Chambers: Η πιο μεγάλη απογοήτευση που μας προσέφερε το Netflix μέσα στο 2019

Από τις φορές που δεν μας αρέσουν οι πατάτες.

Απρίλιος του 2019. Το Netflix κυκλοφορεί τη σειρά Chambers με πρωταγωνίστρια την Ούμα Θέρμαν. Η σειρά απογοητεύει σφόδρα και πολύ σωστά παίρνεται απόφαση να μην υπάρξει δεύτερη σεζόν.

Ιούλιος 2019. Το Netflix κυκλοφορεί τον τρίτο κύκλο του Stranger Things όπου μεταξύ άλλων πρωταγωνιστεί η Μάγια Χοκ, κόρη του Ίθαν Χοκ και της Ούμα Θέρμαν. Η σεζόν είναι καταπληκτική, καλύτερη από τις δύο προηγούμενες, και η Μάγια συστήνεται για τα καλά στον κόσμο ως ηθοποιός με έναν ρόλο που της ταίριαξε απόλυτα και τον ερμήνευσε εξαιρετικά.

Δεν ξέρω γιατί, αλλά για κάποιο λόγο ήθελα να ξεκινήσω με αυτή τη σημειολογία ή αντιδιαστολή αν θέλετε. Είναι παράξενο το πώς έρχονται τα πράγματα και μια ηθοποιός βετεράνος πλέον, με μερικούς μνημειώδεις ρόλους στην καριέρα της, καταλήγει να έχει έναν μέτριο ρόλο σε μια σειρά που, παρά τις προσδοκίες, αποτυγχάνει και μια πρωτόβγαλτη ηθοποιός έχει την τύχη και το σωστό timing για να βρεθεί σε μια από τις σειρές-ορόσημο της εποχής μας.

Ας αφήσουμε όμως το Stranger Things στην άκρη κι ας εστιάσουμε στο Chambers. Μια σειρά που με την περιγραφή της και το trailer της γέμισε με υποσχέσεις για κάτι πολύ δυνατό. Σε μια εποχή που το σινεμά και η τηλεόραση, η μυθοπλασία γενικά παράγει πολύ καλά πράγματα σε επίπεδο horror, thriller και μεταφυσικό, το Chambers φαινόταν να συμμετέχει σε μια συνέχεια, να προσθέτει σε αυτή την αλυσίδα.

Στην πράξη όμως η πρώτη και τελικά μοναδική του σεζόν ήταν απογοητευτική. Τόσο που κατάφερε να γίνει ό,τι πιο απογοητευτικό μας έδωσε το Netflix αυτή τη σεζόν. Και δεν είναι να πεις ότι η πλατφόρμα έχει συναρπάσει τρελά μέσα στο 2019. Περισσότερα είναι τα αδιάφορα από τα βαθιά ενδιαφέροντα. Αυτό είναι ενδεικτικό για την αποτυχία της σειράς να κρατήσει τον θεατή.

Έναν θεατή που θα πρέπει πρώτα να καταφέρει να ξεπεράσει τις κακές ερμηνείες. Ερμηνείες που είναι κακές όχι γιατί οι ερμηνευτές δεν έχουν ικανότητα, αλλά γιατί φανερώνεται μια προχειρότητα. Λες και η σκηνοθεσία πήγε με ένα και μόνο μοτίβο σε κάθε σκηνή. Το μοτίβο της πρώτης λήψης. Ό,τι βγει στην πρώτη είναι πάντα το καλύτερο που μπορεί να βγει. Αυτό μοιάζει να είναι το δόγμα. Ένα δόγμα που σε άλλες περιπτώσεις έχει προσφέρει έντονες σκηνές και ταινίες/σειρές, εν προκειμένω όμως παράγει κάτι νερόβραστο.

Τι πραγματεύεται το Chambers; Την ιστορία μιας νεαρής μαθήτριας, της Σάσα, που παθαίνει καρδιακό επεισόδιο στο ξεκίνημα της ερωτικής της συνεύρεσης με τον φίλο της, καταλήγει στο νοσοκομείο κι εκεί το ιατρικό πόρισμα δείχνει ανεπάρκεια του ζωτικού αυτού οργάνου.

Κατά διαβολική σύμπτωση, την ίδια μέρα πεθαίνει μια νέα κοπέλα η Μπέκι Λεφέβρ και η πρωταγωνίστρια καταφέρνει να βρεθεί σε σημείο της λίστας αναμονής για μεταμόσχευση ώστε η καρδιά να καταλήξει σε εκείνη.

Είναι μια τυχαιότητα που αν την ξέρεις, θα μπεις στη διαδικασία να πεις μέσα σου «πολύ παράξενο δεν είναι;», ίσως σε γαργαλάει για μερικές μέρες, μα ως εκεί. Δεν θα πολυασχοληθείς. Όταν όμως αρχίζουν κάτι περίεργα οράματα να εμφανίζονται στη συνείδηση της κοπέλας που πήρε το μόσχευμα, τότε θα επανέλθει η απορία με έναν πολύ πιο έντονο κι ανησυχητικό τρόπο. Αυτή η καρδιά έχει μνήμη κι αποκαλύπτει στη νέα της ιδιοκτήτρια με απανωτά οράματα κλιμακωτής έντασης όσα γνωρίζει για το πως πέθανε η αυθεντική κάτοχος, δηλαδή η Μπέκι.

Το Chambers αποτυγχάνει και στην πορεία της κάμερας σε κάθε σκηνή, αλλά και στο μοντάζ που ίσως να μπορούσαν να διορθωθούν κάποιες ατέλειες ή έστω να μη φανούν σε τόσο υψηλή συγκέντρωση. Είναι από εκείνες τις σειρές που κάθεσαι κι αναρωτιέσαι πώς κατάφεραν να βρεθούν τόσο μακριά από το ικανοποιητικό και δε μπορείς να βρεις απάντηση. Συνέβη. Κι αφού συνέβη, καταδίκασε τη σειρά στο απόλυτο μηδέν.