Us: Αυτό το θρίλερ κάνει το Get Out να μοιάζει με κωμωδία

Και δεν έχει σχέση με τίποτα απ΄όσα έχουμε δει.

Συγχωρέστε μου την υπερβολή, αλλά υπάρχει λόγος πίσω απ΄αυτό που ισχυρίζεται ο τίτλος. Το Get Out ή ελληνιστί Τρέξε, ήταν ένα ψυχοκοινωνικό θρίλερ που όλοι το αποθεώσαμε και το κατατάξαμε σε μια κατηγορία μόνο του. Δίκαια και λογικά όσα του επιδαψιλεύσαμε.

Όμως πάντοτε θα έρχεται μια στιγμή που κάτι νέο, κάτι που θα μοιάζει ανώτερο, θα εμφανίζεται και θα εκθρονίζει το παλιό. The King is dead! Long live the King! Στην περίπτωση του Get Out βέβαια ήρθε πολύ γρήγορα και από τον ίδιο άνθρωπο.

Πριν καν προλάβουμε να συνειδητοποιήσουμε όλα όσα κρύβονταν ή δηλώνονταν ευθαρσώς με το Get Out, ο Τζόρνταν Πιλ είχε ήδη ετοιμάζει στο μυαλό του και εν πολλοίς στην πράξη τη νέα του ταινία. Είχε δηλώσει εξάλλου πριν το Get Out ότι στο μακρόπνοο πλάνο του είναι μια ανθολογία ταινιών που εντάσσονται στο θρίλερ.

Κάπως έτσι εμφανίστηκε το Us. Πολύ γρήγορα. Είθισται τέτοιες ταινίες να γίνονται με μια απόσταση 3 ετών, γιατί ο δημιουργός νιώθει την ανάγκη να ξεπεράσει την κάθε προηγούμενη. Κι αυτό δε μπορεί να γίνει μέσα σε ένα ή δύο χρόνια. Εκτός κι αν σε λένε Τζόρνταν Πιλ. Τότε δεν υπάρχουν κανόνες. Όλα επαφίενται στη βούληση και την ικανότητα.

Το Us που φέρνει από σήμερα, την παγκόσμια ημέρα ποίησης και επίσημη αρχή της άνοιξης, στις αίθουσες η Tulip είναι μια θριλερική ποιητικότητα και ένα θέσφατο της άνοιξης του κινηματογραφικού είδους που εκπροσωπεί και, θα έλεγα, προΐσταται.

Τούτη τη φορά δεν γίνεται μια καταγραφή, μια στηλίτευση και ένας εξοβελισμός του καλά δικτυωμένου ρατσισμού στις ΗΠΑ, όπως έγινε με τόσο άρτιο συμβολισμό στο Get Out. Στο Us μπαίνουμε σε μια χορεία φόβων, προσωπικών του Τζόρνταν Πιλ, μα και κοινών. Είναι μια ταινία που τραβάει στα άκρα την έννοια του doppelganger, του Έτερου Εγώ μας, αλλά εισάγει και μια μη δημοφιλή αντίληψη για την παράλληλη διάσταση κάθε ύπαρξης.

Στο Us έχουμε ως επίκεντρο μια οικογένεια. Μέσω αυτής όμως βλέπουμε κάτι συλλογικό, κάτι συνολικό που γίνεται στην Αμερική. Κάτι που συνδέεται άμεσα με το Hands Across America, μια καμπάνια που στήθηκε το 1986 και ώθησε 6.5 εκατομμύρια Αμερικάνους να ενώσουν τα χέρια τους και να καλύψουν μια έκταση που απλωνόταν από το νότο μέχρι τον Βορρά των πολιτειών. Απ΄αυτό κιόλας ξεκινάει η ταινία. Μια διαφήμιση που βλέπει κάποιος στην τηλεόραση.

Η Αντελέιντ και ο Γκέιμπ πάνε με τα δύο τους παιδιά Ζόρα και Τζέισον στο εξοχικό τους στη Σάντα Κρουζ. Είναι ένα σπίτι όπου πέθανε η μητέρα της Αντελέιντ και γι΄αυτό είχε καιρό να πάει. Οι αναμνήσεις από εκεί τη στοιχειώνουν. Όχι όμως μόνο λόγω του θανάτου της μητέρας της. Αλλά και γιατί όταν ήταν μικρή, σε ένα λούνα παρκ της περιοχής, είχε χαθεί για 15 λεπτά και βίωσε κάτι που δε μπορούσε να το αρθρώσει. Ή έτσι νομίζει ο θεατής μέχρι το φινάλε.

Οι τέσσερις τους πάνε στην παραλία που έγινε εκείνο το περιστατικό και βρίσκουν μια οικογένεια φίλων. Περνάνε καλά, συζητούν, μέχρι που ο Τζέισον χάνεται κι αυτός για λίγο. Αυτό ξυπνάει με τρόμο τις αναμνήσεις στην Αντ και το ίδιο βράδυ περιγράφει το δικό της περιστατικό στον άντρα της ζητώντας του παράλληλα να φύγουν από κει.

Κατά την περιγραφή του λέει ότι βρέθηκε σε ένα δωμάτιο με καθρέφτες και είδε ένα κοριτσάκι που ήταν ίδιο εκείνη. Μια που του το λέει αυτό και μια που λίγη ώρα αργότερα βρίσκονται πιο πέρα από το σπίτι τους τέσσερις άγνωστες μορφές πιασμένες χέρι χέρι. Στέκουν ασάλευτες προς στιγμήν. Όχι για πολύ. Αρχίζουν να κατευθύνονται προς το σπίτι. Σπάνε τζάμια και την αντίσταση του Γκέιμπ στην πόρτα. Μπαίνουν μέσα.

Τους καθίζουν στον καναπέ κι εκεί έρχεται το σοκ. Οι τέσσερις εισβολείς είναι ίδιοι με τους τέσσερις αιχμαλώτους. Σωσίες τους; Μάλλον κάτι πολύ χειρότερο. Είναι οι Σκιές τους ή, όπως αποκαλούνται, οι Δεμένοι. Από τους τέσσερις, ο πατέρας και τα δύο παιδιά συνεννοούνται με μουγκρητά. Η μάνα είναι η μόνη που μιλάει.

Πολύ σύντομα θα αποκαλυφθεί ότι αυτό που συμβαίνει σε αυτούς τους τέσσερις, γίνεται και σε κάθε άνθρωπο στην πολιτεία της Καλιφόρνια. Αυτό όμως δεν είναι το πιο τρομακτικό. Το πιο τρομακτικό είναι αυτό το τεράστιο plot twist στο φινάλε της ταινίας. Δίνεται με τόση απλότητα, τόση ηρεμία, δίχως εξάρσεις. Και η ζωή συνεχίζεται.

Μπορεί ο Τζόρνταν Πιλ να αποδώσει το αποτέλεσμα του Us στο ότι έγινε με τριπλάσιο μπάτζετ από το Get Out σαν κεφαλαιοποίηση της επιτυχίας, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Ίσως να είναι και το ελάχιστο αυτό.

Γιατί η ταινία βασίζεται σε μια καταπληκτική πρώτη ύλη. Ο Τζόρνταν Πιλ μοιάζει να έκανε τη σύλληψη και την αποτύπωση σε σενάριο σε μια κατάσταση ονειρικής καταληψίας ή εφιαλτικής χαλιναγώγησης. Λες και βρισκόταν σε διάλογο με το βαθύ του υποσυνείδητο, με περιοχές του που αν μας έλεγαν ότι μπορούμε να πάμε, θα μας κόβονταν τα γόνατα.

Έχει μια ψυχολογική εντροπία αυτή η ταινία που την καθιστά καθηλωτική για τον θεατή. Κι αν είναι θρίλερ, δεν είναι τόσο ο τρόμος που μπαίνει στο προσκήνιο, δεν είναι αυτό το συναίσθημα στην πρώτη γραμμή.

Για να μεταδοθεί το νόημα παίρνει απίστευτα πολλά από το μοντάζ. Αποθεώνεται από τη δουλειά του editing. Ο ίδιος ο Τζόρνταν Πιλ βλέπει τη σκηνοθετική του μανιέρα να διαμορφώνεται με μεγαλύτερη έκταση και βάθος χάρη σε αυτό.

Η Λουπίτα Νιόνγκο, ίσως στην καλύτερη ερμηνεία της ως τώρα καριέρας της, είναι το επίκεντρο αυτής της αλληλουχίας σοκαρίσματος. Καταφέρνει να αναπαραστήσει με τρόπο βυσσοδομητικό αυτό που της συμβαίνει συνολικά, αλλά πάνω απ΄όλα στην μεγάλη ανατροπή της προτελευταίας σεκάνς. Εκεί που νομίζεις ότι το «καλό» υπερίσχυσε, εκεί χάνεις τον κόσμο κάτω από τα πόδια σου. Αν και είναι αδόκιμες οι έννοιες καλού και κακού σε αυτή την ταινία.

Όποιο υποκειμενικό πρίσμα κι αν μπει πάνω από την ταινία, δε μπορώ να δω πως το Us δε θα βρίσκεται στα επόμενα Όσκαρ, πάλι για το σενάριο του και λογικά με τη Λουπίτα υποψήφια.

* Το Us κυκλοφορεί στις αίθουσες από την Tulip Entertainment