Γράφει ο Μάριος Αγγελέτος
Μπορεί όντως ένα κινούμενο σχέδιο και ένα άλογο που μιλάει, να θίξει θέματα όπως η κατάθλιψη, η εξάρτηση και η σεξουαλική παρενόχληση; Στην συγκεκριμένη περίπτωση το «Μπότζακ Χόρσμαν» κρύβει πολλά περισσότερα από όσα νομίζεις…
Είναι αργά το βράδυ και δεν ξέρεις πώς να περάσεις την ώρα σου, ψάχνεις για πολλοστή φορά στο Netflix κάτι που θα σου τραβήξει την προσοχή. Τότε ξαφνικά πέφτει το μάτι σου πάνω στο «Μπότζακ Χόρσμαν», σκέφτεσαι: «Μάλιστα, ένα άλογο το οποίο μιλάει και είναι ηθοποιός στο Χόλιγουντ...». Ότι πρέπει ωστόσο για μία τέτοια ώρα.
Η σειρά ξεκινά με τον πρωταγωνιστή , Μπότζακ Χόρσμαν, έναν διάσημο ηθοποιό των ’80s και ’90s, με την κωμωδία «ΠαρΑλογιζόμαστε» να είναι η μεγαλύτερη επιτυχία της καριέρας του. Μένει μαζί με τον φίλο του, Τοντ Τσάβεζ, στο υπερπολυτελές σπίτι του. Εκ πρώτης όψεως σκέφτεσαι πάλι το ίδιο, «Ένα άλογο που πίνει, βρίζει και μέχρι στιγμής έχουμε φθηνό χιούμορ, ότι πρέπει για να κυλήσει η ώρα!». Όσο όμως περνούν τα επεισόδια η υπόθεση περιπλέκεται και άλλο, η ατζέντης του είναι μία γάτα που λέγεται πριγκίπισσα Κάρολιν και ο φίλος του, τον οποίο ωστόσο αποφεύγει σε πολλές περιπτώσεις, ένα σκυλί που λέγεται Κύριος Πινατμπάτερ.
Εντάξει, θέλει λίγο χρόνο μέχρι να μπορέσεις να συνηθίσεις το όλο σκηνικό, ένας κόσμος που ζώα και άνθρωποι μιλούν και ζουν κανονικά, σαν να μην υπάρχει τίποτα περίεργο. Ο Μπότζακ ζει μέσα στην μιζέρια του, πίνοντας ασταμάτητα, δίχως να ενδιαφέρεται πολλές φορές για όσα λέει και κάνει, ούτε και για τις επιπτώσεις τους στις ζωές των άλλων ανθρώπων.
Όλα αλλάζουν όταν μπαίνει στην ζωή του η Νταιάν Νουέν, με την οποία προσπαθούν να γράψουν την αυτοβιογραφία του, με σκοπό να επιστρέψει στο προσκήνιο.
Μπορεί στο τέλος να τα καταφέρνει και τα φώτα της δημοσιότητας να πέφτουν πάλι πάνω του, ωστόσο πλέον ο Μπότζακ έρχεται αντιμέτωπος με κάτι που τον στοιχειώνει όλη του την ζωή, το παρελθόν του. Η εξάρτηση από το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και οι αυτοκαταστροφικές του τάσεις είναι σχεδόν μόνιμο σημείο αναφοράς σε κάθε επεισόδιο. Καταλαβαίνεις ότι δεν έχεις να κάνεις με κάποιον «Άγιο», ούτε καν μία αμφιλεγόμενη προσωπικότητα.
Στιγμιότυπα από την εποχή του «ΠαρΑλογιζόμαστε», δείχνει ένα τότε νεαρό Μπότζακ να ζει το απόλυτο όνειρο. Όμως κάπου εκεί ξεκινά και η κατρακύλα του, θυσιάζει την φιλία του με τον Χερμπ Καζάζ για να σώσει τον ρόλο του στην σειρά, ωθεί όπως θα μάθει αργότερα την νεαρή Σάρα Λιν στο ποτό και πολλά ακόμα. Εκείνος δεν κατανοεί το βάρος των πράξεων του, άλλωστε η «φούσκα» του αστέρα του Χόλιγουντ φροντίζει για το αντίθετο.
Παρ’ όλα αυτά μέσα σε αυτές τις έξι σεζόν, βλέπεις τι κρύβεται πίσω από τον Μπότζακ Χόρσμαν. Οι προσωπικές του ανασφάλειες, η χρόνια μάχη με την κατάθλιψη την οποία αρνείται, η εξάρτηση από το αλκοόλ και τις ουσίες και η ανάγκη για αποδοχή από τον κόσμο. Αυτά το «ταξίδι» στο παρελθόν έκανε τον Μπότζακ να μετανιώσει για κάποια λάθη του, ωστόσο σε άλλες περιπτώσεις οδήγησε στην δημιουργία νέων.
«Δεν καταλαβαίνω πώς οι άνθρωποι… ζουν. Μου φαίνεται απίστευτο πως άνθρωποι ξυπνούν κάθε μέρα και λένε “Τέλεια, άλλη μία μέρα, ας το κάνουμε!”. Πώς το κάνουν; Εγώ δεν ξέρω πώς».
Από την σχέση με την 17χρονη κόρη της παλιάς του φίλης Σάρλοτ, ακόμα και μέχρι την «καταστροφή» και τον θάνατο της τηλεοπτικής του κόρης, Σάρα Λιν, μετά από ένα σερί ημερών γεμάτο καταχρήσεις. Ο θάνατός της στην αγκαλιά του, ενώ βλέπουν μαζί τον ουρανό στο πλανητάριο, είναι από τις πιο δυνατές σκηνές ολόκληρης της σειράς. Πλέον κατανοεί πως κάτι πρέπει να αλλάξει, ο ίδιος είναι το πρόβλημα για όσα του έχουν συμβεί, όχι οι άλλοι.
Όσο όμως προσπαθεί να ξεφύγει από τον βούρκο, τόσο πιο βαθιά φαίνεται να βυθίζεται. Λες πώς μπορεί κάποιος να μην ενδιαφέρεται καθόλου για το κακό που προκαλεί σε άλλους, ούτε καν να ενδιαφέρεται; Ο Μπότζακ δεν γνώρισε ποτέ τι σημαίνει ούτε αγάπη, ούτε καν αποδοχή. Οι γονείς του, Μπάρτεσκοτς και Μπεατρίς Χόρσμαν, πάντα τον θεωρούσαν ένα περιττό βάρος. Ποτέ δεν του συμπεριφέρθηκαν σαν παιδί τους, αλλά σαν μία φιγούρα η οποία τριγυρνά μέσα στο σπίτι.
«Με τους γονείς μου καταλαβαίναμε ο ένας τον άλλον, πνιγόμασταν όλοι μαζί», είχε πει στον επικήδειο της μητέρας του. Μία σειρά επεισοδίων αφιερωμένη στην σχέση του με την μητέρα του και την τραυματική της παιδική ηλικία.
Η Μπεατρίς Χόρσμαν πρώτα έχασε τον αδερφό της Κράκερτζακ, με την μητέρα της να βυθίζεται στην θλίψη και να φτάνει στα όρια της τρέλας. Ο πατέρας της, κάθε άλλο παρά στοργικός, επέλεξε να κάνει λοβοτομή στην γυναίκα του, σημαδεύοντας για πάντα την παιδική της ηλικία.
«Υποσχέσου μου Μπεατρίς, δεν θα αγαπήσεις ποτέ κανέναν όπως αγάπησα εγώ τον Κράκερτζακ!», της είχε ζητήσει η μητέρα της, με την ίδια γεμάτη δάκρυα να δέχεται. Εκείνη ήταν η στιγμή που σφράγισε για πάντα την μοίρα του Μπότζακ, εκείνη η στιγμή σημάδεψε τα υπόλοιπα γεμάτα ψυχρότητα χρόνια της σχέση του με την μητέρα του.
Το έκτο επεισόδιο της πέμπτης σεζόν, στο οποίο εκφωνεί τον επικήδειο της, είναι μία «γροθιά στο στομάχι». Μέχρι και την τελευταία στιγμή, όσο εκείνη πάλευε με την άνοια και «απομακρυνόταν», εκείνος έψαχνε την έγκριση της. Όχι ένα σημάδι αγάπης, απλώς κάτι που θα του δείξει πως αυτή η γυναίκα ενδιαφέρθηκε έστω και μία φορά για εκείνον. Καταφεύγει σε ένα μανιφέστο μίσους, παραπόνου και μαύρου χιούμορ απέναντι στην μητέρα του, όπως και της συναισθηματικής κακοποίησης που δέχθηκε σε όλη την παιδική του ηλικία από τους γονείς του.
Ακόμα και στο τέλος, αφότου μπαίνει σε κέντρο απεξάρτησης, οι δαίμονες του συνεχίζουν να τον κυριεύουν. Αποκορύφωμα η στιγμή που φτάνει ένα βήμα πριν τον θάνατο και τον πνιγμό στην ίδια του την πισίνα, όταν όλος ο κόσμος έμαθε για το ένοχο παρελθόν του. Τότε ήρθε αντιμέτωπος με πρόσωπα από το παρελθόν του, ανάμεσα τους η μητέρα του, η Σάρα Λιν και ο Χερμπ, όλα όπως αποδείχθηκαν μέσα στο κεφάλι του. Η σειρά κλείνει με εκείνον να έχει βγει με αναστολή από την φυλακή για τον γάμο της Κάρολιν και να κάθεται στην οροφή του σπιτιού δίπλα στην Νταιάν, η οποία ήταν πάντα στο πλευρό του, και να κοιτάζουν μαζί τον ουρανό.
Αυτή είναι η μαγεία του «Μπότζακ Χόρσμαν», η απομυθοποίηση της βιομηχανίας του Χόλιγουντ και της υποκρισίας και μυστικοπάθειας, οι οποίες το περιτριγυρίζουν. Η χρόνια μάχη του με την κατάθλιψη, η ανάγκη για αποδοχή από τους φίλους του.
Η σειρά δεν έχει happy end, ακριβώς όπως πρέπει, σε αφήνει με μία γλυκόπικρη γεύση. Από την πρώτη στιγμή, μέχρι και το τελευταίο της δευτερόλεπτο, το αριστούργημα του Ράφαελ Γουάκσμπεργκ είναι όσο κυνικό χρειάζεται. Δεν υπάρχει τίποτα το χαρούμενο στην κατάθλιψη, στην σε ξουαλική παρενόχληση και την εξάρτηση.
Ίσως τελικά, με τον δικό του μοναδικό του τρόπο, κατάφερε να μας διδάξει και κάτι άλλο. Ούτε τα χρήματα, ούτε η υστεροφημία και ούτε ένα τεράστιο σπίτι μπορεί να γεμίσει το κενό, το οποίο υπάρχει μέσα μας. Στην πραγματικότητα όλοι θέλουμε δίπλα μας έναν Τοντ, μία πριγκίπισσα Κάρολιν, μία Νταιάν και έναν κύριο Πινατμπάτερ. Άτομα που μας αγαπούν για αυτό που είμαστε και που η κριτική τους θα είναι η πιο έντονη όλων, ακριβώς γιατί μας αγαπούν.