Δεν είναι, ξέρετε, και τόσο δύσκολο όσο νομίζουμε. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να τις αφαιρέσουμε εντέχνως από τα μάτια μας και τότε θα βλέπουμε τα πάντα πολύ, μα πολύ πιο καθαρά. Άλλωστε, μιλάμε απλώς για τις οπαδικές μας παρωπίδες. Τις άυλες οπαδικές μας παρωπίδες.
Τις αφαιρέσατε κι εσείς; Ωραία, ωραία. Τώρα, επομένως, μπορούμε να παραδεχτούμε το προφανές- αν θέλετε εν είδει αποχαιρετισμού, ο οποίος έχει ποτίσει το λεκτικό του κορμί με την απαιτούμενη, στην προκειμένη περίπτωση, ποσότητα σεβασμού: ο Παύλος Γιαννακόπουλος, ο οποίος «έφυγε» από τη ζωή νωρίτερα σήμερα, υπήρξε ο κορυφαίος παράγοντας στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού.
Και- κάτι απείρως σημαντικότερο- μαζί με τον αδερφό του τον Θανάση ήταν οι πιο αγαπητοί Έλληνες παράγοντες, ανεξαρτήτως του τι ομάδα υποστήριζε ο καθένας. Κι αυτή η καθολική, σχεδόν, συμπάθεια ήταν απόρροια της γενικότερης συμπεριφοράς του σε όλη την παραγοντική του σταδιοδρομία. Βλέπετε, ήταν αυτός που…
-Παρά το γεγονός πως διέθετε εκατομμύρια και ήταν το νούμερο 1 της πιο επιτυχημένης, βάσει τίτλων, ομάδας στην ιστορία του εγχώριου αθλητισμού σχεδόν «απαιτούσε» από τους πάντες να τον λένε «Παύλο»- όχι «Κύριε Γιαννακόπουλε». Δεν είχε σημασία αν ήσουν ο… πλανητάρχης ή ο τελευταίος φίλαθλος του Παναθηναϊκού ή, ακόμα πιο αξιοπρόσεκτο, οποιασδήποτε άλλης ομάδας- ήταν πάντα ο «κύριος Παύλος».
Ουδέποτε εκβίασε κανέναν, ουδέποτε απείλησε κανέναν, ουδέποτε πορεύτηκε στην ζωή του έχοντας ως κύριο όπλο του τον τρόμο- όχι. Αυτός είχε αντικατασταθεί πλήρως από τον σεβασμό που, τόσο φυσιολογικά, «έβγαινε» από τη χαμηλών τόνων προσέγγισή του σε όλα τα θέματα. Αν ψάχνατε για την επιτομή του προέδρου- μπαμπούλα, τότε μάλλον θα πρέπει να κοιτάξετε αλλού. Παραδείγματα υπάρχουν πολλά. Για την ακρίβεια, άπειρα.
-Σε κέρδιζε με την απλότητά του. Κάθε ρεπόρτερ Παναθηναϊκού μπορεί να σας βεβαιώσει πως είτε έχει μπει ο ίδιος στην πολυτελή του Μερσεντές είτε γνωρίζει κάποιον δημοσιογράφο, φίλαθλο ή… απλό περαστικό για χάρη του οποίου ο κ. Γιαννακόπουλος εκτέλεσε χρέη ευγενικού ταξιτζή.
Είχες πάει στο αεροδρόμιο για να υποδεχτείς την αποστολή της ομάδας που επέστρεφε από εκτός έδρας θρίαμβο ή απλά πήγαινες για ν’ αποθεώσεις το νέο μεταγραφικό απόκτημα του συλλόγου και δεν είχες πώς να γυρίσεις στο σπίτι σου; Το μόνο που είχες να κάνεις ήταν να το πεις στον Παύλο κι αυτός ή θα σε βόλευε μέσω τρίτου ή θα σου έλεγε «μπες μέσα» και θα σε πήγαινε ο ίδιος εκεί που θα του έδινες «παραγγελιά».
Μοιάζει με ουμανιστικό σενάριο επιστημονικής φαντασίας, όμως είναι πέρα για πέρα αλήθεια. Και, ξέρετε ποιο είναι το καλύτερο; Αυτός ο «ταξιτζής» δεν ζητούσε ποτέ λεφτά…
-Μπορεί να είχε στήσει έναν από τους μεγαλύτερους επιχειρηματικούς κολοσσούς της χώρας (τη ΒΙΑΝΕΞ) και να έβγαζε σε μια χρονιά όσα χρήματα βγάζει ο μέσος Έλληνας σε 59, πολύ καλά αμειβόμενες, ζωές, όμως κυκλοφορούσε στα γήπεδα μόνος του- χωρίς, τις περισσότερες φορές, μπράβους.
Ο γράφων ήταν παρών σ’ ένα σουρεαλιστικής «υφής» περιστατικό στο «Αλεξάνδρειο», όταν- μια φορά κι ένα μακρινό κάποτε- στα πέριξ του αγωνιστικού χώρου είχαν πλησιάσει τον κ. Παύλο καμιά 30αριά «σουπεράδες» (οι σκληροπυρηνικοί οπαδοί του Άρη) και τον… αποθέωναν λέγοντάς του, μέσες- άκρες, πως είναι ο πρόεδρος- όνειρο κάθε οπαδού και ότι εύχονταν να βρισκόταν κάποιος σαν αυτόν ν’ αναλάβει την ομάδα τους.
30 «σουπεράδες» γύρω από τον πιο ισχυρό άνδρα της αντίπαλης ομάδας. Με την αστυνομία, χαλαρή, να διατηρεί απόσταση ασφαλείας και να μην παρεμβαίνει. Αν μπορείτε να βρείτε στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού αντίστοιχο παράδειγμα, προτιθέμεθα να μετονομάσουμε το menshouse σε “girlshouse” και να γράφουμε νυχθημερόν για το πώς θα επηρεάσει τον κύκλο μας η πανσέληνος που αυτή την περίοδο βρίσκεται στην Αφροδίτη.
-Πάνω απ’ όλα, αγαπούσε σε βαθμό τρυφερής παράνοιας την ομάδα του. Και οι πιο αδαείς πέτρες ξέρουν πως ήταν ο «άγνωστος Χ» που μοίραζε αφειδώς λεφτά για να πραγματοποιηθούν μεταγραφές ή να μπαλωθούν οικονομικές τρύπες σε όλα τα τμήματα του συλλόγου.
Για το μπάσκετ, δε, η ιστορία μιλάει από μόνη της: από το 1987, όταν και ανέλαβε τα ηνία του «ημιθανούς» σωματείου, ξεκίνησε- «ερασιτεχνικά», στην αρχή, με πλήρες πρόγραμμα αργότερα- η εκτόξευση στ’ αστέρια για το Τριφύλλι.
Ο Παύλος (μαζί, φυσικά, με τον Θανάση) έκαναν την πρώτη κίνηση- ματ με την αγορά του κορυφαίου Έλληνα αθλητή όλων των εποχών, του Νίκου Γκάλη, πίσω στο 1992. Τότε, μάλιστα, ο κ. Γιαννακόπουλος είχε επιδείξει περίσσια ευστροφία, καθώς ο Γκάνγκστερ, μετά από μια ζωή στον Άρη, ήταν ελαφρώς διστακτικός να πάει σ’ εκείνον τον Παναθηναϊκό, παρά το παχυλό συμβόλαιο που του προσέφερε η ομάδα.
Τότε, ο Παύλος με μια κίνηση που- παρά το «κόστος» της, ήταν πρωτίστως συναισθηματικού χαρακτήρα- προσέφερε στον Νικ την Μερσεντές που του είχε τάξει ο Βασιλακόπουλος για την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού πρωταθλήματος το 1987 (και την οποία, εννοείται, ουδέποτε του τη χάρισε), αποσπώντας το πολυπόθητο «ναι».
Ο Γκάλης, όμως, ήταν μόνο η εντυπωσιακή αρχή: Ουίλκινς (με ποσό- ρεκόρ, της τάξεως του ενός δισεκατομμυρίου δραχμών), Γιαννάκης, Βράνκοβιτς, Ράτζα, Μποντιρόγκα, Διαμαντίδης, Σπανούλης και περίπου ακόμα 450 σούπερ σταρ φόρεσαν την πράσινη φανέλα, με την παράδοση των κλειδιών στον σπουδαίο Ζέλικο Ομπράντοβιτς να είναι η καθοριστική κίνηση που μετέτρεψε τον Παναθηναϊκό από μεγάλη ομάδα σε πορτοκαλί αυτοκρατορία.
Το να πει κανείς πως ο Παύλος είχε μόνο ένα πάθος όσο ζούσε κι αυτό ήταν ο Παναθηναϊκός μοιάζει πιο γραφικό κι από στενοσόκακο της Σαντορίνης κατά το ηλιοβασίλεμα, όμως ξέρετε κάτι; Είναι πέρα για πέρα αλήθεια.
Αν διατηρείτε άριστες σχέσεις με τον άπιστο Θωμά και θέλετε αποδείξεις, απλώς δείτε το παρακάτω βίντεο του- εμφανώς καταβεβλημένου- κ. Γιαννακόπουλου να τραγουδάει μαζί με τους οπαδούς της ομάδας του:
Ποτέ, κανείς άλλοτε στην ιστορία του ελληνικού αθλητισμού δεν σμίλεψε ένα τόσο όμορφο, μακροχρόνιο παραμύθι για τους φιλάθλους- ασχέτως οπαδικών προτιμήσεων- όπως εκείνος.
Πόσες φορές μπορεί κάποιος «κοινός θνητός» να σταθεί στο ίδιο σκαλί με τον ιδιοκτήτη της ομάδας του; Να εξισωθεί εκείνος που δίνει 10 ευρώ εισιτήριο μ’ αυτόν που δίνει εκατομμύρια επί εκατομμυρίων; Να σβηστούν δια μαγείας, θαρρείς, οι κοινωνικές αποστάσεις και να είναι όλοι το ίδιο;
Γνωρίζετε, μάλλον, ήδη την απάντηση, σωστά;
Κανείς. Κι αυτό γιατί…
Γιατί ο Παύλος ήταν ένας από εμάς.
Ήταν, είναι και θα είναι ένας από εμάς