Το 1917 είναι η ταινία-ορόσημο που θα έχουμε για τις επόμενες δεκαετίες

Δικαίως το μεγάλο φαβορί για το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας, μετά τη Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ταινίας.

Είναι πολύ εύκολο να κρίνεις μια μορφή τέχνης, μια καλλιτεχνική έκφραση. Είτε πρόκειται να την κρίνεις θετικά είτε θες να την κατακρίνεις, η θέση σου είναι εύκολη. Δεν διακυβεύεις κόπους, δεν ρισκάρεις τη δουλειά του, δεν είσαι εσύ αυτός που εξέθεσε ένα συναίσθημα χωρίς ανταπόκριση.

Πολλές φορές  ξεχνάμε ότι υπάρχουν άνθρωποι πίσω από έργα. Αμελούμε να σκεφτούμε το παρελθόν του ανθρώπου που έφτιαξε κάτι, ενώ θα έπρεπε να το κάνουμε, έχουμε την υποχρέωση να το κάνουμε. Κι αν το κάνουμε και η γνώμη μας δεν παρεκκλίνει ούτε λίγο, τότε ας την εκφράσουμε. Και πάλι εύκολα θα το έχουμε κάνει, αλλά τουλάχιστον θα έχουμε δώσε μια ευκαιρία σε κάποιον.

Αυτό το χαρακτηριστικό δεν συμβαίνει πάντα. Εμφανίζονται περιπτώσεις που αναδύεται στη μνήμη μας η όλη πορεία ενός ανθρώπου και τότε στήνουμε μια άτυπη ζυγαριά για το παρελθόν του σε σχέση με το παρόν του. Αυτό βέβαια δεν γίνεται σε οποιαδήποτε ταινία, σειρά, πίνακα, παράσταση, βιβλίο, οτιδήποτε. Είναι τα πολύ έντονα και όμορφα που μας ωθούν να το πράξουμε. Κι έχω την αίσθηση πως αυτό είναι και το πιο πανίσχυρο κριτήριο για να μιλήσεις για μια ταινία.

Σε ανάγκασε να κρατήσεις τη γλώσσα σου μέσα στο στόμα; Σε έσπρωξε από την θέση ευκολίας σου; Τότε αυτή η ταινία έχει πετύχει έναν βασικό σκοπό της. Σε έκανε να την ακούσεις, να την παρακολουθήσεις ενεργητικά κι όχι παθητικά.

Όλα τα παραπάνω ισχύουν για πολλές ταινίες, αλλά ισχύουν στον μέγιστο δυνατό βαθμό για το 1917 του Σαμ Μέντες. Είχαμε δει τα trailer πριν μερικούς μήνες, είχαμε ακούσει πολλά να λέγονται στο εξωτερικό και την περιμέναμε πως και πως στην Ελλάδα για να πιστοποιήσουμε τις προσδοκίες μας. Το 1917 κυκλοφορεί από σήμερα στις αίθουσες σε διανομή της Odeon, έχοντας στις αποσκευές της μια Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Δραματικής Ταινίας και μια Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Σκηνοθεσίας.

(Από δω και πέρα δεν θα δεις πολλά spoiler. Υπάρχει μόνο ένα, στο τέλος του κειμένου, αλλά είναι βασικό, οπότε συνέχισε με σύνεση)

Κι όμως καμία προσδοκία δεν μπορεί να εφαρμόσει πιστά πάνω στην ταινία αυτή. Είναι κάτι πέρα από πράγματα που έχουμε μέσα μας εν γνώσει μας. Είναι πράγματα που δεν γνωρίζουμε καν ότι υπάρχουν και πιθανότατα ανάγονται στις πιο αρχέγονες αναμνήσεις μας, αναμνήσεις που δεν τις ζήσαμε με την ύλη μας, αλλά με τον γονιδιακό μας σύνδεσμο με άλλους ανθρώπους.

Αυτόν τον γονιδιακό σύνδεσμο εκμεταλλεύτηκε ο Σαμ Μέντες για να αφηγηθεί με τις δικές του παρεμβάσεις τις ιστορίες που του είπε ο παππούς του από τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο.

Στο επίκεντρο της ιστορίας του 1917 είναι δύο στρατιώτες, ο Τομ Μπλέικ και ο Γουίλιαμ  Σκόφιλντ. Οι δυο τους καλούνται να αναλάβουν μια αποστολή υψίστης σημασίας και απόλυτα σωτηρία. Με τους Γερμανούς να έχουν κόψει κάθε πιθανότητα τηλεφωνικής συνομιλίας μεταξύ των στρατευμάτων των αντιπάλων, ο Στρατηγός Έρινμορ τους εξηγεί πως έχουν δει από αεροφωτογραφίες το σχέδιο των Γερμανών να παρασύρουν το στράτευμα του Συνταγματάρχη ΜακΚένζι σε μια παγίδα.

Γι΄αυτό θα πρέπει οι δυο τους, ο Μπλέικ στην ουσία που είναι άριστος στους χάρτες και στον προσανατολισμό και ο Σκόφιλντ που τον επέλεξε ο Μπλέικ για συνοδοιπόρο, να διασχίσουν μια απόσταση 15 χιλιομέτρων και να πάνε στο δάσος Κρουασίλ για να αποτρέψουν την εφόρμηση των συμπατριωτών τους και να σώσουν τη ζωή σε 1.600 ανθρώπους. Ανάμεσα τους είναι και ο μεγάλος αδελφός του Τομ, ο Τζο Μπλέικ. Αυτό τον κάνει να έχει ακόμα μεγαλύτερη αυταπάρνηση για τον στόχο. Ένας στόχος που θα πρέπει να επιτευχθεί πριν το πρωί της επόμενης ημέρας.

Μιλάμε ουσιαστικά για λιγότερο από 24 ώρες στην διάθεση των δύο. Η ταινία ξεκινάει σχεδόν άμεσα. Μετά το πρώτο δεκάλεπτο βλέπουμε κιόλας τους δύο στρατιώτες να πορεύονται στα αναχώματα και να ζητούν από τους στρατιώτες του δικού τους αγήματος οδηγίες για το πώς να φτάσουν στο δάσος, μιας και μερικά χιλιόμετρα πιο πέρα υπάρχει το παραπέτασμα των Γερμανών και ενδιάμεσα ένα πεδίο γεμάτο με θάνατο, σήψη και βαθουλωμένο έδαφος.

Τα πράγματα που συμβαίνουν στην πορεία σε κάνουν να σκεφτείς πρώτα ότι δεν θα φτάσουν καν στο δάσος οι δυο τους. Στη συνέχεια, σκέφτεσαι ότι θα φτάσουν, αλλά όχι έγκαιρα. Και κάποια στιγμή σου δίνεται η εντύπωση ότι ακόμα κι αν τα καταφέρουν, ο Συνταγματάρχης ΜακΚένζι πεπεισμένος ότι θα οδηγήσει το στράτευμα του σε μια περήφανη νίκη που θα αναχαιτίσει την προέλαση των Γερμανών και θα αλλάξει τον ρου του πολέμου, δεν πρόκειται να υπακούσει.

Αυτή η ψυχολογική μετάβαση είναι ένα από τα πρώτα στοιχεία του 1917 που δημιουργούν σύνδεση με τον θεατή, αλλά δεν είναι το πιο αρραγές, το πιο δυνατό στοιχείο. Έπονται πολλά περισσότερα, τα οποία δεν άπτονται της πλοκής, αλλά η πλοκή είναι το ένδυμα τους. Μιλάμε για μια τρομακτική δουλειά σε σκηνοθετικό και τεχνικό επίπεδο. Όχι, δεν υπάρχουν τρελά εφέ.

Είναι όλο αποτέλεσμα της οπτικής του Μέντες που έχει την κάμερα στον ώμο και την τοποθετεί μπροστά από τους στρατιώτες. Τους βλέπουμε να έρχονται κατά πάνω μας και δεν τους ακολουθούμε. Αυτό τοποθετεί τον θεατή πολύ πιο βαθιά στην ταινία.

Παράλληλα, ο Μέντες έχει βγάλει την ταινία με μία λήψη. Αυτό σημαίνει πως δεν κουράστηκαν μόνο οι ηθοποιοί που έπρεπε να είναι διαρκώς μέσα στον ρόλο. Κούρασε και τον ίδιο του τον εαυτό, αφού η κάμερα δεν σταμάτησε ποτέ να καταγράφει.

Έχοντας μπροστά στα μάτια του ο θεατής μια θαυματουργή σκηνοθετική σύλληψη, έρχεται και η τοποθέτηση συγκεκριμένων σκηνών για να κάνουν την ταινία ένα κινηματογραφικό αγίασμα. Όχι μόνο για το πολεμικό είδος, αλλά συνολικά για το σινεμά. Ιδίως η σκηνή που ο Σκόφιλντ τρέχει για να βρει τον ΜακΚένζι και το κάνει μέσα από το πεδίο της μάχης, προσφέρει μια αφθονία ομορφιάς, ένα αμάλγαμα ανακούφισης στον θεατή προς την ανθρώπινη του φύση.

Ναι, είμαστε ένα τεράστιο δεινό για τον πλανήτη, αλλά υπάρχει μια τέτοια δύναμη μέσα μας που μπορεί να παράξει το μεγαλύτερο καλό εν μέσω μιας καταστροφής. Αυτό δεν μπορεί να αποτυπωθεί με γραπτές ή προφορικές λέξεις. Μόνο αν δεις την ταινία το καταλαβαίνεις.

Κι ενώ έχει συμβεί αυτή η τόσο απορροφητική σκηνή που σε στεγνώνει, έρχεται το φινάλε. Ο Μέντες δεν επιλέγει ένα φινάλε συναγελασμού, δεν μένει στο  να μας δείξει ένα στράτευμα 1.600 ανθρώπων που σώθηκε. Εστιάζει στον ήρωα της ιστορίας, τον Σκόφιλντ. Συμβολίζει με τον τρόπο του τη μοναξιά του ανθρώπου στον πόλεμο, στον θάνατο, στη ζωή. Δίνει επίσης με τον πιο υπέροχο τρόπο το ψυχολογικό άδειασμα, την πλήρωση.

Σε έναν πόλεμο ο καθένας αναζητά τον μεγάλο στόχο. Ο Σκόφιλντ τον πετυχαίνει και νιώθει ότι πια δεν έχει να δώσει κάτι άλλο. Ούτε καν να φάει δεν πάει. Κάθεται απλώς να απολαύσει το τελευταίο όμορφο τοπίο. Θυμάται τον Μπλέικ που πέθανε στην πορεία και που δεν μπόρεσε να δώσει εκείνος το γράμμα και να δει τον αδελφό του. Πολύ σημαντικό είναι κι ότι ο Σκόφιλντ και ο Τζο Μπλέικ δεν προσκολλάνε ο ένας στον άλλο, δεν προβάλλουν τη σχέση που είχαν με τον Τομ. Δεν γεννάται ένωση. Βιώνουν ατομικά και μόνοι αυτή την απώλεια.

Για αυτές τις επιλογές του Σαμ Μέντες, για την απίστευτη δουλειά του κινηματογραφιστή Ρότζερ Ντίκινς, το 1917 δεν είναι ταινία μιας χρονιάς. Είναι και θα είναι η ταινία-δείγμα και όροσημο γι΄αυτό που θα δείχνουμε στις γενιές των επόμενων δεκαετιών. Λέμε συχνά πως αυτή τη δεκαετία το σινεμά δεν μας άφησε πολλά με διαχρονική δύναμη. Ε, το 1917 έχει τεράστια διαχρονική δύναμη!