Υποτιμημένος όχι στην αντίληψη του κοινού, γιατί από καιρό ο Τζέικ έχει λάβει το credit που του πρέπει, αλλά στην αποδοχή κριτικών και βραβείων. Αυτά βέβαια δεν είναι απαραίτητο να μας αφορούν τόσο πολύ. Ο Τζέικ Γκίλενχαλ δεν είναι στο διαμέτρημα ενός αγαλματιδίου ή ενός κομματιού χρυσού. Είναι ισοϋψής αυτού που νιώθει κάθε θεατής όταν βλέπει μια ταινία του. Ένας ηθοποιός-μια κατηγορία μόνος του. Είναι εκείνο που αντιλαμβάνεσαι πολύ καλά μέσα σου, αλλά αδυνατείς να το εξηγήσεις στον άλλον με λέξεις.
Στην περίπτωση του Τζέικ η εικόνα τα λέει όλα. Πέντε λεπτά από το Donnie Darko, εκεί που ακούει τον Πάτρικ Σουέιζι και σηκώνεται να μιλήσει στο μικρόφωνο, ή ένα δεκάλεπτο από το Nightcrawler, εκεί που στέκεται πάνω από πτώματα και χαίρεται που τα απαθανατίζει πρώτος, αρκούν για να εξηγήσεις στον τύπο που δεν έτυχε να δει ταινία του ή είδε και πέρασε στο ντούκου τον Τζέικ. Αυτό το δεύτερο είναι κάτι που δεν συνέβη ποτέ. Από την πρώτη του ενήλικη συμμετοχή σε ταινία, το Donnie Darko, κοινό και κριτικοί είχαν κάτι να πουν για εκείνον. Με πατέρα σκηνοθέτη, μάνα σεναριογράφο, μεγαλύτερη αδερφή ηθοποιό και νονούς τον Πολ Νιούμαν και την Τζέιμι Λι Κέρτις, ο JG είχε να πάρει από πολλές μεριές «καταπιστεύματα» υποκριτικής.
«Οι ταινίες υποτίθεται ότι πρέπει να λένε κάτι στον κόσμο που βρισκόμαστε. Τι νόημα έχει να κάνεις μια ταινία δίχως νόημα; Για ποιο λόγο το κάνεις; Για να βγάλεις πολλά λεφτά;»
Έχοντας αυτό στο μυαλό του από τα δεύτερα του βήματα στην υποκριτική – αν υποθέσουμε ότι στα πρώτα του δεν είχε αυτή την εκ προοιμίου ωριμότητα – ο Τζέικ επιχειρεί να αφαιρέσει τον ρόλο του από την απλότητα της ύπαρξης του και να τον συνδέσει αναγκαστικά με το περιβάλλον στο οποίο βρίσκεται, να απεκδύσει την λογική της κάμερας και του τέταρτου τοίχου, όπου η εικόνα κοιτάζει ευθεία και με στενή κλίμακα. Zodiac, Rendition, Source Code είναι τρεις ενδεικτικότατες ερμηνείες του Τζέικ. Αναμφίβολα, το Brokeback Mountain και έτι περισσότερο το Nightcrawler είναι οι δύο πιο έντονες στιγμές από την πορεία του Γκίλενχαλ. Στο δεύτερο ειδικά έδωσε αυτό που προσωπικά θεωρώ την καλύτερη ερμηνεία ηθοποιού εκείνης της χρονιάς, για το Χολίγουντ.
Κάτι που δεν είναι εύκολα κατανοητό αν την δεις αυτόνομα. Αντιθέτως, αν παρατηρήσεις τον ρόλο ως συνέχεια, θα δεις ότι για τον σε λίγες μέρες 36χρονο ηθοποιό ο Λούις Μπλουμ ήταν ένα ταξίδι εσωτερικό κι εξωτερικό σε περιοχές που δεν ήξερε αν μπορούσε να σταθεί. Το ότι εν τέλει το μπόρεσε και μάλιστα με εκκωφαντικό τρόπο αποτελεί έναν επιπλέον λόγο για απανωτές ρεβεράντζες στην υπόσταση και την αύρα του.
Μια αύρα που είναι ίδια σε σχέση με πολλούς ηθοποιούς, αλλά ίδια διά της διαφορετικότητας και μοναδικότητας της. Το σημείο τομής στον Τζέικ Γκίλενχαλ είναι ότι στην περίπτωση του δυσκολεύεσαι να υποστηρίξεις το επιχείρημα σου με λόγια. Αυτό συμβαίνει γιατί έχει κάτι απαράμιλλα γοητευτικό στο πρόσωπο του. Μοιάζει ταυτόχρονα σταθερό, αναλλοίωτο, κυρίως στην πρώτη εντύπωση και απαιτεί να υπνωτιστείς στις μικρές συσπάσεις που επιχειρεί ώστε να προσδώσει την αλλαγή συναισθημάτων κι αντιδράσεων. Αν έπρεπε να τον παρομοιάσω με κάτι θα ήταν με ένα ποτάμι που καταλήγει σε καταρράκτη και του έχουν τοποθετήσει φράγμα. Ο ίδιος καλείται να διαλύει το φράγμα και να το ξαναχτίζει.
Όταν ήταν μικρός, ο πατέρας του, ο σκηνοθέτης Στεφάν Γίλινχολ, τον σήκωνε νωρίς κάθε πρωί και πήγαιναν μαζί για τρέξιμο. Όταν επέστρεφαν, η μητέρα του Ναόμι, που είναι σεναριογράφος, έβαζε εκείνον και την αδερφή του Μάγκι μπροστά στην τηλεόραση και έβλεπαν ταινίες με έμφαση στο μιούζικαλ. Από τότε η ζωή του Τζέικ απέκτησε μια υφέρπουσα μουσικότητα. Στο Demolition, την ταινία του Ζαν-Μαρκ Βαλέ, έχει μια σκηνή που περπατάει στα θορυβώδη και υπερφίσκα πεζοδρόμια της Νέας Υόρκης, με τα ακουστικά να τον απομονώνουν στην μουσική στ΄αυτιά του. Για τους γύρω του που δεν ακούνε τη μελωδία, ο Τζέικ είναι ένας παλαβιάρης που έχει παραδοθεί στην μουσική. Αυτή η σκηνή είναι ένα spoiler της ζωής του.
«Προτιμώ τις ταινίες που δείχνουν κάποιον να παίζει πιάνο. Η μουσική υπάρχει μέσα μας από μικρά. Επιθυμώ να με βλέπω ως έναν πνευματικό, μη σοβαρό, τρελό τύπο. Δεν θέλω να πιστέψω ότι είμαι αυτό που λένε: πάντοτε σοβαρός και χωρίς γκριμάτσες».
Δεν ξέρω πως θα μπορούσε κάποιος να το πιστέψει βλέποντας πόσο αστεία χτίζει την φάση με το επώνυμο του.
Μέσα σε αυτά τα 15 χρόνια επαγγελματικής πορείας ο Γκίλενχαλ μετράει ρόλους που το κοινό ταυτίζεται και γουστάρει τρελά, μετράει ρόλους που δεν έπεσαν ποτέ κάτω από τον πήχυ, μετράει κινηματογραφικές και θεατρικές επιτυχίες, μετράει υποψηφιότητες. Ακόμα και στο Southpaw που έμοιαζε κάπως cheesy ο Τζέικ στραπατσάρισε πράγματα στο legacy του. Και δεν εννοώ το πρόσωπο του.
Το παλμάρε του ως προς το ποιοτικό του γνώρισμα, θα απαιτούσε έναν 45χρονο στην καλύτερη. Εκείνος είναι 36 κι έχει ακόμα να δώσει πολλά. Στόχος; Να σπάει τη νόρμα του παρελθόντος του πολύ συχνότερα από δω και πέρα!