Τα παιδικά μας χρόνια όλοι τα αναπολούμε. Αν γινόταν με κάποιο μαγικό τρόπο, όλοι θα γυρίζαμε εκεί.
Ποιος δεν θα ‘θελε από το γραφείο της δουλειάς του να επιστρέψει στο θρανίο του σχολείου;
Ποιος δεν θα ‘θελε από το άγχος της καθημερινότητας και των λογαριασμών να επιστρέψει στο άγχος αν θα μαζευτούμε όλοι από νωρίς για να παίξουμε μπάλα όσο το δυνατόν περισσότερη ώρα πριν νυχτώσει;
Γενικότερα, αν σου έκαναν δώρο μια χρονομηχανή τώρα τα Χριστούγεννα, ο πρώτος προορισμός που θα πληκτρολογούσες πριν πατήσεις το κουμπάκι θα ήταν πιθανότατα η εποχή που ήσουν πιτσιρίκι.
Τότε που όλα ήταν ιδανικά, τα πάντα ήταν καλύτερα, εκτός από ένα: Το γεγονός ότι (μέχρι να μεγαλώσεις λίγο και να αποφασίζεις μόνος σου) η μάνα σου είχε λόγο στο τι θα φορέσεις.
Ανάμεσα στις επιλογές της λοιπόν ήταν ρούχα που σε διαόλιζαν τόσο πολύ, ώστε θα τα έκαιγες αν μπορούσες στη μέση του σαλονιού. Που ήταν αιτία ομηρικών καυγάδων ανάμεσά σας.
Και που τα ξεφορτώσουν στην πρώτη ευκαιρία (όσα απ’ αυτά γινόταν τελοσπάντων) αμέσως αφότου πήγαινες στο σχολείο.
Όπως, για παράδειγμα, τα εξής:
Καζάκα
Από τους μεγαλύτερους μπελάδες. Ως ρούχο χωρίς μανίκια ήταν αναπόφευκτο να το βάλεις με πουκάμισο. Εκτός λοιπόν του ότι το πουκάμισο παραήταν κυριλέ για να παίξεις κυνηγητό στο διάλειμμα, η μάλλινη παπαριά από πάνω είχε ως αποτέλεσμα να ιδρώνεις σαν εργάτης σε μεταλλωρυχείο.
Σε έκανε να μοιάζεις φλώρος, αν πιανόταν από κάπου ξεχείλωνε (και άκουγες γκρίνια μετά) και αν ήταν και λίγο φαρδύτερο (όπως συνηθιζόταν με τα ρούχα της εποχής) φαινόσουν πιο τετράγωνος κι από τραπουλόχαρτο.
Πέδιλα
Τι εφιάλτης, Θεέ μου… Καλύτερα να παρακολουθούσες από την αρχή μέχρι το τέλος επίδειξη τάπερ που διοργάνωσε η μάνα σου στο σπίτι παρά να φορούσες αυτή τη ντροπή.
Η απόλυτη καταδίκη για οποιοδήποτε ντύσιμο, το πιο ξενέρωτο πράγμα που σχεδιάστηκε για να εφάπτεται στο σώμα του ανθρώπου από τότε που φορούσε προβιά. Και το κυριότερο: Πώς θα έπαιζες μπάλα -η νούμερο 1 έγνοια σου εκείνη την εποχή- με αυτά τα αίσχη στα πόδια σου;;;
Σκούφος με μάλλινο βόλο στην κορυφή
Ναι, εντάξει, έκανε κρύο και τα παιδιά πρέπει να προστατεύονται. Ok λοιπόν, να δεχόσουν που σε έντυνε η μάνα σου σαν κρεμμύδι και περνούσες τέσσερις στρώσεις ρούχων μέχρι να φανεί δέρμα. Άντε και να ‘κανες την παλαβή στις άβολες τεράστιες μπουφανάρες και τα χοντρά μάλλινα γάντια.
Όχι όμως σε αυτόν τον σκούφο, ρε φίλε. Όχι σε αυτό το αίσχος με την φούντα του τσαρουχιού κοτσαρισμένη από πάνω. Όχι σε αυτή την (δικαιολογημένη) λαβή στους συμμαθητές να σε πάρουν στο ψιλό.
Τιράντες
Δεν καταλάβαινες ποτέ τη χρησιμότητά τους (και εξακολουθείς να μην την καταλαβαίνεις και τώρα που μεγάλωσες). Αν υποθέσουμε ότι κυρίως χρησιμοποιούνται για στιλ, το τελευταίο που σε ενδιέφερε όταν ήσουν πιτσιρικάς ήταν αν θα περνούσες στην επόμενη φάση του παιδικού «My style rocks».
Οπότε, ΓΙΑ ΠΟΙΟ ΛΟΓΟ στις φορούσε; Για να μη σου πέφτει το παντελόνι; Υπήρχαν και ζώνες! Χρειαζόταν να νιώθεις συνεχώς πάνω σου αυτόν τον διπλό περιορισμό; Αυτά τα λαστιχένια χαλινάρια που πάντα ξεφορτωνόσουν και κατέληγαν να κρέμονται μπροστά στα καπούλια σου;
Κοτλέ παντελόνι
Δεν ήταν κυριλέ, δεν ήταν και πρόχειρο. Δεν είχε τον περιορισμό του τζιν, αλλά δεν είχε και την άνεση της φόρμας. Ένα μέτριο πράγμα, ένας Κώστας Μακεδόνας των ρούχων. Άσε που η υφή του ήταν τέτοια που δύσκολα μπορούσε να συνδυαστεί με κάτι άλλο χωρίς να μοιάζει άκυρο.
Υπήρχε όμως και κάτι χειρότερο απ’ όλα αυτά. Το ανυπόφορα κλισέ χιούμορ συμμαθητών και θείων που κάθονται με τη νεολαία με αστεία του τύπου «σε τοστιέρα το σιδερώνεις»; «Χα, ξεκαρδιστήκαμε μαλάκες» θα αναφωνούσες αν δεν υπήρχε η (τότε) συνέπεια του πιπεριού στο στόμα…