Δεν ξέρεις τι να πιστέψεις: Μια από τις καλύτερες ταινίες της τελευταίας 3ετίας ανέβηκε στο Netflix (Vid)

Λίγο πριν το τέλος που σου ανατρέπει όλα τα συναισθήματα και δεν ξέρεις πια τι να πιστέψεις.

Όταν μια ταινία ξεκινάει με σκηνή καταδίωξης μιας κοπέλας από τον σύντροφό της, ο οποίος φτάνει στο σημείο να σπάσει το τζάμι του αυτοκινήτου που μπήκε ΜΕ ΤΟ ΧΕΡΙ, τότε μπορείς να φτάσεις εύκολα σε κάποια συμπεράσματα.

Πρώτον, ότι θα δούμε μια ταινία όπου το θύμα της υπόθεσης είναι η κοπέλα και θύτης ο άντρας. Ό,τι κι αν ακολουθήσει. Ακόμα κι αν ακολουθούσε ταινία εκδίκησης της, πάλι ως θύμα θα είχε ξεκινήσει σε αυτόν τον στίβο. Δεύτερον, ότι ο τύπος πρέπει να της έχει κάνει τρομακτικό συναισθηματικό πόλεμο, πρέπει να είναι ένας ψυχολογικός οχετός για να φεύγει τρέχοντας και να μην τολμάει να κοιτάξει πίσω της όταν αυτός μένει με τα αίματα στο χέρι. Τρίτον, ότι το πράγμα οδεύει φουλ για ψυχολογικό θρίλερ.

Το The Invisible Man είναι προβλέψιμο ως προς αυτά τα τρία στοιχεία, όμως μέχρι εκεί. Σε όλα τα υπόλοιπα σε αφήνει έκπληκτο διαρκώς, ή, για να το θέσουμε καλύτερα, δημιουργεί μια τέτοια αίσθηση ώστε δεν υπάρχει η καθαρή σκέψη και ματιά για τα υπόλοιπα. Ο θεατής μπαίνει βαθιά στον ψυχιμό της κοπέλας. Κι αν έχεις δει το trailer κι έχεις διαβάσει την υπόθεση, με τον τρόπο που έχει γίνει η ταινία, δεν αποφεύγεις να μπεις σε καθεστώς τρέμουλου ακόμα και σε στιγμές που δεν έχει τεθεί καν το κεντρικό ζήτημα.

Αυτό, καθώς είχε δοθεί από το trailer, θέλει τον φίλο της κοπέλας να σκηνοθετεί τον θάνατό του, να βρίσκει τρόπο να γίνει αόρατος και να κάνει τη ζωή της κανονικό μαρτύριο, μόνο και μόνο επειδή τον παράτησε. Επειδή ήταν η πρώτη γυναίκα που τον άφησε. Παρόλο όμως που όλο το στόρι είναι γνωστό, η ταινία καταφέρνει να διατηρήσει στο μέγιστο την αφοσίωσή σου, ενώ κρατάει μερικά δυνατά φύλλα για το τέλος. Αυτό ακριβώς είναι το κόλπο.

Επειδή έχεις μπροστά σου θεωρητικά όλα τα στοιχεία, έχεις επενδύσει σε αυτά, έχεις τοποθετηθεί τόσο μέσα, ώστε δεν μπορείς να μπεις στη διαδικασία να αμφισβητήσεις έστω και λίγο κάποια απ΄αυτά που βλέπεις.

Η Ελίζαμπεθ Μος υποδυόμενη την πρωταγωνίστρια, την Σεσίλια, παίζει να κάνει και μια ερμηνεία καριέρας, ισάξια, αν όχι ανώτερη, του Handmaid’s Tale. Είναι πρώτα και κύρια στο στοιχείο της. Η Σεσίλια είναι φοβισμένη και για δύο εβδομάδες το μακρύτερο που έχει κάνει μόνη της έξω από το σπίτι του φίλου που μένει, είναι μέχρι το γραμματοκιβώτιο.

Στο σημείο που η ζωή της αρχίζει να μπαίνει στις ράγες του φυσιολογικού, εκεί είναι που αρχίζει να δίνει σημάδια της παρουσίας του ο Γκρίφιν, ο πρώην της. Κι έχει καταφέρει με την συμπεριφορά του στη σχέση τους να την έχει διαρκώς στη τσίτα. Ήταν τέτοιος ο τρόπος του, ώστε η Σεσίλια δεν πιστεύει από ένα σημείο και μετά πως πέθανε και καταλαβαίνει απευθείας πως είναι ζωντανός. Εκεί ο Γκρίφιν ποντάρει σε αυτό και υπολογίζει πως οι φίλοι της θα αντιδράσουν όπως αντιδρούν. «Εσύ τον κρατάς ζωντανό με τον φόβο σου» της λένε. Δεν είναι αναίτιος ο φόβος.

Όσα ακολουθούν είναι σαν βγάλσιμο τσιρότου και μέχρι το σημείο που η Σεσίλια μπαίνει σε mode αναχαίτισης, ο θεατής κρατιέται από μια κλωστή. Και πάνω που λίγο πριν το τέλος σκέφτεται πως όλα θα οδηγηθούν σε ένα νορμάλ happy end, πως θα αμυνθεί και θα αντεπιτεθεί η Σεσίλια, οπότε βρίσκεται στην ηρεμία που προκαλεί η αδρεναλίνη της ανόρθωσης, έρχεται μια σκηνή που καταρρέει ξανά τα πάντα.

Συμβαίνει κάτι λίγο πριν το τέλος που σου ανατρέπει όλα τα συναισθήματα προς τον Γκρίφιν και δεν ξέρεις ποια τι να πιστέψεις. Κι αυτό δεν το ξεκαθαρίζει καθόλου εν τέλει. Η ταινία προβάλλει την παγιωμένη πεποίθηση της Ελίζαμπεθ, κορνιζάρει τον Γκρίφιν ως ενορχηστρωτή ενός ακόμα πιο άρρωστου σχεδίου απ΄αυτού που βλέπαμε μέχρι το δείπνο τους στο τέλος, αλλά δεν το δηλώνει. Αφήνει μια σημαντικά μεγάλη χαραμάδα αμφιβολίας, η οποία χτυπιέται διαρκώς από την πρώτη σκηνή της ταινίας.

Η ταινία ξεκίνησε με τον Γκρίφιν να την κυνηγάει. Άρα ό,τι κι αν είδαμε, δεν μπορεί παρά να είναι μέρος του σχεδίου του. Είναι 100% όμως έτσι τα πράγματα;

Η σκηνοθεσία και το σενάριο του Λάι Γουάνελ των ταινιών Insidious είναι άρτια, το μοντάζ τα απογειώνει, καθώς δημιουργεί τη σωστή σχέση της κάθε σκηνής με τις επόμενες και προηγούμενες και για εμάς είναι ένα ακόμα από τα σούπερ θρίλερ-horror της τελευταίας τριετίας, με αρκετά συνώνυμα χαρακτηριστικά με το Get Out και το Midsommar.