Το Έτερος Εγώ είναι ένα προϊόν ελληνικής μυθοπλασίας-φαινόμενο για τα ελληνικά δεδομένα, τουλάχιστον των τελευταίων 10 ετών. Όχι μόνο για το πώς εξελίχθηκε από μια «σκοτεινή» ταινία που είχε απαγορευτεί σε σειρά με τόση επιτυχία.
Αλλά και γιατί διαθέτει το ειδικό βάρος να συγκεντρώνει, να γοητεύει θα έλεγα, τόσα μεγάλα και ποιοτικά ονόματα της ελληνικής υποκριτικής σκηνής. Αλήθεια, ποια άλλη σειρά έχει σε μια σεζόν 8 μόνο επεισοδίων τους Δαδακαρίδη, Μαρκουλάκη, Νούσια, Διδασκάλου, Σπύρο Παπαδόπουλο, Γενατά, Δημήτρη Μαυρόπουλο, Πέτρο Λαγούτη, Βίκυ Παπαδοπούλου, Ορφέα Παπαδόπουλο, Άννα Μενενάκου, Μάνο Βακούση, Χρήσο Σαπουντζή, Λάζαρο Γεωργακόπουλο και κάμποσους ακόμα; Δεν θα βρεθεί τέτοια.
Γι΄αυτό η πρώτη σεζόν άφησε τέτοιο αποτύπωμα και γι΄αυτό ο δεύτερος κύκλος, με τη λέξη «Κάθαρσις» να συνοδεύει τον βασικό τίτλο, είχε τοποθετήσει τις προσδοκίες στο υψηλότερο σημείο.
Σε αυτή τη δεύτερη σεζόν ο Σωτήρης Τσαφούλιας επέλεξε να πατήσει λίγο το φρένο και να μην πάρει μια τόσο ταχύτατη μετάβαση από ένα σημαντικό στοιχείο πλοκής στο άλλο, όπως συνέβη στην πρώτη σεζόν. Στα πρώτα τρία επεισόδια, αλλά και μετά σε λίγο μικρότερη κλίμακα, η εξέλιξη της πλοκής διακόπτεται συχνότερα από μικρές σκηνές που αποτυπώνουν καλύτερα τους χαρακτήρες, κάτι που δεν έγινε με τόση έμφαση στον πρώτο κύκλο.
Αυτό δεν το αναφέρω ως κακό. Το Έτερος Εγώ είναι μια σειρά που έχει ανάγκη την ταχύτητα και κέρδισε πολλά από το μοντάζ που είχε. Ίσως γι΄αυτό θέλει παραπάνω χρόνο ο θεατής να συγχρονιστεί με τη σειρά στο κεφάλαιο της Κάθαρσης.
Η Κάθαρση πάντως ως έννοια εξηγεί και τους στόχους του σεναρίου, της αφήγησης κι ότι ενδεχομένως άλλοι είναι οι στόχοι και άλλα τα μέσα για να επιτευχθούν αυτοί. Κι αν στην πρώτη σεζόν θαυμάσαμε για ακόμα μια φορά το εύρος ερμηνευτικών ικανοτήτων του Πυγμαλίωνα Δαδακαρίδη, σε τούτη η σκέψη εστιάζει αλλού.
Σίγουρα στη Βίκυ Παπαδοπούλου που είναι σταθερά στον καλύτερο δυνατό βαθμό ως προς τον ρόλο της, αλλά και στον Τάσο Νούσια που δίνει ένα άλλο βάθος στον ρόλο του διευθυντή της αστυνομίας. Από κοντά και ο Χρήστος Σαπουντζής που είναι ερμηνευτικά σαν τη μύγα μες στο γάλα στις σκηνές που βλέπουμε το συμβούλιο των καθηγητών του κολεγίου.
Αυτό ίσως είναι και το μόνο ψεγάδι που μπορεί κανείς να βρει στην Κάθαρση. Είναι στιγμές που υποδαυλίζεται μια σκηνή από την κάπως ασύνδετη τοποθέτηση των ηθοποιών μεταξύ τους. Δε συμβαίνει πολύ, αλλά συμβαίνει στα πρώτα επεισόδια σε σημεία που οδηγούν σε μια αίσθηση έλλειψης.
Κατά τα λοιπά, η Κάθαρση έχει τον τόνο και το ύφος που της αρμόζει για να μπορέσει να αναδειχθεί το σενάριο στο έπακρο – αυτό είναι εξάλλου το δυνατότερο σημείο της σειράς και του κ. Τσαφούλια. Δε θα ήταν επίσης άτοπο να ειπωθεί πως έχει πιο έντονα ενσωματωμένα στοιχεία από το σινεμά του Βασίλη Οικονομίδη, ιδίως στο ρόλο του Δημήτρη Καπετανάκου, τον οποίο θεωρώ ως την πιο ευχάριστη έκπληξη κι ως τον πιο δουλεμένο χαρακτήρα της δεύτερης σεζόν.
Στα 8 επεισόδια που θα βρεις διαθέσιμα στις υπηρεσίες της Cosmote TV που, ως γνωστόν, κάνει την παραγωγή, θα αντιληφθείς τα περισσότερα απ΄αυτά που γράφονται σε τούτο το κείμενο, μα θα μπορέσεις να διαφοροποιηθείς σε σχέση με την δική μας αίσθηση, αφού είσαι ένας διαφορετικός άνθρωπος, με διαφορετικό μέτρο σύγκρισης, προσδοκίες και εμπειρικό υπόβαθρο σε σχέση με τον υπογράφοντα.
Κάθαρσις λοιπόν και αυτό το σαββατοκύριακο θα είναι γεμάτο από τον κύριο Λαΐνη και την παρέα του.