Κάνε την χάρη στον εαυτό σου και δες στα θερινά αυτό το αριστούργημα

Ένα πραγματικό crime διαμάντι από την καλύτερη εποχή της ιστορίας του Χόλιγουντ έρχεται αυτό το καλοκαίρι στα ανοιχτά σινεμά της Αθήνας.

Δύσκολα θα συναντήσει κανείς κινηματογραφόφιλο που να διαφωνεί: η δεκαετία του ’70 υπήρξε για το σινεμά η χρονική περίοδος που άλλαξε συνολικά την 7η τέχνη. Ήταν η ιστορική περίοδος που σε τόσο μαζικό βαθμό και με τόσο κεντρικό τρόπο, το Χόλιγουντ μπήκε στη διαδικασία να ρίξει πολλά λεφτά στη δημιουργία ταινιών και ταυτόχρονα, να αφήσει ελεύθερους τους δημιουργούς να κάνουν ό,τι γουστάρουν, δίχως παρεμβολές και υποδείξεις.

Αυτός ο ιδανικός συνδυασμός άπλετης χρηματοδότησης και δημιουργικής ελευθερίας έβγαλε στην επιφάνεια μια σειρά δημιουργών που αν και τότε έκαναν τα πρώτα κινηματογραφικά βήματά τους, εξελίχθηκαν στη συνέχεια σε αληθινά «ιερά τέρατα» του σινεμά. Ένας από αυτούς ήταν ο -μετέπειτα αμφιλεγόμενος ως προς την προσωπικότητά του- Ρόμαν Πολάνσκι. Ένα από τα χαρακτηριστικότερα αριστουργήματά του θα επανεκδοθεί το φετινό καλοκαίρι για τα θερινά σινεμά της Αθήνας. Και η προσμονή που υπάρχει ήδη ενόψει της θέασής του στη μεγάλη οθόνη συναγωνίζεται ευθέως την κυκλοφορία ακόμα και νέων ταινιών.

Ο λόγος για το «Chinatown» με τον Τζακ Νίκολσον και την Φέι Ντάναγουεϊ, το καλύτερο ίσως νουάρ που γυρίστηκε ποτέ -παρά το γεγονός ότι κυκλοφόρησε περίπου δυο δεκαετίες μετά την χρυσή εποχή του είδους- και που για χρόνια (ίσως μέχρι να έρθει το «Seven» του Φίντσερ περίπου 20 χρόνια) υπήρξε η επιτομή της ανατρεπτικής ταινίας μυστηρίου. Κυρίως βέβαια, το «Chinatown» είναι μια ταινιάρα εξαιτίας του συνδυασμού του άψογου σεναρίου του και της πληθωρικής, εντυπωσιακής παρουσίας του Τζακ Νίκολσον, ο οποίος βρίσκεται αισθητά στην εποχή της «άγριας» δημιουργικότητάς του και που ζωντανεύει με τρομακτική γοητεία έναν αρχετυπικό -για τα δεδομένα του νουάρ είδους- ντετέκτιβ.

Σε μεγάλο βαθμό, η ταινία του Πολάνσκι λειτουργεί ως ένας τεράστιος φόρος τιμής στο νουάρ είδος. Αν εξαιρεθεί άλλωστε το γεγονός ότι ο ντετέκτιβ που ενσαρκώνει ο Νίκολσον δεν είναι ένας μπατίρης ημι-αποτυχημένος αλλά ένας πετυχημένος και διάσημος ντετέκτιβ, όλα τα υπόλοιπα στοιχεία που τον κάνουν αρχετυπική φιγούρα είναι παρόντα: είναι ένας ντετέκτιβ κυνικός και αναίσθητος, διακατέχεται από έναν απαραβίαστο κώδικα τιμής που δεν τον αναιρεί ούτε για όλα τα λεφτά του κόσμου, μπλέκεται σε μια υπόθεση που όχι απλά δεν είναι αυτό που φαίνεται αλλά αποδεικνύεται και πολύ μεγαλύτερη από τα μεγέθη που έχει μάθει να διαχειρίζεται και φυσικά γνωρίζει και τραβιέται με μια μυστήρια, μοιραία γυναίκα.

Η αποτύπωση των 30s, της εποχής όπου τα πάντα εξελίσσονται μέσα στην ταινία, είναι καθοριστική για τη σημασία της ταινίας. Στην εποχή της δεδομένα λειτουργούσε άλλωστε ως μια ταινία που «χτυπούσε» στη νοσταλγία των φανατικών οπαδών του νουάρ. Προφανώς ωστόσο, το «Chinatown» δεν είναι πρωτίστως αυτό -αν ήταν δεν θα είχαμε να κάνουμε με μια τόσο διαχρονική ταινία- αλλά πάνω από όλα, η τρομακτική αφηγηματική μαεστρία του Πολάνσκι που χειρίζεται στα δάχτυλα ένα περίπλοκο σενάριο δομώντας αριστοτεχνικά τη μετάβαση από την «βιτρίνα» στην ουσία της υπόθεσης (ο ντετέκτιβ του Νίκολσον αναλαμβάνει την διερεύνηση μιας τυπικής ιστορίας μοιχείας για να καταλάβει πως είναι μπλεγμένος σε ένα μεγάλο πολιτικό και οικονομικό σκάνδαλο).

Κάντε αυτή τη χάρη στον εαυτό σας και πηγαίνετε να δείτε σε κάποιο θερινό αυτό το αριστούργημα. Και αν πολλά σημεία του «Chinatown» σας φανούν κλισέ, να θυμάστε πως ήταν αυτή η ταινία του Πολάνσκι που τα εδραίωσε στο crime είδος. Και είναι δεδομένο από τώρα πως θα εμπλακείτε με τα μπούνια στη μεγάλη συζήτηση που κρατάει από 1974 μέχρι και σήμερα αναφορικά με το τόσο χαρακτηριστικό -πλην αμφιλεγόμενο και μάλλον διχαστικό- φινάλε του.