Το 1999 η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή ανακηρύσσει τον Καρλ Λιούις «Αθλητική Προσωπικότητα του Αιώνα». Ομοίως, η IAAF τον ονομάζει «Αθλητή του Αιώνα», ενώ περίπου το ίδιο πράγμα διαβάζει κανείς σε κάθε αναφορά που γίνεται σε εκείνον.
Δεν υπάρχει αμφιβολία πως ο Αμερικανός υπεραθλητής άφησε εντονότερα από κάθε άλλον το στίγμα του στο στίβο, με τις απαράμιλλες επιτυχίες του στα σπριντ και το άλμα σε μήκος. Επιπλέον, το κατάφερε κατορθώνοντας να διατηρήσει το όνομά του καθαρό, σε ένα χώρο όπου τα σκάνδαλα ντόπινγκ παραμόνευαν ανά πάσα στιγμή.
Όμως λίγα χρόνια μετά την αλλαγή της χιλιετίας το clean cut είδωλο των ΗΠΑ, και πρότυπο για εκατομμύρια αθλητές σε όλο τον κόσμο, θα δεχτεί ένα αναπάντεχο και απρόσμενο χτύπημα που θα τσαλακώσει για πάντα την εικόνα του, παρά τη μετέπειτα προσπάθεια εξωραϊσμού της.
Μια σειρά από έγγραφα που παραδίδονται στο περιοδικό Sports Illustrated αποκαλύπτουν το αδιανόητο. Ο βασιλιάς αυτή τη φορά δεν ήταν γυμνός, ήταν σίγουρα όμως ντοπαρισμένος. Και μάλιστα τρεις φορές, παραμονές των Ολυμπιακών Αγώνων του 1988, στην κούρσα που έμεινε στην ιστορία για όλους τους λάθος λόγους.
Η δόξα και το δράμα του Μπεν Τζόνσον
Ελάχιστα αθλητικά γεγονότα έχουν προκαλέσει τόση συζήτηση όσο ο τελικός των 100 μέτρων στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ. Μετά από πολλά χρόνια, ο Καρλ Λιούις, ο άνθρωπος που τέσσερα χρόνια νωρίτερα είχε πετύχει το αδιανόητο ισοφαρίζοντας τα τέσσερα χρυσά σε μια διοργάνωση του Τζέσε Όουενς, δεν ήταν το φαβορί. Το προηγούμενο έτος ο Καναδός Μπεν Τζόνσον είχε βάλει τέλος στην κυριαρχία του Αμερικανού με το εκκωφαντικό 9.83. Ένα πέρα από κάθε λογική παγκόσμιο ρεκόρ. Στην Κορέα θα γιγαντώσει ακόμη περισσότερο το μύθο του. Τερματίζοντας σε 9.79, ξεπερνά ακόμη και τον εαυτό του, κάνοντας πλάκα στους αντιπάλους του. Ακόμη και στον Λιούις.
Μόλις δυο μέρες αργότερα ο θρίαμβος μετατρέπεται σε δράμα για τον Ολυμπιονίκη και παγκόσμιο ρέκορντμαν. Με μια ανακοίνωση που σόκαρε τον πλανήτη, γίνεται γνωστό πως έχει βρεθεί θετικός σε χρήση απαγορευμένων ουσιών. Αυτόματα χάνει το χρυσό μετάλλιο, τον τίτλο και το ρεκόρ. Όλα καταλήγουν ξανά στα χέρια του Καρλ Λιούις, που αυτή τη φορά δεν χρειάζεται δικαιολογίες για την ήττα του από τον Καναδό, όπως είχε κάνει το 1987. Τότε τον είχε κατηγορήσει για άκυρη εκκίνηση, στη συνέχεια υποστήριξε πως έτρεξε επηρεασμένος από κάποια ίωση και αργότερα –χωρίς να αναφερθεί ονομαστικά στον Καναδό- είχε δηλώσει: «Κάποιοι εμφανίζονται από το πουθενά. Δεν νομίζω πως θα το κατόρθωναν χωρίς αναβολικά. Έτσι θα μπορούσα κι εγώ να τρέξω κάτω από 9.80»…
Μερικά χρόνια αργότερα ο κόσμος θα αναφερόταν στον τελικό των 100 μέτρων της Σεούλ ως την «πιο βρώμικη κούρσα στην ιστορία», γνωρίζοντας πως ακόμη και ο προβαλλόμενος από τα ΜΜΕ ως υπέρμαχος της καθαρότητας στον αθλητισμό πρωταθλητής, δεν ήταν αθώος. Για την ακρίβεια, στα έτη που ακολούθησαν ο Κάλβιν Σμιθ ήταν ο μόνος από τους συμμετέχοντας που δεν είδε ποτέ το όνομά του να εμπλέκεται σε σκάνδαλο ντόπινγκ.
Οι καταγγελίες του Έξαμ
Το 2003 ένας άνθρωπος παρουσίασε ντοκουμέντα σύμφωνα με τα οποία ο Καρλ Λιούις δεν ήταν αυτό που φαινόταν. Η ιδιότητά του πρόσδιδε κύρος και εγκυρότητα σ’ αυτές τις καταγγελίες. Ο Γουέιντ Έξαμ υπήρξε για μια δεκαετία διευθυντής του τμήματος αντιντόπινγκ της Ολυμπιακής Επιτροπής των ΗΠΑ. Και δήλωνε ξεκάθαρα, έχοντας και τα έγγραφα που το αποδείκνυαν, πως ο Καρλ Λιούις είχε βγει θετικός σε τρεις ελέγχους παραμονές των Αγώνων της Σεούλ. Κατηγόρησε μάλιστα την Επιτροπή για συγκάλυψη και υποστήριξε πως με βάση τους κανονισμούς ο υπεραθλητής θα έπρεπε να έχει τιμωρηθεί με 6μηνο αποκλεισμό, γεγονός που θα τον έθετε εκτός διοργάνωσης.
Η υπερασπιστική γραμμή του Καρλ Λιούις δεν διέφερε από εκείνη άλλων που βρέθηκαν σε αντίστοιχη άβολη θέση. Υποστήριξε πως είχε λάβει ένα φαρμακευτικό σκεύασμα το οποίο περιείχε τις ενοχοποιητικές ουσίες. Η Ολυμπιακή Επιτροπή δέχτηκε τη θέση του και τον «καθάρισε» από κάθε κατηγορία. Ειδικοί έσπευσαν να συμπληρώσουν ότι τα επίπεδα εφεδρίνης, ψευδοεφεδρίνης και άλλων διεγερτικών που ανιχνεύθηκαν στον οργανισμό του ήταν τέτοια που θα προκαλούνταν σε οποιονδήποτε λάμβανε ένα απλό φάρμακο για το κρυολόγημα. Επίσημα ο Καρλ Λιούις ήταν αθώος, όπως άλλωστε συνηγόρησε και η ΔΟΕ. Ανεπίσημα δεν είχε κάνει τίποτε διαφορετικό από εκατοντάδες άλλους αθλητές. Σύμφωνα με τα έγγραφα που παρέδωσε ο Δρ. Έξαμ στο αμερικανικό περιοδικό «Sports Illustated», υπήρξαν περισσότερες από 100 περιπτώσεις ντόπινγκ που συγκαλύφθηκαν από την Ολυμπιακή Επιτροπή των ΗΠΑ από το 1988 ως το 2000. Στη «μαύρη λίστα» του Έξαμ συμπεριλαμβάνονται 19 αθλητές που κατέκτησαν ολυμπιακά μετάλλια, μεταξύ αυτών φυσικά και ο Λιούις.
«Ντοπέ είναι όποιος πιάνεται»
Αυτή η ιστορικών διαστάσεων φράση του Χρήστου Τζέκου (προπονητή των Κεντέρη και Θάνου), όσο και να μην το θέλουμε, αποδίδει με απόλυτη ειλικρίνεια την κατάσταση με το ντόπινγκ στο στίβο. Πολλοί ήταν εκείνοι που υποστήριξαν πως όσο νικούσε ο Καρλ Λιούις, υποκριτικά όλοι κοιμόνταν μακάρια θεωρώντας πως δεν υπήρχε πρόβλημα. Όταν όμως εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Μπεν Τζόνσον και οι Αμερικανοί δεν μπορούσαν πια να καυχιόνται πως διαθέτουν τον πιο γρήγορο άνθρωπο στη Γη, έπρεπε κάτι να συμβεί για να «αποκατασταθεί» η τάξη.
Τα 6ppm αναβολικών που βρέθηκαν στον έλεγχο του 1988 θεωρούνταν ντόπινγκ πριν 30 χρόνια, αλλά τώρα πια η συγκεκριμένη ποσότητα δεν είναι ενοχοποιητική. Απόδειξη κι αυτό του πόσο σχετική είναι η συζήτηση περί αναβολικών στον αθλητισμό. Και τότε πολλοί γιατροί άλλωστε είχαν υποστηρίξει πως σε αυτό το επίπεδο δεν θα μπορούσαν να έχουν οδηγήσει σε βελτίωση των επιδόσεων του Λιούις, σε αντίθεση με τις ουσίες που βρέθηκαν στον οργανισμό του Μπεν Τζόνσον. Του Καναδού αθλητή που απείλησε την κυριαρχία του «Βασιλιά» και καρατομήθηκε σχεδόν αμέσως μόλις κατάφερε να τον ανατρέψει.
Λίγο πριν περάσει από τη δόξα και το δέος στην καταφρόνηση και το περιθώριο, ο Τζόνσον είχε πει: «Όταν ο Καρλ κέρδιζε τα πάντα, δεν είπα κουβέντα εναντίον του. Και όταν φτάσει η στιγμή που κάποιος τύπος θα βρεθεί να με νικήσει, δεν πρόκειται ούτε τότε να παραπονεθώ για οτιδήποτε». Η αλήθεια είναι πως χρειάζεται ισχυρή δόση υποκρισίας για να υποστηρίξει κανείς πως ο κόσμος του αθλητισμού είναι τόσο αγγελικά πλασμένος που να επιτρέπει οποιαδήποτε άλλη προσέγγιση. Και μάλλον μία από τις πιο εύστοχες σε σχέση με τον στίβο ήταν αυτή του Καναδού προέδρου του Παγκόσμιου Αντιντόπινγκ Ιδρύματος (WADA) Ντικ Πάουντ: «Στις ανατολικές χώρες ήταν πολιτικά οργανωμένο το ντοπάρισμα, στις ΗΠΑ αυτό που είχε οργανωθεί πολύ καλά ήταν η αθώωση των ντοπαρισμένων…»