Η μοναδική μου επαφή με το Breaking Bad ήταν αποσπασματικές σκηνές από τις 5 σεζόν και, πολύ περισσότερο, οι δύο σεζόν Better Call Saul. Στην τρίτη σεζόν φάνηκε κουραστικό σε έναν που δεν έχει το δέσιμο με τους χαρακτήρες.
Αυτό δεν είναι δικό μου συμπέρασμα. Προήλθε από συζήτηση με άτομα που είναι πιστά στο σύμπαν του Γουόλτερ Γουάιτ και συνεχίζουν το ίδιο πιστά να βλέπουν και τον Σαούλ Γκούντμαν. Γι΄αυτό ίσως να είμαι ο πλέον ακατάλληλος να κρίνει το El Camino, την ταινία spin-off του Breaking Bad που κυκλοφόρησε στο Netflix.
Ακατάλληλος για να την κρίνω σε σχέση με την επαφή της με τη σειρά. Όχι όμως και για να την κρίνω ως ταινία. Τουλάχιστον όπως μου το υπαγορεύουν τα δικά μου γούστα. Κι αυτό ισχύει για τον οποιονδήποτε βρίσκεται στην ίδια θέση. Θα ρωτήσει κάποιος “αφού δεν είχες Breaking Bad, τι έκατσες να δεις την ταινία; Και τι περίμενες;” και πιθανότατα να είναι δίκαιες ερωτήσεις.
Είναι όμως μέρος της δουλειάς αυτές οι ταινίες κι είναι μέρος του παιχνιδιού να βλέπει κανείς κάτι μόνο και μόνο για να μπορεί να σταθεί σε μια αντίστοιχη κουβέντα. Άλλωστε, το El Camino θα πυροδοτήσει ξανά κουβέντες σε παρέες φανατικών και θα κριθεί, αυστηρά ή όχι, θετικά ή αρνητικά.
Το El Camino είναι μια ταινία που δεν απευθύνεται σε κανέναν άλλον πλην των όσων έβλεπαν τη σειρά. Αυτό είναι ξεκάθαρο. Ακόμα κι αν τη δει κανείς εκτός πλαισίου Breaking Bad, ως μια αφήγηση που έχει ένα γεγονός και γύρω απ΄αυτό γίνονται κάποια πράγματα, δημιουργούνται καταστάσεις, ούτε από κει έρχεται ικανοποίηση.
Ίσως η επιλογή να γίνονται χρονικές μεταβάσεις και να μην υπάρξει μια γραμμική πλοκή, να ήταν λάθος σε αυτή την περίπτωση. Με πιο απλά λόγια, ένας θεατής δεν μπορεί να κρατηθεί σε επαφή με το έργο.
Ισχύει κάτι τρομακτικά διαφορετικό για κάποιον που γνωρίζει καλά τους χαρακτήρες; Μάλλον όχι. Κι αυτό γιατί το El Camino μοιάζει να έγινε καθαρά και μόνο για να χτυπήσει χορδές νοσταλγίας. Ίσως να φτιάχτηκε πολύ γρήγορα, ίσως να είχε σκοπό να εξυπηρετήσει αυτό και μόνο, χωρίς να θέλει να δημιουργήσει ένα ευρύτερο πεδίο. Άλλωστε, ο Βινς Τζίλιγκαν πήγαινε για μία και μόνο ταινία.
Πέραν του να μας δείχνει πως ξεπέρασε ο Τζέσι την απώλεια του Γουάιτ και μερικά βάσανα που τράβηξε στο αμέσως επόμενο διάστημα, η ιστορία δεν έχει αρχή και τέλος. Γίνεται επίσης προβλέψιμη ως προς την κατάληξη, αφού ξεκινάει με την προτροπή του Μάικ να πάει ο Τζέσι στην Αλάσκα και φαίνεται πως τελειώνει με την επίτευξη αυτής της προτροπής.
Αλλά από την προτροπή ως την πραγμάτωση, καμία αυξομείωση στην ένταση δεν σημειώνεται, τίποτα δεν συνταράσσει τον θεατή πέραν της παρουσίας του Γουόλτερ Γουάιτ σε μια αναδρομική σκηνή και καταλήγει να είναι πολύ αδύνατη σεναριακά. Τόσο που δεν μπορείς να προσέξεις τίποτε άλλο. Που δεν θυμάσαι αν είχε κάτι.
Είναι σαν τη διαφοροποίηση που κάνει ο Μιχάλης Μαθιουδάκης στην παράσταση Στα Πλάγια. Το Breaking Bad είναι ένα πάρτυ. Το El Camino είναι μια μάζωξη. Ίσως αυτή η κριτική να μην είχε νόημα αν δεν είχαν υπάρξει στο παρελθόν πράγματα που να φτιάχτηκαν πολύ καλύτερα.
Το X-Files και το Prison Break για παράδειγμα, επανήλθαν, σε μορφή σειράς βέβαια, και δεν πόνταραν τόσο στη νοσταλγία. Είχαν μια ουσία να δώσουν. Ειδικά το δεύτερο μπορούσε να κρατήσει και κάποιον που δεν είχε δει ποτέ τη σειρά πριν. Σίγουρα θα υπάρχουν κι άλλες πιο ενδεικτικές περιπτώσεις.
Αν όλα αυτά δεν σε έχουν πείσει, το καλύτερο επιχείρημα το κράτησα για το τέλος και παράχθηκε από συζήτηση με φίλο που ήταν στους fans.
Για όλους τους fans ο κύκλος έκλεισε με τον θάνατο του Γουάιτ. Κι η αναπτέρωση του ενθουσιασμού ήρθε από το Better Call Saul. Το El Camino μπήκε σαν μια σφήνα. Για να μπορέσει να ανοίξει τον κύκλο και να μεγαλώσει τη διάμετρό του, θα έπρεπε να συμβεί κάτι τρανταχτό. Αυτό δεν συμβαίνει. Κι αν ανοίγεις έναν κύκλο για να τον διευρύνεις, χωρίς να το πετυχαίνεις, το αποτέλεσμα καταλήγει να είναι το αντίθετο…