Είναι Μάρτιος του 1998 και ο Πέτρος Κωστόπουλος αποφασίζει να φορέσει τη φανέλα του Παναθηναϊκού. Όχι, δεν «αλλαξοπίστησε» στα 40 (και κάτι), απλώς έχει βρει έναν εξαίρετο τρόπο για να δηλώσει ουδετερότητα, ενόψει ενός project που προοριζόταν να αλλάξει τον τρόπο που αντιλαμβανόταν ο κόσμος τον αθλητικό Τύπο.
Η «επανάσταση» σε επίπεδο αισθητικής και άποψης είχε ξεκινήσει από το 1994 με το Sportime και ο Κωστόπουλος είχε οραματιστεί το επόμενο βήμα. Το νέο παιδί της «Imako» θα ήταν ο «Κόσμος των Σπορ». Το πρώτο καθημερινό έντυπο της εκδοτικής, που τότε μεσουρανούσε, με το Downtown, το Nitro και το (αθλητικό) Active.
Ο… πρασινοφορεμένος εκδότης ήταν το «τρικ» σε ένα από τα τηλεοπτικά σποτ της διαφημιστικής καμπάνιας.
Παράλληλα με αυτήν «έτρεχε» και η αντίστοιχη για την κυκλοφορία του «Πρωταθλητή». Δύο έντυπα κόκκινα με ταυτόχρονη ημερομηνία γέννησης ήταν too much (ο Ολυμπιακός είχε άλλωστε μόλις τερματίσει τα πέτρινα χρόνια). Στο συγκεκριμένο timing ο «Κόσμος των Σπορ» έπρεπε να είναι «αχρωμάτιστος». Θα έπαιρνε θέση στα περίπτερα «δίπλα» στο «Sportime» (πρώτη tabloid) και το «Φίλαθλο». Ο «Πρωταθλητής» θα γινόταν η τέταρτη στη συνομοταξία των «οπαδικών», που απάρτιζαν το «Φως», η «Αθλητική Ηχώ» και η «Ώρα των Σπορ».
Οι δύο εφημερίδες επιδόθηκαν σε αγώνα δρόμου για να προλάβουν η μία την άλλη. Δεν θα ήταν ποτέ δύο, αν Κωστόπουλος και Θέμος Αναστασιάδης είχαν μείνει συνεπείς στο πλάνο (και τη… φιλία τους), να βγάλουν από κοινού αθλητική εφημερίδα. Οι δρόμοι τους χώρισαν και έτσι προέκυψαν δύο διαφορετικά project.
Δύο project στον ίδιο όμως χώρο σε διάστημα τεσσάρων ημερών. Πρώτος έκανε τελικά πρεμιέρα ο «Πρωταθλητής», που κυκλοφόρησε την πρωταπριλιά του ’98. Στις 5 Απριλίου, την επομένη του ντέρμπι Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός (0-2 για την ιστορία με Γιαννακόπουλο, Μαυρογενίδη) ξεφύτρωσε και ο «Κόσμος των Σπορ».
«Και 30.000 φύλλα να πουλάμε δεν θα είμαι δυσαρεστημένος», ήταν μία από τις ατάκες του Κωστόπουλου στην τελευταία σύσκεψη πριν από την έκδοση! Ο πήχης είχε τεθεί πολύ ψηλά (μιλάμε βέβαια για εντελώς διαφορετικές εποχές – σήμερα αυτό το νούμερο δεν το φτάνουν όλες μαζί) και πιθανότατα όχι άδικα.
Το νέο προϊόν ξεχώριζε για την καινοτομία του, «ήταν αρκετά μπροστά από την εποχή του», όπως συνομολογούν δημοσιογράφοι και γραφίστες που εργάστηκαν σε αυτό. Διευθυντής σύνταξης ήταν ο Στέλιος Σοφιανός, ορισμένες από τις «βαρείς» υπογραφές αυτές των Βασίλη Σκουντή, Αντώνη Πανούτσου και Βασίλη Σαμπράκου, ενώ για το σχεδιασμό των σελίδων ήταν συνυπεύθυνος ο διακεκριμένος συντάκτης ύλης Πάνος Αντωνόπουλος.
Η εφημερίδα ήταν tabloid, τρίτη χρονικά σε αυτό το στιλ (μετά το «Sportime» και τον «Πρωταθλητή»), αλλά με μεγαλύτερες σελίδες για να εξυπηρετεί την ιδιαίτερη βαρύτητα που είχε δοθεί στην άποψη και την ελεύθερη θεματολογία. Ήταν η πρώτη ωστόσο που εμβάθυνε σε τέτοιο βαθμό σε stories προσώπων και γεγονότων, προτάσσοντας το backround και όχι το προφανές.
Ένα διαφορετικό concept, υψηλής τεχνικά ποιότητας, με πολλά θεματικά κείμενα και μεγάλες φωτογραφίες. Βάση της ανώτερης αισθητικής του ήταν το πλούσιο ένθετο, το οποίο πλαισίωναν life-style πινελιές (ακόμα και ζώδια). Ήταν αναμφίβολα η τελευταία λέξη της μόδας. Ένα καθημερινό φύλλο σε φιλοσοφία περιοδικού, υπογεγγραμένο από τον άρτιο τεχνικό και τεχνολογικό εξοπλισμό της Imako.
Η ανταπόκριση από το αναγνωστικό κοινό όμως δεν ήταν αντίστοιχη του επιπέδου της εφημερίδας. Ή το πιθανότερο, το επίπεδο της ήταν πάνω από τα στάνταρ και την αισθητική του μέσου Έλληνα αναγνώστη.
Ίσως και να μην καθιερώθηκε στις συνειδήσεις του κοινού ως αδέσμευτη, λόγω ταύτισης της με την ιδεολογική οπαδική ταυτότητα του ιδιοκτήτη της. Ενδεχομένως σε πολλούς να φάνταζε ως «ροζ». Οι περισσότεροι απ’ όσους ήθελαν το λευκό της ουδετερότητας επέλεγαν «Sportime». Και όσοι ήθελαν κόκκινο, είχαν να διαλέξουν ανάμεσα στο απλό («Φως») και το βαθύ («Πρωταθλητής»).
Ο Κωστόπουλος δεν είχε συνηθίσει να μην είναι πρώτος – το έλεγε μάλιστα, έτσι χαρακτηριστικά, στους συνεργάτες του – και ύστερα από εννιά μήνες κυκλοφορίας δεν ήταν καν δεύτερος για να διεκδικήσει την πρωτιά. Οι τρεις προαναφερόμενες ήταν πιο δημοφιλείς και παρότι η αίσθηση αρκετών εργαζομένων ότι και με 15.000 φύλλα το έντυπο ήταν βιώσιμο, η κυκλοφορία του τερματίστηκε άδοξα. Η υπομονή εξαντλήθηκε πολύ γρηγορότερα του αναμενόμενου.
Στην Imako βέβαια οι μισθοί ήταν πάντα υψηλοί -σαφώς υψηλότεροι και από τον τότε μέσο όρο- και ίσως αυτό να επέσπευσε το φινάλε. Παραμονή Πρωτοχρονιάς του ’99 έπεσαν οι τίτλοι τέλους, με πωλήσεις που αν τις είχε σήμερα οποιοδήποτε έντυπο, θα μπορούσε να κάνει σωρηδόν προσλήψεις!
Στο διαδίκτυο δεν υπάρχει η παραμικρή πληροφορία για τον «Κόσμο των Σπορ». Λες και κάποιο αόρατο χέρι θέλησε να την καταχωρίσει στη λήθη. Το μόνο που υπάρχει είναι ένα από τα διαφημιστικά σποτ, στο οποίο ο Βασίλης Σκουντής επιχειρεί μια άγαρμπη alley-oop πάσα στον Πέτρο Κωστόπουλο, που όμως με χέρι αλά Τιραμόλα βάζει την μπάλα στο καλάθι.