Witcher: Πώς αποθεώνεται αυτή η σειρά από το κοινό και όχι από τους κριτικούς;
Βρείτε μας στο

Αν είσαι τύπος που σου αρέσει το Dungeons and Dragons και γενικά η μυθολογία του fantasy, το Witcher είναι μια σειρά που πρέπει να δεις. Προσοχή. Δεν γράφουμε ότι θα σου αρέσει ή δεν θα σου αρέσει. Αλλά ότι πρέπει να την δεις.

Και δεν υπάρχει κάποια θέση ως προς το “αρέσει/δεν αρέσει” γιατί παρά την όλη αποθέωση που γνωρίζει από την πλατιά μάζα του κοινού, δεν μας έχει πείσει ότι την αξίζει. Και για να μην το συνεχίσω στον πληθυντικό, αφού ένας είμαι και δεν έχω σχέση με τον Τζέιμς ΜακΑβόι στο Split, θα πω ότι το Witcher έχει προκαλέσει αμφιβολίες και όσο περνάνε οι μέρες η βαθμολογία του αρχίζει να πέφτει.

Στο IMDB αυτό, γιατί στο Rotten Tomatoes έχει μετά βίας ποσοστό πάνω από 50%. Κι αυτή η απόσταση του 5/10 με το 8.8/10 είναι που εκφράζει απόλυτα και το συναίσθημά μου. Μετά από 4 και κάτι επεισόδια που έχω δει, μπορώ να φτάσω σε ορισμένα συμπεράσματα και σε μια γενικότερη ερμηνεία του πώς γίνεται το Witcher να είναι τόσο καλό, χωρίς να είναι τόσο καλό.

Συμπέρασμα Νο1: Έχουν πολύ μεγάλη διάρκεια τα επεισόδια και υπάρχουν πολλές garbage σκηνές. Αυτό δεν βοηθάει για να υπάρξει μια νοηματική αλληλουχία στον θεατή. Δεν είναι κάτω από τη βάση σε αυτό, αλλά σίγουρα έχει πολλή δουλειά για να πιάσει επίπεδο που να δικαιώνει τόση συζήτηση.

Συμπέρασμα Νο2: Ο Χένρι Καβίλ είναι ιδανικός για τον ρόλο του Γκέραλτ και έχει δουλέψει τρομερά στις σκηνές μάχης. Δεν είναι καθόλου εύκολες σκηνές και η αποτύπωσή τους γίνεται με τη μέγιστη ωμή ακρίβεια. Αυτό ήταν το μεγάλο ερωτηματικό από το trailer. Αυτό ταυτόχρονα είναι και πρόβλημα γιατί μοιάζει σαν οι υπόλοιποι μετέχοντες σε αυτές τις σκηνές να παρακολουθούν τον Καβίλ και να μη συμμετέχουν στη σκηνή ως θύματα που τα τρυπάει η λεπίδα. Οι αντιδράσεις τους μοιάζουν αφύσικες, ανοίκειες, γενικώς σαν να μην δουλεύτηκαν και να έπεσε όλη η προσοχή πάνω στον πρωταγωνιστή.

Συμπέρασμα Νο3: Έχει μια πολύ καλή και επιτιμητική δομή σε σχέση και με τα βιβλία του Αντρζέι Σαπκόφσκι – πείτε μου μπράβο που μπόρεσα να γράψω το ονοματεπώνυμο του ανθρώπου στα ελληνικά γιατί στα ξένα είναι έτσι: Andrzej Sapkowski.

Συμπέρασμα Νο4: Κοπιάρει σε αρκετά πράγματα το Game of Thrones, αλλά δεν το κάνει με κραυγαλέο τρόπο. Ίσως κοπιάρει λίγα και καλά και γι΄αυτό δεν είναι τόσο μεγάλη η ομοιότητα.

Την αγαπούσε πολύ ο Χατζιδάκις: Η αιωνόβια ταβέρνα που φημίζεται σε όλη την Αθήνα για τα κεφτεδάκια και την αυλή της
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Την αγαπούσε πολύ ο Χατζιδάκις: Η αιωνόβια ταβέρνα που φημίζεται σε όλη την Αθήνα για τα κεφτεδάκια και την αυλή της

Συμπέρασμα Νο5: Το σενάριο δεν βοηθάει τον θεατή να διευκολύνει τα στοιχεία της σειράς. Τον ωθεί σε μια πολυπλοκότητα που δεν είναι από τις πολύ επιθυμητές. Δεν είναι το όμορφα πολύπλοκο του Westworld και αναμφίβολα ο θεατής δεν έχει τη δυνατότητα, όπως στα βιβλία, να ανασυνθέσει με σωστό τρόπο τα δεδομένα του.

Συμπέρασμα Νο6: Σε αρκετές σκηνές ομοιάζει πολύ στην παιδική προσέγγιση του Shannara Chronicles. Μόνο που στο δεύτερο δεν ήταν παράταιρο, ενώ στο Witcher χτυπάει άσχημα στο μάτι, ιδίως το storyline της καμπούρας κοπέλας. Σαν να έχει απομακρυνθεί από το μυθολογικό πλαίσιο και να είναι μια μεξικάνικη σαπουνόπερα.

Συμπέρασμα Νο7 και βασικότερο όλων: Η γλώσσα των αριθμών μπορεί να γίνει πιο επεξηγηματική πολλές φορές και να δώσει επακριβώς την αίσθηση. Αν έπρεπε να βαθμολογήσω το Witcher δεν θα του έβαζα 8.8. Θα ήμουν κάτω από το 7.5 και πάνω από το 7. Δεν είναι κακή σειρά, αλλά δεν είναι και μια σειρά που θα σου αφήσει κάτι. Τουλάχιστον σε αυτή την πρώτη της σεζόν.

Κι αυτό έρχεται να απορριφθεί από τα παράσημα που δίνει στη σειρά το κοινό. Ποια πρόσληψη και ποια ανάγκη έφερε αυτό το αποτέλεσμα; Εικάζω κι έχω την ισχυρή πεποίθηση ότι το κοινό πια ψάχνει με αγωνόια όχι μια καλή ή πολύ καλή σειρά. Ψάχνει τη σειρά που θα κρατήσει λίγο παραπάνω. Και το Witcher έχει τα θεμέλια για να το κάνει. Αλλά δεν το πετυχαίνει τόσο. Ίσως η ανάγκη να επιτείνεται με την ανάμνηση από το μέτριο τέλος του Game of Thrones να είναι νωπή.

Το Witcher προσφέρει σε ικανοποιητικό βαθμό ορισμένες επιθυμίες του κοινού, είναι σαφώς πολύ πιο βίαιο στο ξεκίνημά του, αλλά απέχει από το να χαρακτηριστεί μια σειρά που σε συναρπάσει, που θα περιμένεις εναγωνίως την επόμενη της σεζόν. Αν ήταν πλάγιο μπακ, θα ήταν ο Ματίας Γιόχανσον της περσινής χρονιάς. Αν ήταν επιθετικός, θα ήταν ο Γκερέρο. Αν ήταν πιάτο στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι, θα ήταν αυτό που περιέχει το τζατζίκι, όχι αυτό με το κρέας και τις πατάτες.

Αν βγάλεις τον Καβίλ που έχει δουλέψει πολύ την αρρενωπότητα του ρόλου του, τότε η σειρά αδυνατεί να κρατήσει τον θεατή. Κι είναι αρκετές οι σκηνές που δεν παίζει ο Καβίλ. Σε επεισόδια πλέον της μίας  ώρας, είναι αδύνατο να αντέξει το επεισόδιο μόνο με εκείνον, αλλά δεν αντέχει και χωρίς εκείνον πολύ…