Το να λύσεις τον Γόρδιο δεσμό. Το να τετραγωνίσεις τον κύκλο μέσα σ’ ένα Σαββατοκύριακο, στο οποίο, μάλιστα, σε έχουν επισκεφτεί και τα πεθερικά σου. Το να καταλάβεις μέχρι κεραίας τι στο καλό λέει στα τραγούδια του ο Sin Boy.
Ιδού τρία «προβλήματα» πιο εύκολα στο να λυθούν από την υπέρτατη πρόκληση. Το θέμα που μοιάζει να μην έχει σαφή απάντηση. Το ζήτημα εκείνο που αν σου έβαζε κανείς το πιστόλι στον κρόταφο προκειμένου να πεις την γνώμη σου, θ’ αντιδρούσες λέγοντας «…» (Δε θα προλάβαινες να μιλήσεις, βλέπεις, θα ’χες λιποθυμήσει στη θέα της κάννης).
«Ποια είναι η χειρότερη σειρά στα χρονικά της ελληνικής TV;», θέλει να μάθει κάποιος- ένας από το χωριό, δεν τον ξέρεις- και ο λόγος που κάνεις loading περισσότερη ώρα κι από το αν σε είχαν ρωτήσει «Πόσο κάνει 77 διά 13;» είναι ο εξής: κατά καιρούς έχουν υπάρξει πολλές κακές σειρές στη γαλανόλευκη μικρή οθόνη.
Επομένως, πώς στο καλό να διαλέξεις μονάχα μία, τη «νικήτρια»; Ειδικά όταν πρόκειται για κάτι τόσο υποκειμενικό, η «σωστή» επιλογή μοιάζει να μην υπάρχει και η διπλωματική οδός φαντάζει μονόδρομος.
Παπάρια. Ασυναρτησίες. Κι αυτό γιατί μέσα από την πλήρη υποκειμενικότητα αναδύεται μια ατόφια αντικειμενικότητα, ιδίως όταν μιλάμε γι’ αυτήν την σειρά.
Πίσω στο 2008 το MEGA (μακράν το κορυφαίο κανάλι στην ιστορία όταν η κουβέντα έρχεται στις σειρές) αποφάσισε να εκμεταλλευτεί την τεράστια επιτυχία και την ρέντα που είχε ο Πέτρος Φιλιππίδης λόγω του υπέροχου 50-50 και τον ανάγκασε, θέλουμε να πιστεύουμε, να πρωταγωνιστήσει σε ένα σήριαλ που λεγόταν «Λάκης ο Γλυκούλης».
Ναι: Λάκης ο Γλυκούλης. Και μόνο από το όνομα θα έπρεπε η σειρά να έχει κοπεί από το πρώτο διάλειμμα του πρώτου επεισοδίου, όμως για κακή μας τύχη συνεχίστηκε μέχρι τελικής πτώσεως- των τηλεθεατών.
Το στόρι ήθελε τον Λάκη, έναν καλόκαρδο και αγαθό ανθρωπάκο, να παλεύει να τα βγάλει πέρα με τα τέρατα που είχε γύρω του με το σπαθί στο χέρι (το πόσες φορές δεν εκλιπαρούσαμε αυτό το σπαθί να μπηχτεί στα σωθικά μας για να τελειώσει το μαρτύριο, δε λέγεται).
Φυσικά, προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ο Λάκης φορούσε τεράστια γυαλιά, μιας και θέλαμε να δείξουμε πως είναι χαζούλης- και, ρε τους σατανάδες, ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να δείξεις ότι κάποιος είναι ταυτόχρονα τίμιος και χαζούλης; Ναι, του φοράς γυαλιά.
Εννοείται πως η γυναίκα του η Βούλα ήταν μια μέγαιρα που τον απατούσε με τον σατανικό, στα όρια του κακισμένου τσιουάουα, αδερφό του, τον Νίκο. Μικρή λεπτομέρεια: Βούλα ήταν η θεάρα Ζέτα Δούκα, η οποία μαγεύτηκε προφανώς- όπως συμβαίνει παντού τριγύρω μας, άλλωστε, σε καθημερινή βάση- από τη βλακεία του θύματος Λάκη και τον παντρεύτηκε, ενώ ο Ιωσήφ Μαρινάκης, που έπαιζε τον αδερφό Νίκο, συμπλήρωνε υπέροχα όλα τα στερεότυπα της γης πεταμένα στο σεναριακό μπλέντερ.
Ωστόσο, επειδή ο Λάκης ήταν πιο γλυκούλης κι από βίντεο με γατάκια στο youtube, συνάντησε τον παιδικό του έρωτα και τον… ερωτεύτηκε εκ νέου. Η Μελίνα (προφανώς η επιλογή του ονόματος έγινε λόγω του βεβιασμένου μελό) ήταν καθηλωμένη σε αναπηρική καρέκλα, όμως ο πρωταγωνιστή μας δε έδωσε δεκάρα- την αγάπησε, όπως λέει κοντά 29493845309852 φορές στα 68 επεισόδια, για «το μέσα της».
Πάνω που η γλυκύτητα του είχε καλύψει τα πάντα σαν κολλώδης ζάχαρη, ο Λάκης πήγε στο σχολείο, πέρασε στην ιατρική (ήταν ο όρος του πατέρα του προκειμένου να κληρονομήσει τη τεράστια περιουσία του) και κατάφερε στο τέλος να ξεσκεπάσει και τα κτηνώδη σχέδια του δολοπλόκου αδερφού του, παίρνοντας όλη τη διαθήκη για πάρτη του και πέφτοντας εν μέσω άηχων χειροκροτημάτων στην αγκαλιά του happy end.
Ο λόγος που ο «Λάκης» τρώει ανηλεές κράξιμο είναι απλός: στον κεντρικό ρόλο βρίσκεται ένας από τους κορυφαίους Έλληνες κωμικούς των τελευταίων πολλών ετών, ο οποίος πλασιώνεται από ένα συμπαθέστατο καστ, γνωστό σκηνοθέτη (Ζαπατίνας) και σεναριογράφο (Τσαούσογλου) και παιζόταν μέσα από το αξεπέραστο MEGA.
Θα περίμενε λοιπόν κανείς να μιλάμε για μια σπουδαία σειρά, ή, έστω, για μια… σειρά. Εδώ, όμως, έχουμε να κάνουμε μ’ έναν ορυμαγδό κοινοτοπιών και βλακωδών πεποιθήσεων, από εκείνους που σε κάνουν να θέλεις να μιμηθείς τον Οιδίποδα στον τομέα του οικειοθελούς ξεματιάσματος.
Βέβαια, όπως μας ενημερώνει και η γλυκιά Wikipedia, η σειρά θεωρείται φαινόμενο, μιας και «Όταν προβλήθηκε για πρώτη φορά η σειρά, ξεπερνούσε ακόμα και τους 2.363.000 τηλεθεατές ανά επεισόδιο. Λόγω τις μεγάλης επιτυχίας της, τόσο στη χώρα μας, όσο και στην Κύπρο, την ζητούσαν και κανάλια γειτονικών χωρών. Για παράδειγμα, στη Βουλγαρία, προβλήθηκε από τον σταθμό BNT1 ως “Η οικογένεια του Λάκη”.
Όχι, δεν έχει γίνει λάθος στο copy-paste. Πράγματι σχεδόν 2.500.000 εκατομμύρια τηλεθεατές βλέπαμε αυτή την σειρά, ενώ έκανε και διεθνή καριέρα, μιας και τα ελληνικά σύνορα την περιόριζαν.
Η ουσία, ωστόσο, δεν αλλάζει: ο «Γλυκούλης» είναι μάλλον- δεδομένων των προσδοκιών που είχαμε, πάντοτε- το χειρότερο σήριαλ που είδαμε ποτέ στην ελληνική TV και το γεγονός ότι υπάρχει ένα συγκεκριμένο ρήμα στην τελευταία πρόταση μας κάνει να χτυπάμε το κεφάλι μας στον τοίχο έκτοτε.
Είναι αυτό το «είδαμε».