Συνήθως ο μόνιμος πονοκέφαλος στα αεροδρόμια είναι το βάρος των αποσκευών μας. Το άγχος μήπως και ξεπεράσουμε το ανώτατο επιτρεπτό όριο και αναγκαστούμε να το πληρώσουμε ακριβά. Σε κάθε περίπτωση όμως οι συνέπειες για το έξτρα βάρος θα είναι πολύ μικρότερες από εκείνες που αντιμετώπισε ο Στιβ Μπαρτ. Ο Αμερικανός σούπερ σταρ του Ηρακλή που είδε την καριέρα του να παίρνει αναγκαστική στροφή για 13 γραμμάρια.
Και για να είμαστε πιο ακριβείς, για 2 γραμμάρια κοκαΐνη και 11 γραμμάρια χασίς που βρέθηκαν στη βαλίτσα του στο αεροδρόμιο κατηγορίας. Κι εκείνη τη μέρα χάθηκε και η μεγάλη ευκαιρία για να μάθουμε αν τελικά μπορούσε να ξεπεράσει ακόμη και τον μυθικό Ντέιβιντ Ίνγκραμ, όπως υπόσχονταν οι πρώτες εντυπωσιακές παραστάσεις του.
Ο διάδοχος ενός μικρού θεούλη
Δύο πράγματα δεν κατόρθωσε να κάνει ο Ντέιβιντ Ίνγκραμ κατά τη διάρκεια της θητείας του στην Ελλάδα. Να μας μάθει να προφέρουμε σωστά το όνομά του (Άνκρουμ, Έινκραμ, Έινκρουμ θα μπορούσαν να ήταν μερικές προτάσεις) και να βγει πρώτος σκόρερ στην Α1. Στα 5 χρόνια που έμεινε στα μέρη μας είδε 3 φορές την πλάτη του Νίκου Γκάλη και μία –την τελευταία- εκείνη του Ζάρκο Πάσπαλι που ήρθε να αλλάξει την ιστορία του Ολυμπιακού και του μπάσκετ.
Κι ας φόρτωνε σταθερά με 30άρες τα αντίπαλα καλάθια. Έφυγε με αυτόν τον… καημό. Αφήνοντας παράλληλα τους φίλους του Γηραιού με την αγωνία για το ποιος θα μπορούσε να γεμίσει τα μπασκετικά παπούτσια του. Κι αυτός ήταν ο λόγος που ο Στιβ Μπαρτ δεν γέμισε το μάτι κανενός.
Οι… απαισιόδοξοι δεν ένιωσαν καλύτερα ούτε όταν διάβαζαν το σαφώς πιο πλούσιο βιογραφικό του. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, είχε παίξει στο NBA. Σε Σανς, Κλίπερς και Γουΐζαρντς, από τους οποίους είχε γίνει ντραφτ στο νούμερο 30. Όταν όμως τον είδαν αγωνιζόμενο άρχισαν να αποθεώνουν τον πρόεδρο της ομάδας, Κώστα Χαϊτόγλου, που πίστεψε τα λόγια του μάνατζερ Νίκου Λότσου. Του ανθρώπου που κατάλαβε ότι αυτός ο τύπος θα μπορούσε εύκολα να κάνει τα καλάθια να… αναστενάζουν.
Για λίγες, αλλά μεγάλες παραστάσεις
Ο –τότε- 28χρονος γκαρντ συστήνεται στο κοινό με 24 πόντους. Όσους πέτυχε δηλαδή στο ντεμπούτο του, σε ένα ευρωπαϊκό ματς με αντίπαλο τον Κεραυνό Λευκωσίας στην Κύπρο. Λίγες μέρες αργότερα θα σημειώσει 31 στην επίσημη πρώτη του στο ελληνικό πρωτάθλημα κόντρα στη Λάρισα και από εκεί και πέρα μπήκε το νερό στ΄ αυλάκι. Ή –για να κάνουμε κακής ποιότητας χιούμορ- μπήκε το τόπι στο διχτάκι.
Το προσπερνάμε και συνεχίζουμε. Όπως συνέχισε και ο Μπαρτ το βιολί του. Το «Ιβανώφειο» σταματά να αναπολεί τη φανέλα με το «6», που στο μεταξύ συζητείται να αποσυρθεί προς τιμή του Ίνγκραμ, και αποθεώνει εκείνη με το «12». Κάθε του εμφάνιση μετατρέπεται σε one man show, όπως «πρόσταζε» ουσιαστικά το στυλ μπάσκετ της εποχής.
Την 3η αγωνιστική εκείνη της περιόδου ο Ηρακλής απειλεί το σερί του Άρη. Σε ένα ματς που κρίθηκε μετά από δύο παρατάσεις, ο «αυτοκράτορας» του Γιαννάκη, του συγχωρεμένου Τάρπλεϊ, του Τζέι-Τζέι Άντερσον και του Γιατζόγλου θα αποδράσει τελικά με 105-92. Ο Μπαρτ κάνει… παππάδες (43 πόντους, με 14/21 δίποντα, 3/7 τρίποντα και 6/8 βολές), αλλά όπως συνέβαινε και επί Ίνγκραμ, η ατομική επίδοσή του δεν συνοδεύεται από το ροζ φύλλο αγώνα.
Τα 13 γραμμάρια που άλλαξαν τα πάντα
Μετά από τέτοια εκκίνηση ο κόσμος του «Γηραιού» ατενίζει το μέλλον της ομάδας με μεγαλύτερη αισιοδοξία. Έχοντας εμπιστοσύνη –πλέον- στο νέο ίνδαλμά του και τις ικανότητές του στο γήπεδο. Όπως συνέβαινε με αρκετούς παίκτες της αντίπερα όχθης του Ατλαντικού όμως, υπήρχε και μία άλλη πιο σκοτεινή πλευρά που σχετιζόταν με το NBA.
Για πολλά χρόνια η χρήση απαγορευμένων ουσιών αποτελούσε ένα κοινό μυστικό το οποίο δεν δεχόταν να αγγίξει κανείς. Κάποια στιγμή –έστω και για το θεαθήναι- ο Ντέιβιντ Στερν αποφασίζει να σκληρύνει τη στάση της λίγκας. Τουλάχιστον για… σεσημασμένες περιπτώσεις, όπως για παράδειγμα, εκείνη του Ρόι Τάρπλεϊ. Αποτέλεσμα αυτού του μάλλον υποκριτικού κυνηγιού μαγισσών ήταν πολλοί παίκτες να λάβουν το… μήνυμα και να ψάξουν την τύχη τους στην Ευρώπη.
Δυστυχώς για τον Ηρακλή, ο Μπαρτ αποδείχτηκε μια τέτοια περίπτωση. Στις αρχές Νοεμβρίου επιστρέφει από ολιγοήμερες διακοπές στις ΗΠΑ. Εκεί είχε την ευκαιρία να γεμίσει τις μπαταρίες του αλλά και τις αποσκευές του (αν και το «γεμίζει» είναι μάλλον υπερβολή με βάση τις ποσότητες που έγιναν γνωστές). Όπως και να ‘χει, ο Αμερικανός περνά από έλεγχο στο αεροδρόμιο «Μακεδονία» και αποδεικνύεται πως μεταφέρει 2 γραμμάρια κοκαΐνη και 11 γραμμάρια χασίς. Τουλάχιστον, αντί να επινοεί φανταστικές ιστορίες για αγρίους, παραδέχεται πως τα ναρκωτικά είναι δικά του. Δηλώνει χρήστης και περιμένει τα αποτελέσματα των τοξικολογικών εξετάσεων και της δικαιοσύνης.
Σαν να μην έγινε τίποτα
Την επόμενη –κιόλας- μέρα παίρνει μέρος σε ματς κόντρα στον ΠΑΟΚ και συνεχίζει να αγωνίζεται στην Α1. Η διοίκηση και ο κόσμος της ομάδας στέκονται δίπλα του και υπάρχει η ελπίδα ότι όλη αυτή η περιπέτεια θα ξεπεραστεί και θα μοιάζει με μακρινή άσχημη ανάμνηση. Η ιστορία, όμως, δεν θα εξελιχθεί με τον τρόπο που ήλπιζαν ή εύχονταν όλοι. Σε ευρωπαϊκό αγώνα απέναντι στη Φονόλα Καζέρτα ο Μπαρτ θα κάνει ένα από τα γνωστά όργιά του στα παρκέ.
Σημειώνει 38 πόντους, πραγματοποιώντας άλλη μία επική και μνημειώδη εμφάνιση. Θα αποδειχθεί πως αυτό ήταν κάτι σαν αποχαιρετιστήριο πάρτι. Ενώ εκείνος κάνει αυτό που έμαθε να κάνει με επιτυχία, το εργαστήριο δίνει την οριστική απάντηση. Ο Μπαρτ είναι χρήστης ναρκωτικών. Η ελληνική κοινωνία, το ελληνικό μπάσκετ, αλλά και η οικογένεια του Ηρακλή δεν μπορεί να το διαχειριστεί.
Ουσιαστικά ο Αμερικανός παίρνει ισόβιο αποκλεισμό από το ελληνικό μπάσκετ, το οποίο αφήνει οριστικά πίσω του. Μέχρι τη στιγμή που αποχώρησε η στατιστική έλεγε πως σε 8 αγώνες της Α1 είχε πετύχει 244 πόντους που -με πρόχειρους υπολογισμούς- μετατρέπονται σε μέσο όρο 30,5 πόντους ανά ματς. Ακόμη κι αυτή η επίδοση τον έφερνε στη 2η θέση του πίνακα των σκόρερ. Σαν να έπρεπε να αποδειχθεί πως ακόμη κι εκεί η ομοιότητά του με τον προκάτοχό του Ντέιβιντ Ίνγκραμ ήταν εξόφθαλμη. Δυστυχώς εκείνα τα 13 γραμμάρια του στέρησαν οποιαδήποτε ευκαιρία να τον ξεπεράσει.