Στο σημείο που έχουμε φτάσει πια, με την κατανάλωση περιεχομένου στο Netflix να είναι μια από τις 2-3 επιλογές που μας απέμειναν, δεν είναι καθόλου παράξενο και παράτολμο να πειραματίζεται κανείς.
Όχι μόνο εμείς ως κοινό-δέκτες του περιεχομένου, αλλά και οι δημιουργοί της εκάστοτε περίπτωσης. Άλλωστε, η δική τους καλλιτεχνική ανηχυσία είναι που υποκινεί και την δική μας ανοχή, ανάγκη και αναζήτηση.
Το The Liberator είναι μια ιδιαίτερη και αρκετά πρωτότυπη για τα δεδομένα της εποχής μας σειρά. Κι είναι αυτή η ιδιαιτερότητα της που δεν επέτρεψε ενδεχομένως να γίνει μεγαλύτερη από 4 επεισόδια. Ακόμα και για μίνι σειρά, έχω την αίσθηση πως θα άντεχε δύο επιπλέον επεισόδια.
Θυμίζει πάντως αρκετά το Sons of Liberty που είχε κυκλοφορήσει το 2015. Εκείνη η σειρά ήταν επίσης βασισμένη σε γεγονότα της αμερικανικής ιστορίας. Πιο συλλογικά βέβαια, αφού μας μετέφερε στην εποχή της αμερικανικής ανεξαρτησίας.
Στο The Liberator βρισκόμαστε στον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο και ακολουθούμε την πορεία 500 ημερών του 157ου Τάγματος του αμερικάνικου στρατού, υπό την ηγεσία του Φίλιξ Σπαρκς. Από τον ιταλικό νότο ως το Ασχαφενμπούργκ, όπου εισήλθαν στο Νταχάου για να απελευθερώσουν τους εναπομείναντες ζώντες αιχμαλώτους, οι Αμερικάνοι βιώνουν όλα τα στάδια ενός πολέμου απέναντι σε μια πολεμική μηχανή όπως ήταν η Γερμανία και το Γ’ Ράιχ εκείνη την εποχή.
Σε 4 επεισόδια βλέπουμε τις στιγμές ηρεμίας, το απαραίτητο παιχνίδι μεταξύ των συντρόφων, την ανδρεία που εναλλάσσεται με τον φόβο, τις στρατηγικές που τίθενται σε γραφεία, μακριά από τα πεδία της μάχης, άρα καθίστανται λιγότερο αξιόπιστα και φυσικά την προσωπική λύτρωση από ένα ταξίδι που δύσκολα γυρίζει πίσω η ψυχή του.
«Ο φόβος είναι αντίδραση, το θάρρος είναι επιλογή» λέει κάποια στιγμή ο Σπαρκς στο δεύτερο επεισόδιο. «Γιατί δεν πυροβολήσαμε; – Γιατί είχαμε επιλογή» απαντά στο 3ο επεισόδιο ένας Γερμανός αξιωματούχος των Ες-Ες σε έναν στρατιώτη. Μέσα από αυτή την απλότητα, μα και δεξιοτεχνία του σεναρίου αντιλαμβάνεται κανείς με τον πιο κατανοητό και καθαρό τρόπο τις αυξομειώσεις ανθρωπιάς και συμπόνιας του πολέμου, ιδίως αυτού του μεγέθους.
Με λίγα λόγια, το The Liberator πατάει γερά πάνω σε κάθε πιθανό συναίσθημα, υφαίνει μικρές ιστορίες που ξέχωρα και ενωμένες με τις άλλες παράγουν έναν πίνακα συγκινήσεων και αυτό την κάνει μια άκρως δελεαστική και καλή σειρά. Αυτό βέβαια δεν είναι αρκετό. Γιατί, καλώς ή κακώς, το σινεμά έχει ακόμα το πλεονέκτημα να δίνει πολύ περισσότερη ένταση σε ιστορίες πολέμου, καθώς είναι μέσο συμπύκνωσης και όχι πλατιάσματος.
Το The Liberator επιτυγχάνει να ανέβει επίπεδο χάρη στην επιλογή μιας τεχνικής λεπτομέρειας. Η σειρά γυρίστηκε εξ ολοκλήρου σε μπλε σκηνικό. Όπως το πράσινο σκηνικό επιτρέπει στη φαντασία να οργιάσει στο μοντάζ, το μπλε δίνει την ευκαιρία για να αποτυπωθεί η εικόνα και τα χρώματα της με άλλο φίλτρο.
Ο δημιουργός Τζεμπ Στούαρτ και ο σκηνοθέτης Γκρεγκ Γιονκάιτις θέλησαν να αναπαραστήσουν την βασισμένη στο βιογραφικό βιβλίο του Άλεξ Κέρσο ιστορία του The Liberator με τρόπο anime. Και το anime κουβαλάει ένα πολύ συγκεκριμένο φορτίο στην καλλιτεχνική κουλτούρα σε επίπεδο συναισθηματικής απόδοσης, κάτι που αν μπορούσαμε να το πούμε με ηχόχρωμα, θα ήταν το γκρίζο των ραδιοφωνικών σημάτων.
Ταιριάζει αισθητικά άψογα με τα όσα συμβιώνουν μέσα στη λέξη «πόλεμος», το αναδεικνύουν και αυτό δεν είναι κάτι δεδομένο. Χρειάζεται να κατακτηθεί μέσα από πολλά χαρακτηριστικά που απαρτίζουν μια καλλιτεχνική δημιουργία.
Είναι κρίμα λοιπόν που το The Liberator θέλει να αποδώσει μια αληθινή ιστορία, αυτή του Φίλιξ Σπαρκς και του τάγματος του, γιατί δεν του επιτρέπεται να γίνει μεγαλύτερο σε διάρκεια. Κι ας είναι κάτι τέτοιο δύσκολο σε τέτοιου είδους σειρές, αφού όπως είδαμε και στο Catch 22, οτιδήποτε πάνω από 5-6 επεισόδια θα ατονίσει.
Ας είναι. Και τα 4 επεισόδια αρκούν για μια ολοκληρωμένη απόλαυση, καθόλα ενεργητική, διόλου παθητική.