Δύο είναι οι τρόποι. Πρώτος και χειρότερος, ο επώδυνος: ανακαλύπτεις καμιά άσπρη τρίχα εδώ κι εκεί (αν, δηλαδή, εξακολουθείς να έχεις τρίχες στο κεφάλι), διαπιστώνεις πως στο σημείο που κάποτε υπήρχε μία επίπεδη κοιλιά τώρα υπάρχει σκέτη κοιλιά χωρίς το «επίπεδη», βγαίνεις να γυμναστείς κάνοντας άλματα και το σώμα σου αρνείται να πηδήξει ψηλά όπως κάποτε (την στιγμή που κι εσύ ο ίδιος αρνείσαι να πηδήξεις εν γένει πια), όταν σηκώνεσαι από την καρέκλα μετά από κάνα δίωρο στον υπολογιστή η πλάτη σου κάνει περισσότερα κρακ κι απ’ τον Μικ Τζάγκερ στα 70s και, δυστυχώς, η συγκεκριμένη λίστα είναι τόσο μεγάλη που, συγκριτικά, η αντίστοιχη της Λαγκάρντ μοιάζει με τηλεγράφημα.
Ο άλλος, αυτός της ατόφιας, καλοδεχούμενης νοσταλγίας: θυμάσαι τα 15 παιχνίδια των 90s που μεγάλωσαν μία ολόκληρη γενιά, τα πράγματα που βρίσκαμε στο περίπτερο και τώρα δεν υπάρχουν, φέρνεις στον νου κλασικές ατάκες που λέγαμε στο δημοτικό και πολλά-πολλά ακόμα.
Ωστόσο, ενδεχομένως το απόλυτο «τεστ» που να επιβεβαιώνει πως πλέον ετοιμάζεσαι- ή το έχεις κάνει ήδη- για θερμό εναγκαλισμό με τα γηρατειά της νεότητας (ή, αλλιώς, τα περιβόητα σαράντα), δεν είναι άλλο από μία… φόρμα.
Κι επειδή βλέπουμε στα μάτια σας (ναι, ακριβώς: αυτά που η πρεσβυωπία έχει αρχίσει και τους κλείνει το… μάτι) την αμφιβολία για το αν έχουμε σώας τας φρένας ή αν πηγαίνουμε με λυμένα προς τον ηλικιακό γκρεμό, επιτρέψτε μας να σας βοηθήσουμε να θυμηθείτε: κουμπιά από τον αστράγαλο μέχρι πάνω. Το βασικό της χρώμα ήταν το λευκό-μαύρο, όμως εξίσου μεγάλη επιτυχία γνώρισε και το άσπρο-μπλε, την στιγμή που οι πιο ψαγμένοι φορούσαν το κόκκινο-μαύρο ή το μαύρο-μπλε. Φαρδιά γραμμή, «ριχτή», εννοείται.
Αν όλ’ αυτά δεν σας λένε τίποτα, θα περάσουμε στα πειστήρια, καθώς μια εικόνα ισούται με χίλιες λέξεις- και, μεταξύ μας είμαστε, οι λέξεις δεν είναι και τόσο ευδιάκριτες χωρίς τα γυαλιά μας, σωστά;
Ιδού, λοιπόν:
Εεε; Είδατε που σας τα λέγαμε κι εσείς υπήρξατε πιο άπιστοι κι από τον Ματθαίο (που ήταν εξίσου σκεπτικιστής με τον Θωμά, όμως ο δεύτερος του πήρε τη δόξα); Ανάψανε τώρα όλα τα λαμπάκια της θύμησης, έτσι;
Η συγκεκριμένη φόρμα ήταν η λατρεμένη των μαθητών στο γυμνάσιο και το λύκειο και ιδίως των κοριτσιών, γιατί είχε ένα τεράστιο πλεονέκτημα: διέθετε, όπως είπαμε, κουμπιά μέχρι και τη μέση, κάτι που σήμαινε πως αν τα «τραβούσες» όλα μαζί η φόρμα έβγαινε!
Έτσι, τα κορίτσια- που δε γούσταραν καθόλου τότε τις φόρμες, αλλά ήθελαν να έρχονται πιο «επίσημα» ντυμένες στο σχολείο- μπορούσαν άνετα να τη φορέσουν πάνω από το τζιν την ώρα της γυμναστικής, όπου και απαγορευόταν να φοράς οτιδήποτε άλλο πέραν της αθλητικής περιβολής.
Βέβαια, το γεγονός πως έβγαινε τόσο εύκολα είχε και τα μειονεκτήματά του: εμείς τ’ αγόρια (που από «τζιν» στα 14 μας πιο πολλές πιθανότητες συγκέντρωνε το ποτό παρά το ρούχο) τη φορούσαμε τελείως χύμα και η κλασική πλάκα που κάναμε ο ένας στον άλλον ήταν να την τραβάμε μετά μανίας στους κολλητούς μας μέχρι να πέσει.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να είναι κάτι παραπάνω από συνήθης η εικόνα ενός εφήβου που περιφέρεται μόνο με το Minerva του (το λευκό, το ορθόδοξο, με τις τρεις χρωματιστές γραμμές) στους διαδρόμους του γυμνασίου, κυνηγώντας τους συμμαθητές του και ζητώντας τους μ’ ευγενικό τρόπο, την μανούλα τους, να του επιστρέψουν την φόρμα.
Το κερασάκι στην ήδη υπάρχουσα τούρτα δεν είναι άλλο από την ιστορική απομίμηση της ADIDAS: ABIBAS αναγραφόταν στην ταμπέλα πάνω στις τρεις γραμμές της πασίγνωστης εταιρίας, με τα δύο B να έχουν αντικαταστήσει τα δύο D. Αυτή η ανεπαίσθητη αλλαγή σήμαινε αυτομάτως πως γλύτωνες 3000-4000 δραχμές, μιας και το ABIBAS ήταν σαφώς φτηνότερο από το ADIDAS.
Ξέρετε, υπάρχουν δύο τρόποι να επανέλθεις στο σήμερα, μετά από μια υπέροχη μετάβαση στο τότε. Ο πρώτος, ο επώδυνος: να σηκωθείς απότομα από την καρέκλα και να διαπιστώσεις εμπράκτως πως δεν είσαι ακριβώς ηλικιωμένος (αλίμονο, ο Βασιλιάς Κάρολος έπιασε για πρώτη φορά «δουλειά» στα 73 του…), αλλά μ’ εξαίρεση τη μαμά σου ουδείς σε αποκαλεί πλέον «μωρό μου».
Ο άλλος, το να κοιτάξεις για λίγο ακόμα τις φωτογραφίες με τις φόρμες και να παραμείνεις, έστω και παρωδικα, στην πιο αγαπημένη πατρίδα όλων: την παιδική μας ηλικία.
Το γκρίζο σήμερα, εδώ που τα λέμε, μπορεί να περιμένει.