Αποτελεί βασικό και εξέχων μέλος των μπλοκμπάστερ κινηματογραφικών ειδών, το είδος του υπερηρωικού σινεμά. Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί πως κατά την δεκαετία που ολοκληρώθηκε τον περασμένο Δεκέμβρη, δεν υπήρξε πιο πολυσυζητημένο είδος από αυτό. Η ηγεμονία της Marvel που ξεδίπλωσε μέσα στα 10s το κινηματογραφικό της σύμπαν σε όλο το εύρος του, η άτσαλη προσπάθεια της DC να την ακολουθήσει πριν τελικά βρει τα «πατήματά» της, τα αντίστοιχα σύμπαντα της FOX και του Netflix: δεν χρειάζεται να το συζητάμε, ζήσαμε την κινηματογραφική δεκαετία των υπερηρώων.
Κομβική χρονιά, δίχως καμία αμφιβολία, για το είδος και την εξάπλωση που είχε υπήρξε το 2012. Ήταν η χρονιά που το «The Dark Knight Rises» του Κρίστοφερ Νόλαν ολοκλήρωνε την τριλογία του Βρετανού σκηνοθέτη για τον Μπάτμαν και ταυτόχρονα, η Marvel έβγαζε στο σινεμά το «Avengers» το πρώτο ensable movie της με υπερήρωες. Και οι δυο ταινίες υπήρξαν ιστορικές για το είδος και το γεγονός ότι βγήκαν την ίδια χρονιά έπαιξε τον ρόλο του για αυτό: το «Rises» έκλεινε μια εποχή για το είδος και δίνοντας τη σκυτάλη της ηγεμονίας στη Marvel, μια νέα εποχή ξεκινούσε.
Όμως εκείνη τη χρονιά βγήκε στα σινεμά και μια ακόμα υπερηρωική ταινία, που πέρασε παντελώς απαρατήρητη, τουλάχιστον όσον αφορά τα μεγαλύτερα τμήματα του κινηματογραφικού κοινού. Ήταν μια ταινία που ουσιαστικά «θάφτηκε» κάτω από τις εξωπραγματικά εμπορικές προαναφερθείσες ταινίες της DC και της Marvel αλλά στην πραγματικότητα, από άποψη περιεχομένου, όχι απλά τις κοιτούσε στα μάτια αλλά ίσως να τις νικούσε κι’ όλας.
Ήταν το «Dredd» του Άλεξ Γκάρλαντ (τα credits της σκηνοθεσίας έχουν δοθεί στον Πιτ Τράβις που είχε ξεκινήσει να το γυρίζει και μετά αποχώρησε αλλά ο ίδιος ο Τράβις έχει πει ότι ουσιαστικά η ταινία είναι του Γκάρλαντ). Το «Dredd», βασισμένο πάνω σε έναν υπερήρωα πολύ ιδιαίτερο πλην αρκετά δημοφιλή στους κύκλους των οπαδών της κόμικ κουλτούρας, τον «Δικαστή Ντρεντ» υπήρξε πραγματική ονείρωξη για τους ορισμένους οπαδούς της υπερηρωικής μυθολογίας. Δεν κατάφερε να κάνει ρεκόρ εισιτηρίων, δεν προκάλεσε μαζικά χειροκροτήματα εκστασιασμένων πιτσιρικιών στις multiplex αίθουσες, για την ακρίβεια μετά βίας κατάφερε να μην μπει μέσα οικονομικά. Κι όμως, ήταν ένα αληθινό διαμάντι.
Οι κριτικοί δεν τρελάθηκαν μαζί του αλλά οι πωρωμένοι κομιξάκηδες, αυτοί που γούσταρουν το είδος πριν αυτό αποκτήσει κινηματογραφικό hype, εκείνοι που γνωρίζουν τη βαθιά ουσία του χωρίς να την μετράνε με εισιτήρια και εισπράξεις, λάτρεψαν το «Dredd». Και δεν γινόταν αλλιώς: είναι δύσκολο να σου αρέσει πραγματικά το υπερηρωικό σινεμά και να μην λατρέψεις αυτή την ταινία και τη δράση της. Αν την απορρίψεις είναι μάλλον αμφίβολο πως μπορείς να καταλάβεις τι ακριβώς κάνει όμορφο το εν λόγω είδος κάτω από την εμπορική του διάσταση και απλά μένεις σε αυτή.
Το «Dredd» δεν έκοψε πολλά εισιτήρια, πήγε άπατο το 2012, το «The Dark Knight Rises» και οι «Avengers» το περιόρισαν σε κάτι λιγότερο από ρόλο κομπάρσου εκείνη τη χρονιά. Όσο τα χρόνια περνούσαν ωστόσο, όσο περισσότερο αναφερόταν σε διάφορες γωνιές συζήτησης του ίντερνετ για κινηματογράφο, όσο περισσότεροι το ανακάλυπταν εκ των υστέρων, τόσο περισσότερο κάλυπτε το χαμένο έδαφος. Ουσιαστικά, έβρισκε αναδρομικά το κοινό που δεν μπόρεσε να κερδίσει εξαιτίας της σχεδόν συνειδητής underground (αλλά πέρα για πέρα υπερηρωικής) αισθητικής του.
Αν δεν το έχεις δει, σπεύσε: ποτέ δεν είναι αργά.