Το ξέρουμε, το ξέρουμε- αντιμετωπίζουμε κι εμείς το ίδιο πρόβλημα: τα γρανάζια της μνήμης είναι πιο σκουριασμένα κι από αλυσίδα σε παρατημένο ποδήλατο από την εποχή που ο Νώε ωρυόταν «Που να πάρει και να σηκώσει, αυτά είναι δύο αρσενικά λιοντάρια! Σας είπα πρέπει το ένα να είναι θηλυκό!», λίγο πριν ανοίξουν οι ουρανοί και πάψει η επίκληση του ονόματός Του να γίνεται επί ματαίω.
Ωστόσο, αν πιεστούμε λίγο παραπάνω (ελάτε τώρα, δεν είμαστε και τόσο «γέροι»), θα τα καταφέρουμε. Να, εκεί στην άκρη φαίνονται οι βρύσες. Απέναντί τους, η μία μπασκέτα και το φιλέ του βόλεϊ. Οι βαμμένοι τοίχοι, ο δάσκαλος που μας επιτηρεί, ο πρώτος μας παιδικός έρωτας («Πατέρα, εγώ αυτή θα την παντρευτώ!», είχαμε ανακοινώσει με μη διαπραγματεύσιμο στόμφο 11χρονου για το κορίτσι του οποίου το όνομα τώρα δε θυμόμαστε ούτε με υπνωτισμό), ο πρώτος μας κολλητός.
Ανταλλάσουμε λόγια βαριά με το ασθενές φύλο («Αγόρια ιππότες, κορίτσια μαύρες κότες!») και μετά, πάνω στο ανέμελο παιχνίδι που μόνο τα παιδιά του δημοτικού μπορούν ν’ απολαύσουν πραγματικά, προτάσσουμε όλοι μας, σα να είμαστε συνεννοημένοι, τα χέρια και λέμε μία μονάχα λέξη.
Είναι «Μεταμόρφωση».
Έπειτα, αρχίζουμε να φωνάζουμε πως είμαστε ο Τζακ, ο Τζέισον, η Κίμπερλι, ο Μπλε, ο Μαύρος, η Ροζ, μιμούμαστε κινήσεις άτεχνων νίντζα σε βαθμό πολεμικού κακουργήματος, βγάζουμε άναρθρες κραυγές.
Όλοι μαζί. Σα μαγεμένοι.
Και πώς να μην το κάνουμε, άλλωστε; Στα μέσα των 90s δεν υπήρχε πιτσιρίκι που να μην είχε εθιστεί, σα να επρόκειτο για τηλεοπτική ηρωίνη, στους Power Rangers και που να μην ξυπνούσε νωρίς το Σαββατοκύριακο- ανεξαρτήτως του τι είχε κάνει το προηγούμενο βράδυ (μπουζούκια, φερ’ ειπείν, μέχρι πρωίας) και αν ήταν κομμάτια- για να βάλει ΑΝΤ1 και να κολλήσει στην οθόνη.
Η σουρεαλιστικά σατανική Ρίτα χωρίς κανέναν λόγο κι αφορμή (ναι, εντάξει, το σενάριο έμπαζε περισσότερο κι από τον Τιτάνικό μετά το τετ α τετ με το παγόβουνο) είχε εξαπολύσει γι’ ακόμα μία φορά τα φονικά της τέρατα για να καταστρέψουν τη γη. Οι έφηβο, λοιπόν, που είχαν την ικανότητα να μεταμορφώνονται σε Power Rangers και να προστατεύουν τον πλανήτη, έπρεπε ν’ αναλάβουν δράση για να μη γίνουμε όλοι μας πρόσφατο παρελθόν χωρίς ορατό μέλλον.
Σε μια έκρηξη πρωτοτυπίας η Ρίτα (αλήθεια, θυμάστε;) είχε κάνει μάγια στον πιο κουλ τύπο του σύμπαντος, τον Πράσινο Ranger, και τον είχε στρέψει ενάντια στην ομάδα της οποίας ηγείτο ο Κόκκινος.
Παρά την αριθμητική ανισορροπία ο Πράσινος έκανε μια από τηλεοπτικά χόρτα τους αντιπάλους του και την κρίσιμη στιγμή έφερνε το σπαθί/ φλογέρα (μην ψάχνετε να βρείτε λογική…) στο στόμα για να παίξει τον απόλυτο σκοπό και να βγει από τα βάθη του ωκεανού ο Dragonzord. Τότε άρχιζε το, καλώς εννοούμενο, μακελειό- χρόνια ολόκληρα πριν κάνει την εμφάνισή του αυτό του Χίου.
Αν αφεθείτε στην παντελώς ακατανόητη μαγεία της σειράς θα νιώσετε, σχεδόν, τον ίδιο ενθουσιασμό της πρώτης φοράς που ο Πράσινος μεταμορφώθηκε σε Λευκό και η ζωή μας απέκτησε και πάλι νόημα και θα θυμηθείτε το πώς ανέβαιναν επικίνδυνα οι παλμοί μας όταν βλέπαμε τα Zords των 5 βασικών πρωταγωνιστών να ενώνονται σε 1 τεράστιο Megazord προκειμένου να κάνουν καλά τον σατανικό Ζεντ, ο οποίος στο μεσοδιάστημα είχε φορέσει στεφάνι στην Ρίτα και το level κακίας εκτοξεύτηκε στην στρατόσφαιρα.
Δεν έχετε άδικο- το βλέπουμε τώρα που κοιτάμε ο ένας στα ενήλικα μάτια του άλλου: αν το δούμε εντελώς ψυχρά και με γνώμονα τη στοιχειώδη λογική το Mighty Morphin Power Rangers (η πρωτότυπη, δηλαδή, σειρά Power Rangers πριν τις περίπου 732, παντελώς αδιάφορες, συνέχειες) ήταν μια… πατάτα.
Σενάριο δεν υπήρχε ούτε για δείγμα, τα σκηνικά ήταν χάρτινα, οι μάχες πιο εξόφθαλμα ψεύτικες κι από το στήθος της Πάμελα Άντερσον την περίοδο της απόλυτης δόξας της, τα goofy αστεία του Μπαλκ και του Σκαλ χειρότερα κι από ένα κακόφωνο «Α-χα, καλό εεεε;;;» του Σεφερλή, ενώ κάθε, μα κάθε επεισόδιο είχε την ίδια δομή:
Η Ρίτα εκνευριζόταν γιατί ήταν απλά Δευτέρα (ή Τρίτη ή…). Έστελνε ένα μικρό τερατάκι γι’ αρχή που το εξουδετέρωναν πανεύκολα οι Rangers. Έπειτα, έστελνε ένα μεγαλύτερο που είχε την ίδια τύχη. Στο τέλος, ερχόταν ένας κακόσχημος ουρανοξύστης με καρδιά και κοφτερά δόντια, με την ομάδα ν’ αναγκάζεται να ενωθεί προκειμένου να σχηματιστεί ο Megazord και να γίνει της Άννας με το πρόθεμα «πουτ-».
Συμφωνούμε απόλυτα: οι Power Rangers έρεπαν πολύ περισσότερο προς την πλευρά του Χρυσού Βατόμουρου παρά σ’ αυτήν του Όσκαρ και το γεγονός πως το έβλεπαν τόσα και τόσα παιδιά αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια του κόσμου (στην κορυφή της λίστας συνεχίζει, πάντως, να φιγουράρει το πώς στο καλό το Power of Love κάνει 60% τηλεθέαση), όμως…
Όμως ας κάνουμε ένα νοητό ταξίδι προς τα πίσω. Ακούστε τις πρώτες νότες του σήματος αρχής και πείτε μας ότι δεν σκιρτάει κάτι μέσα σας. Πείτε μας πως δεν ξυπνάνε αναμνήσεις, δεν είσαστε και πάλι παιδί, πως δε θυμάστε να παρακαλάτε τους γονείς σας να σας πάρουν για τα Χριστούγεννα την τεράστια τίγρη του Λευκού ως δώρο, πείτε μας πως δεν τιναζόσασταν κάθε Σαββατοκύριακο με «ουρανομήκη» ενθουσιασμό για να στηθείτε μπροστά στην τηλεόραση.
Πείτε μας ότι δεν βλέπατε Power Rangers.
Ότι έχετε ξεχάσει ποιος είναι ο Κόκκινος.
Ότι δεν υπήρξατε ερωτευμένος με την Ροζ.
Ότι δε μισούσατε την Ρίτα.
Ότι έχετε διαγράψει από το θυμικό σας για πάντα την αυλή, τους φίλους σας, το κυνηγητό, εκείνη την αίσθηση.
Πείτε μας ότι τώρα δε σας έχει γεννηθεί η θέληση να τεντώσετε τα χέρια σας μπροστά- κι ας μην είμαστε στα 90s- και να φωνάξετε τη μαγική λέξη.
«Μεταμόρφωση».
Αν μπορείτε, αλήθεια, πείτε το.