Ελάτε, ναι, σας περιμέναμε- καθίστε, παρακαλώ. Εκεί στο βάθος, δίπλα στην ετοιμοθάνατη κυρία έχει λίγο χώρο. Στριμωχτείτε γιατί η χρονομηχανή μας είναι έτοιμη για αναχώρηση στην αυγή του νέου μιλένιουμ και την Ελλάδα. Προσδεθείτε και πάμε…
Σ’ έναν χρονικό γαλαξία όχι-και-τόσο-πολύ-πολύ-μακρινό ζούσαν μερικά πρωτόγονα μόντεμ, τα οποία συνδέονταν με τους homo sapiens των υπολογιστών (κάτι τετράγωνα κουτιά σε μέγεθος οικοδομικού τετραγώνου) κι αυτοί με τη σειρά τους έμπαιναν σ’ ένα βύσμα του σταθερού μας τηλεφώνου.
Έπειτα, στο εικονίδιο που έβγαινε στην οθόνη έπρεπε να εισαγάγεις έναν αριθμό, μετά να πατήσεις «σύνδεση» και ύστερα, το σημαντικότερο, να βάλεις μια μικρή πινελιά προκειμένου να μπεις στο ίντερνετ: «Πιστεύω εις έναν Θεό, Πατέρα, παντοκράτορα, ποιητήν ουρανού και γης…»
Αν όλα πήγαιναν καλά (με έμφαση στο «αν»), τότε ακουγόταν εκείνος ο μελίρρυτος ήχος που έδειχνε πως το μηχάνημα παλεύει για να επιτύχει το ακατόρθωτο- να συνδεθεί στο διαδίκτυο, δηλαδή. H λεκτική απόδοση τούτης της προσπάθειας θα μπορούσε να έχει αυτή τη μορφή: «Τσχσχσχσ-τουρρρρρ-γουουουο-τσσσσςςςςς-τιντιντιν-τουρουρου-ρου-ρου-φφφφφφφφςςςςςςςς-ουοοοοοουυυυυοοοο» (στο περίπου, δηλαδή, δεν είμαστε και ο Μητσικώστας).
Έπειτα, καθόσουν αναπαυτικά στην καρέκλα σου μπροστά στο γραφείο και περίμενες να δεις αν είναι μία από εκείνες τις σπάνιες φορές που πράγματι θα μπεις στο ίντερνετ. Τα δευτερόλεπτα έδιναν τη θέση τους στα λεπτά, αυτά με τη σειρά τους στις ώρες, έπειτα έρχονταν οι μέρες και τέλος το δυσοίωνο κόκκινο x γινόταν πράσινο τικ κι εσύ είχες, επιτέλους, όλο τον κόσμο στα χέρια σου- λόγω πληκτρολογίου.
Άνοιγες τον explorer, πληκτρολογούσες τη διεύθυνση (πάντα με “www” μπροστά, τι το περάσαμε εδώ, 2016;) που ήθελες να μεταβείς και ύστερα έκανες υπομονή. Αυτή του Ιώβ- την καλή, την ιώβεια.
Ας δούμε 10 πράγματα που μπορούσαν να συμβούν μέχρι ν’ ανοίξει η σελίδα που ήθελες από τη στιγμή που πληκτρολόγησες τη διεύθυνση, σε μια dial– up σύνδεση
- Ν’ αλλάξει ο χρόνος, ακόμα κι αν το πρώτο εκ των 3 w είχε πατηθεί στις 2 Γενάρη
- Από φρεσκοξυρισμένος σα να περνάς επιθεώρηση από τον Ταξίαρχο στο στρατό, να βγάλεις μούσια μεγαλύτερα κι από του Τομ Χανκς στο «Ναυαγό»
- Να γεράσεις- αισθητά, όμως, όχι από δευτέρα λυκείου να πας τρίτη, δηλαδή, αλλά από την εφηβεία να μεταβείς στην τρίτη ηλικία
- Να πάρει πρωτάθλημα η ΑΕΚ στο ποδόσφαιρο
- Να δεις το τρίτο σου παιδί να φεύγει για μεταπτυχιακό στο Λονδίνο, έστω κι αν ήσουν single την περίοδο που έγραψες “www.nba.com”
- Να σταματήσει η μητέρα σου να σου λέει «ζακέτα να πάρεις τώρα που θα βγεις, θα κρυώσεις», καθώς έχει κουραστεί να το επαναλαμβάνει 64 χρόνια τώρα
- Να συμπληρωθούν 1821 χρόνια από την επανάσταση του 1821
- Να γίνει ο Σωτήρης Νίνης ο 6ος ο παραμεθεπόμενος Έλληνας Λιονέλ Μεσι
- Να κλείσει η Ζωζώ Σαπουντζάκη τα 70
- Να καταλάβει επιτέλους ο Γιάγκος τι θέλει να πει η Βίρνα
Κάπου εκεί, συντελείτο ένα θαύμα: η αρχική σελίδα του ιστότοπου που ήθελες να δεις ξεκινούσε να’ ανοίγει- με τους ρυθμούς, φυσικά, που μιλάει ο Βασίλης Τσιάρτας. Αν είσαι εκεί γύρω στα 20, βέβαια, κι έχεις συνηθίσει να λες «Πω ρε γαμώτο, σέρνεται το ίντερνετ σήμερα» όποτε κάνει 3 δεύτερα να σου εμφανίσει μια σελίδα, τότε καλώς κάνεις και είσαι 20 χρονών. Γιατί, ξέρεις, το 2001 τ’ αντίστοιχα 3 δευτερόλεπτα ήταν περίπου 3 εποχές (Άνοιξη- καλοκαίρι- φθινόπωρο. Τον χειμώνα έμπαινες).
Πάντως, ακόμα και αργά, σημασία έχει ότι άνοιγε: στην αρχή έβλεπες ένα μαύρο φόντο, έπειτα κατέβαινε η φωτογραφία λίγο ακόμα κι εμφανιζόταν το πάνω μέρος από τα κοτσιδάκια του Άιβερσον, μετά πετιόταν λίγο μέτωπο με την κορδέλα, η μύτη, τα χείλη και…
«Έλα Τούλα μου, τι κάνεις;»
Αυτό ήταν- η σύνδεση στο ίντερνετ χάθηκε. «Γιατί», είπατε; Μα γιατί, πολύ απλά, με την dial up δεν μπορούσες να μιλάς και στο τηλέφωνο και να σερφάρεις ταυτόχρονα– έκανες ή το ένα ή το άλλο.
Καλό;
Με το αίμα σου να έχει συγκεντρωθεί όλο στο πάνω μισό του προσώπου σου ούρλιαζες «ΡΕ ΜΑΝΑ, ΕΙΜΑΙ ΣΤΟ ΙΝΤΕΡΝΕΤ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΙ!!!!», η μαμά σου απαντούσε «Ήταν σημαντικό, έπρεπε να πάρω την κυρία Τούλα οπωσδήποτε», κι εσύ αποκαμωμένος παρατούσες κάθε προσπάθεια να περάσεις από την αρχή αυτό το μαρτύριο απλά και μόνο για να δεις τι έκαναν οι Σίξερς, Θ’ αγόραζες την αυριανή sportime και θα μάθαινες τι συνέβη.
Έτσι, έστηνες αυτί για να μάθεις τι ήταν αυτό το σημαντικό της κυρίας Τούλας:
Μαμά σου: «…σου λέω, 500 δραχμές το κιλό! Μου έπεσαν τα μαλλιά».
Κυρία Τούλα: «500 είπες; Εγώ τις βρήκα δυο κατοστάρικα στη λαϊκή στις μπασκέτες».
Μαμά σου: «Πω, πω τι πάθαμε…»
Κυρία Τούλα: «Και τώρα τι θα κάνεις; Θα τις μαγειρέψεις για αύριο;»
Μαμά σου: «Ναι, μπορώ να κάνω και κάτι άλλο; Αφού τις αγόρασα…»
Κυρία Τούλα: «Σε καταλαβαίνω καλή μου, σε καταλαβαίνω…»
Πριν αρχίσεις να εξανίστασαι πως αυτό δε μοιάζει και τόσο σημαντικό, σκέψου πως κανείς άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τροφή για πάνω από τρεις βδομάδες.
Και η Ελληνίδα μάνα αν δεν πάρει άμεσα απάντηση στο «Τι να μαγειρέψω αύριο;», είναι ικανή ν’ αμφιταλαντεύεται μέχρι να λιμοκτονήσει το σύμπαν.
Κάνε γεμιστά με κιμά, ρε μάνα.
Έκλεισα τα 31 κι ακόμα περιμένω να δω αν κερδίσαμε τους Λέικερς…