Γίνεται η 5η πιο εμπορική ταινία όλων των εποχών να μην βλέπεται;

Στυγνό ξεζούμισμα νοσταλγίας, άπειρα ξενερώματα από το κοινό αλλά και τσουβάλια από λεφτά για το στούντιο...

Αν υπάρχει μια λίστα με τις έννοιες που «πουλάνε» μέχρι εκεί που δεν πάει για την χολιγουντιανή βιομηχανία, μια λίστα που κάθε δισεκατομμυριούχος κινηματογραφικός παραγωγός κουβαλάει στο τσεπάκι του για να την συμβουλεύεται κάθε φορά που θέλει να γίνει λιγάκι πιο πλούσιος μέσω μιας ταινίας, τότε είναι δεδομένο πως σε αυτή τη λίστα η έννοια της νοσταλγίας κατέχει περίοπτη θέση.

Είναι δεδομένο: ελάχιστα πράγματα πουλάνε στο Χόλιγουντ πιο πολύ και πιο εύκολα από την νοσταλγία. Πρόκειται άλλωστε για κάτι που εμπεριέχει μηδαμινό ρίσκο: αντί να σπάνε το κεφάλι τους οι σεναριογράφοι για να βρουν νέες ιδέες που μπορεί να αρέσουν στο κοινό αλλά μπορεί και όχι, ξεθάβουν μια παλιά ιδέα που στο παρελθόν έχει κάνει πάταγο, είναι συνδεδεμένη με τις παιδικές αναμνήσεις ενός κομματιού του κοινού και με μια υφή κλασικού για ένα άλλο κοινό, η ιδέα εκσυγχρονίζεται λιγουλάκι, βγαίνει στο σινεμά και όλα τα υπόλοιπα παίρνουν τον δρόμο τους.

Σε μια τέτοια περίπτωση υπάρχει μια μεγάλη βεβαιότητα: η εμπορική επιτυχία είναι δεδομένη. Υπάρχει ωστόσο και μια μεγάλη αβεβαιότητα: οι πιθανότητες για καλλιτεχνική επιτυχία είναι αντιστρόφως ανάλογες. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς για το ότι αν ρίξει μια ματιά στις πιο εμπορικές ταινίες όλων των εποχών θα διαπιστώσει πως στην 5η θέση βρίσκεται ένας τίτλος που όχι απλά έχει περάσει απαρατήρητος αλλά για πολλούς είναι και οριακά μισητός. Πρόκειται για το «Jurassic World», την τέταρτη (τη στιγμή της κυκλοφορίας του) ταινία του θρυλικού franchise που έκανε πάταγο στα 90s.

Το «Jurassic World» κυκλοφόρησε στα σινεμά το 2015 και έσπασε τα ταμεία. Οι ουρές δεν είχαν τελειωμό και το μπέρδεμα των γενιών που στοιβαζόταν στις αίθουσες για να δει την επιστροφή στο σινεμά ενός τίτλου που είναι βαρύς σαν ιστορία, ήταν πρωτόγνωρο: από 30άρηδες που ήθελαν να ξανανιώσουν παιδιά μέχρι πιτσιρίκια που μεγάλωσαν με τις αφηγήσεις των μεγαλύτερων για την ταινία-φαινόμενο των 90s, άπαντες πήγαν να το δουν. Το στούντιο την έκανε την δουλειά του: έβγαλε λεφτά με το τσουβάλι. Αλλά ο κόσμος έφευγε μάλλον απογοητευμένος.

Δεν χρειαζόταν βέβαια και καμιά τεράστια σοφία για να καταλάβει κανείς πόσο φόλα θα ήταν το «Jurassic World»: οι αναμασημένες ιδέες του, η αίσθηση πως ό,τι βλέπεις αποτελεί μια κακιά εκδοχή από κάτι που έχεις ξαναδεί και γενικότερα, μια αισθητική φτήνια που δεν μπορούσε να καλυφθεί με τίποτα από την αντικειμενικά πανάκριβη παραγωγή του χάλασαν την εμπειρία όσων πήγαν με όρεξη να δουν την ταινία στα σινεμά. Κι όμως, ήταν αναμενόμενο.

Είναι δύσκολο να κατανοήσει κανείς πόσο τεράστιο φαινόμενο για την ποπ κουλτούρα υπήρξε το «Jurassic Park» του 1993 αν δεν έχει ζήσει εκείνη την εποχή. Η ταινία του Σπίλμπεργκ ήταν μια αληθινή επανάσταση για το action και sci-fi σινεμά, δημιουργημένη από έναν μάστορα του Χόλιγουντ στην πιο ώριμη και παραγωγική εποχή του. Προφανέστατα, εκείνη η ταινία είχε βγάλει τρελά λεφτά και απέκτησε ένα εξαιρετικά μαζικό και πιστό ανά τα χρόνια κοινό. Τα δυο σίκουελ ωστόσο, αυτό το 1996 και εκείνο του 2001, επιβεβαίωσαν πως τέτοια θαύματα μια φορά γίνονται: ό,τι είχε να πει το «Jurassic Park» εξαντλήθηκε στην αρχική ταινία του 1993, οι δυο συνέχειες ήταν απλά αχρείαστες.

Τι θα μπορούσε να έχει αλλάξει λοιπόν ανάμεσα στο 2001 και το τρίτο «Jurassic Park» μέχρι το 2015 και το «Jurassic World»; Όσοι ήταν ψύχραιμοι και δεν «μέθυσαν» από τα καμπανάκια νοσταλγίας, μπορούσαν να το διαβεβαιώσουν πριν καν δουν αυτή τη φόλα: απολύτως τίποτα. Απλά η αλλαγή της δεκαετίας και τα 14 επιπλέον χρόνια από το (προσωρινό όπως αποδείχθηκε) κλείσιμο της τριλογίας έστελναν στα ύψη την νοσταλγία για τον τίτλο. Και κάπως έτσι, η συνταγή αποδείχθηκε απάτη: μπόλικη νοσταλγία, ελάχιστη έμπνευση, στυγνό εμπόριο, καθόλου καλλιτεχνική δημιουργία. Και ναι, μιλάμε για την 5η πιο εμπορική ταινία όλων των εποχών.

Το καλύτερο; Σε κάναν χρόνο θα έχουμε το «Jurassic World 3» μιας και ακολούθησε άλλη μια ανέμπνευστη ξεπέτα και πλέον πάμε και για μια ακόμα. Το Χόλιγουντ άλλωστε το ξέρει καλά: όση γκρίνια και αν πέσει, η συνταγή της νοσταλγίας θα είναι πάντα χρυσή και μπροστά στον πακτωλό εκατομμυρίων που αυτή μπορεί να φέρει, το ξεζούμισμα των κινηματογραφικών αναμνήσεων είναι μια αυτονόητη επιλογή.