball δεν έχει καμία σχέση με την regular season που έπαιξαν πέρυσι οι Kings.

Μάντζαρης και Θανάσης δε βοήθησαν ουσιαστικά, «αποτυγχάνοντας» να δώσουν ουσιώδεις ανάσες στους βασικούς. Ναι, ο Μίσσας έπαιξε με κλειστό rotation 5.5 ατόμων, όμως το ίδιο έκανε και ο Μπαζάρεβιτς (οι δικοί του ήταν 6.5).

Β) Γιατί δε λέει, όμως, κανείς για το σπουδαίο PLAN A; Η Ελλάδα χθες για 25 λεπτά ήταν τόσο χάρμα ιδέσθαι που πονούσαν τα μάτια σου από την ομορφιά και έμοιαζε ικανή να πάρει ακόμα και το χρυσό. Το γεγονός ότι κολλήσαμε στο τέλος έχει να κάνει με το ότι δεν υπήρξε ένας παίκτης που θα έρθει από τον πάγκο και θα «βάλει» καθαρό μυαλό στο παρκέ.

Γ) Η άμυνά μας έκανε τον Σβεντ- το πυρηνικό όπλο Σβεντ- για ένα ολόκληρο ημίχρονο να μοιάζει με παίκτη του Δ΄ τοπικού, ο οποίος, επιπρόσθετα, έχει να παίξει μπάσκετ από την εποχή της ποταπαγόρευσης στις ΗΠΑ. Αυτό δε λέει κάτι;

Δ) Συγγνώμη, αλλά είδατε μήπως εσείς κάποιον άλλον διαθέσιμο να προθυμοποιείται ν’ αναλάβει τη Εθνική;

Όχι. Όχι: ο Κώστας Μίσσας, όπως έχουμε ξαναπεί, δεν έφταιξε σχεδόν πουθενά σ’ αυτό το τουρνουά. Μπορεί το ευρύ κοινό να βλέπει ένα τέλειο εξιλαστήριο θύμα στο πρόσωπό του, όμως στάθηκε αξιοπρεπέστατα (ειδικά στα νοκ άουτ) στον πάγκο μας.

«Έσφιξε», ως όφειλε, το rotation στα κρίσιμα ματς (πράγμα που κάνουν όλοι οι προπονητές του κόσμου- δείτε, αν θέλετε, πώς πήρε την φετινή Ευρωλίγκα ο Ομπράντοβιτς), και κάλυψε όσο καλύτερα μπορούσε τις χτυπητές αμυντικές μας αδυναμίες.

Η εθνική μας- είναι πασιφανές από τις περιστροφές στην άμυνα- είχε «χτιστεί» έχοντας κατά νου πως πίσω υπάρχει ο «μπαμπούλας» Αντετοκούνμπο που θα καλύψει κάθε τρύπα: θα έδινε βοήθειες γρήγορα στην αδύνατη πλευρά, θα έπαιρνε ριμπάουντ ακόμα κι όταν δε δούλευαν τα block out μας λόγω της μοναδικής του αλτικής ικανότητας, θα μάρκαρε από το 1 μέχρι το 5, θα μοίραζε αφειδώς τάπες. Το να χάνει μια αμυντικογενής ομάδα το κορυφαίο εργαλείο της σ’ αυτόν τον τομέα- τόσο κοντά, μάλιστα, στο Eurobasket- είναι πλήγμα σχεδόν θανατηφόρο.

Το μοναδικό, μα μεγάλο, λάθος του coach είναι άλλο: η ομάδα δεν έκανε σωστή προετοιμασία. Χάρη στους υπέροχους χειρισμούς της ΕΟΚ στο θέμα του Γιάννη στήθηκε ένα πορτοκαλί τσίρκο άνευ προηγουμένου, που αποπροσανατόλισε τους υπόλοιπους παίκτες, με αποτέλεσμα να υπάρχει μια πρωτοφανής χαλαρότητα- κι αυτός το «επέτρεψε».

Το κυνήγι των ανεμόμυλων βρισκόταν σε καθημερινή βάση στην ατζέντα μας, οι ίντριγκες έδιναν κι έπαιρναν, κάποιοι παίκτες θεώρησαν εαυτούς θιγμένους και αντί να δουλέψουμε σωστά στο να βελτιωθούμε, προσπαθούσαμε να καλύψουμε το χαμένο έδαφος σε επίσημα παιχνίδια.

Κανείς, λοιπόν, δεν μπορεί να κατηγορήσει τον Μίσσα για τη φιλοδοξία του σ’ αυτή την ηλικία να προπονήσει παίκτες όπως ο υπέροχος Νικ Καλάθης ή ο συγκινητικός Πρίντεζης και ο μεταμορφωμένος Σλούκας. Κανείς. Έμοιαζε, και ήταν, αναλώσιμος, όμως το πάλεψε σαν παλικάρι κι όχι σαν βαριεστημένος μισθοφόρος.

Το όλο πρόβλημα της εθνικής μας, ήταν άλλο. Αν ρίξει κανείς μια ματιά στα νούμερα από το 2009 (και το χάλκινο σ’ εκείνο το Ευρωμπάσκετ) κι έπειτα, θα το αντιληφθεί: 8 σερί αποτυχίες. 5 διαφορετικοί προπονητές και 30+ παίκτες. Μόνο ένας, ωστόσο, δεν έχει αλλάξει. Αν…

Αν κάνεις ένα ακόμα θαρραλέο βήμα στην άδεια αίθουσα, θα καταλάβεις. Έλα, μη φοβάσαι, σήκωσε το χέρι και τράβα την κουρτίνα. Βρες τον «ένοχο». Έλα…

Έτσι μπράβο- μέχρι τέλους. Να ποιος κρύβεται από πίσω.

Τον βλέπεις, πλέον, κι εσύ.

Γνώριμη φάτσα, έτσι δεν είναι;